Αν δεν είχε «πέσει» πρόωρα η κυβέρνηση τού 2014, είναι πολύ πιθανόν σήμερα η οικονομία να έτρεχε με ρυθμό ανόδου πάνω από 3% ετησίως.
Από το 2015 και μετά, η Ελλάδα έχει εισέλθει σε έναν εξαιρετικά ολισθηρό δρόμο και είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν θα μπορέσει να αντιμετωπίσει ροές γεγονότων και ανατροπών που τρέχουν.
Πως η «μετριοκρατία» ισοπεδώνει τη χώραΤου Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Από ιστορικής πλευράς, η προσπάθεια του κ. Αλέξη Τσίπρα να ανέλθει στην εξουσία και να διατηρηθεί σε αυτήν έχει πολύ υψηλότερο κόστος από τα 200 δισεκατομμύρια ευρώ που κατά καιρούς προβάλλονται. Ας δούμε όμως την κατάσταση πιο προσεκτικά και αναλυτικά.
Στο τελευταίο Forum των Δελφών, ο τέως πρόεδρος του EuroWorking Group Τόμας Βίζερ εξήγησε ότι η Ελλάδα το πρώτο εξάμηνο τού 2015 υπέστη ζημιά 200 δισεκατομμυρίων ευρώ, που έχει την οδυνηρή ιδιότητα σε βάθος χρόνου να προκαλεί νέες ζημιές. Με άλλα λόγια, αφήνει αναπηρίες.
Για παράδειγμα, αν δεν είχε υπάρξει το πρώτο εξάμηνο τού 2015, το περίφημο «έπος Βαρουφάκη», δηλαδή η …«περήφανη διαπραγμάτευση», το τραπεζικό σύστημα της χώρας θα ήταν σήμερα ισχυρότερο κατά 70 δισεκατομμύρια ευρώ.
Συγκεκριμένα, την προαναφερόμενη περίοδο χάσαμε 20 δισεκατομμύρια ευρώ από την απαξίωση των τραπεζικών μετοχών που διακρατούσε το Ταμείο Χρηματοδοτικής Σταθερότητος (ΤΧΣ), 40 δισεκατομμύρια ευρώ από καταθέσεις που αποσύρθηκαν από το τραπεζικό σύστημα εις βάρος της οικονομίας και 7 δισεκατομμύρια ευρώ από τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων που οι κεντρικές τράπεζες της Ευρώπης είχαν συμφωνήσει να τα επιστρέψουν στην Ελλάδα. Διαλύθηκε, δηλαδή, η όποια ρευστότητα της οικονομίας μας.
Πέρα όμως από τις ζημιές αυτές, οι κεφαλαιακοί έλεγχοι και η αβεβαιότητα που κυριάρχησε το πρώτο εξάμηνο τού 2015 ως προς τις προοπτικές της χώρας στην Ευρώπη, προκάλεσαν αναπτυξιακή ζημιά σε βάθος χρόνου.
Και από την άποψη αυτή, οι υπολογισμοί του κ. Τ. Βίζερ δεν απέχουν από την πραγματικότητα. Η μεταβολή των εκτιμήσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ανάπτυξη της χώρας μετά το ολέθριο εξάμηνο τού 2015 είναι πολύ εύγλωττη. Μέσα σε οκτώ μήνες, οι εκτιμήσεις άλλαξαν δραματικά.
Έτσι, αντί για 14% σωρευτική ανάπτυξη την τετραετία 2015-2018 που προέβλεπαν οι κοινοτικοί τον Δεκέμβριο 2014, μετά το «έπος Βαρουφάκη» η πρόβλεψη προσγειώθηκε στο 2%, ήτοι δώδεκα ποσοστιαίες μονάδες πιο κάτω. Όμως, 12% λιγότερο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) σημαίνει και αντίστοιχο χαμηλότερο εισόδημα για τους πολίτες.
Σημαίνει λιγότερα έσοδα για το κράτος κα σίγουρα χαμηλότερα κέρδη για τις επιχειρήσεις. Με βάση λοιπόν το ύψος του ΑΕΠ και την πορεία του, έχουμε ζημιά 20 δισεκατομμυρίων ευρώ περίπου, η οποία αθροιστικά θα σωρεύεται και τα επόμενα χρόνια.
Σε συνδυασμό δε με τους κεφαλαιακούς ελέγχους, το αναπτυξιακό αυτό έλλειμμα θα στερεί την Ελλάδα από πολύτιμα επενδυτικά κεφάλαια, την στιγμή που η συσσώρευση κεφαλαίου στην χώρα είναι υπό το μηδέν.
Ακόμα χειρότερα, την προαναφερόμενη περίοδο η Ελλάδα δεν μπόρεσε να αξιοποιήσει επαρκώς και διάφορες συγκυριακές ευνοϊκές εξελίξεις –όπως η μείωση της τιμής του πετρελαίου, η άνοδος του τουρισμού (που οφείλεται όμως σε εξωτερικούς παράγοντες), η ποσοτική χαλάρωση του Μάριο Ντράγκι που έρριξε στην ευρωζώνη άφθονη και φθηνή ρευστότητα.
Όσο για την άνοδο των εξαγωγών που παρατηρείται από το 2016 και μετά, είναι περισσότερο προϊόν της κατά 17% υποτιμήσεως του ευρώ έναντι του δολλαρίου παρά αποτέλεσμα της επιχειρηματικής ανάκαμψης της χώρας.
Εκ των υστέρων, λοιπόν, είναι απολύτως ρεαλιστική η εκτίμηση ότι το ολέθριο πρώτο εξάμηνο τού 2015, σε όρους ανάπτυξης και αθροιστικά στην τριετία 2015-2017, μάς κόστισε μεταξύ 7% και 10% του ΑΕΠ (13-18 δισεκατομμύρια ευρώ).
Η Ελλάδα έχασε 18 δισεκατομμύρια ευρώ ΑΕΠ, έγινε κατά 18 δισεκατομμύρια ευρώ φτωχότερη το 2017 και θα κουβαλά αυτή την ζημιά των 18 δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως για πολλά χρόνια.
Όλα αυτά δεν τα γνωρίζουν οι εταίροι-δανειστές μας; Ασφαλώς ναι. Τότε, γιατί ποιούν την νήσσα; Πολύ απλά διότι θέλουν να ξεμπερδεύουν με το τρίτο μνημόνιο, γιατί υπάρχει ένα σοβαρότατο πρόβλημα που ακούει στο όνομα Ιταλία.
Πέρα από τους εταίρους δανειστές, όμως, το πραγματικό πρόβλημα της οικονομίας είναι ότι τελεί υπό καθεστώς «δομικής κατάρρευσης». Και για να ξεπεραστεί η κατάσταση αυτή, απαιτούνται επενδύσεις 20 δισεκατομμυρίων ευρώ τον χρόνο.
Ποιος θα τις κάνει; Με ποια κεφάλαια; Σε ποια χώρα; Υπό ποιες διοικητικές και πολιτικές συνθήκες; Αυτά είναι τα πραγματικά ερωτήματα και όχι οι διάφορες αναπτυξιακές πομφόλυγες.
Από το 2015 και μετά, η Ελλάδα έχει εισέλθει σε έναν εξαιρετικά ολισθηρό δρόμο και είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν θα μπορέσει να αντιμετωπίσει ροές γεγονότων και ανατροπών που τρέχουν.
Πως η «μετριοκρατία» ισοπεδώνει τη χώραΤου Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Από ιστορικής πλευράς, η προσπάθεια του κ. Αλέξη Τσίπρα να ανέλθει στην εξουσία και να διατηρηθεί σε αυτήν έχει πολύ υψηλότερο κόστος από τα 200 δισεκατομμύρια ευρώ που κατά καιρούς προβάλλονται. Ας δούμε όμως την κατάσταση πιο προσεκτικά και αναλυτικά.
Στο τελευταίο Forum των Δελφών, ο τέως πρόεδρος του EuroWorking Group Τόμας Βίζερ εξήγησε ότι η Ελλάδα το πρώτο εξάμηνο τού 2015 υπέστη ζημιά 200 δισεκατομμυρίων ευρώ, που έχει την οδυνηρή ιδιότητα σε βάθος χρόνου να προκαλεί νέες ζημιές. Με άλλα λόγια, αφήνει αναπηρίες.
Για παράδειγμα, αν δεν είχε υπάρξει το πρώτο εξάμηνο τού 2015, το περίφημο «έπος Βαρουφάκη», δηλαδή η …«περήφανη διαπραγμάτευση», το τραπεζικό σύστημα της χώρας θα ήταν σήμερα ισχυρότερο κατά 70 δισεκατομμύρια ευρώ.
Συγκεκριμένα, την προαναφερόμενη περίοδο χάσαμε 20 δισεκατομμύρια ευρώ από την απαξίωση των τραπεζικών μετοχών που διακρατούσε το Ταμείο Χρηματοδοτικής Σταθερότητος (ΤΧΣ), 40 δισεκατομμύρια ευρώ από καταθέσεις που αποσύρθηκαν από το τραπεζικό σύστημα εις βάρος της οικονομίας και 7 δισεκατομμύρια ευρώ από τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων που οι κεντρικές τράπεζες της Ευρώπης είχαν συμφωνήσει να τα επιστρέψουν στην Ελλάδα. Διαλύθηκε, δηλαδή, η όποια ρευστότητα της οικονομίας μας.
Πέρα όμως από τις ζημιές αυτές, οι κεφαλαιακοί έλεγχοι και η αβεβαιότητα που κυριάρχησε το πρώτο εξάμηνο τού 2015 ως προς τις προοπτικές της χώρας στην Ευρώπη, προκάλεσαν αναπτυξιακή ζημιά σε βάθος χρόνου.
Και από την άποψη αυτή, οι υπολογισμοί του κ. Τ. Βίζερ δεν απέχουν από την πραγματικότητα. Η μεταβολή των εκτιμήσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ανάπτυξη της χώρας μετά το ολέθριο εξάμηνο τού 2015 είναι πολύ εύγλωττη. Μέσα σε οκτώ μήνες, οι εκτιμήσεις άλλαξαν δραματικά.
Έτσι, αντί για 14% σωρευτική ανάπτυξη την τετραετία 2015-2018 που προέβλεπαν οι κοινοτικοί τον Δεκέμβριο 2014, μετά το «έπος Βαρουφάκη» η πρόβλεψη προσγειώθηκε στο 2%, ήτοι δώδεκα ποσοστιαίες μονάδες πιο κάτω. Όμως, 12% λιγότερο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) σημαίνει και αντίστοιχο χαμηλότερο εισόδημα για τους πολίτες.
Σημαίνει λιγότερα έσοδα για το κράτος κα σίγουρα χαμηλότερα κέρδη για τις επιχειρήσεις. Με βάση λοιπόν το ύψος του ΑΕΠ και την πορεία του, έχουμε ζημιά 20 δισεκατομμυρίων ευρώ περίπου, η οποία αθροιστικά θα σωρεύεται και τα επόμενα χρόνια.
Σε συνδυασμό δε με τους κεφαλαιακούς ελέγχους, το αναπτυξιακό αυτό έλλειμμα θα στερεί την Ελλάδα από πολύτιμα επενδυτικά κεφάλαια, την στιγμή που η συσσώρευση κεφαλαίου στην χώρα είναι υπό το μηδέν.
Ακόμα χειρότερα, την προαναφερόμενη περίοδο η Ελλάδα δεν μπόρεσε να αξιοποιήσει επαρκώς και διάφορες συγκυριακές ευνοϊκές εξελίξεις –όπως η μείωση της τιμής του πετρελαίου, η άνοδος του τουρισμού (που οφείλεται όμως σε εξωτερικούς παράγοντες), η ποσοτική χαλάρωση του Μάριο Ντράγκι που έρριξε στην ευρωζώνη άφθονη και φθηνή ρευστότητα.
Όσο για την άνοδο των εξαγωγών που παρατηρείται από το 2016 και μετά, είναι περισσότερο προϊόν της κατά 17% υποτιμήσεως του ευρώ έναντι του δολλαρίου παρά αποτέλεσμα της επιχειρηματικής ανάκαμψης της χώρας.
Εκ των υστέρων, λοιπόν, είναι απολύτως ρεαλιστική η εκτίμηση ότι το ολέθριο πρώτο εξάμηνο τού 2015, σε όρους ανάπτυξης και αθροιστικά στην τριετία 2015-2017, μάς κόστισε μεταξύ 7% και 10% του ΑΕΠ (13-18 δισεκατομμύρια ευρώ).
Η Ελλάδα έχασε 18 δισεκατομμύρια ευρώ ΑΕΠ, έγινε κατά 18 δισεκατομμύρια ευρώ φτωχότερη το 2017 και θα κουβαλά αυτή την ζημιά των 18 δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως για πολλά χρόνια.
Όλα αυτά δεν τα γνωρίζουν οι εταίροι-δανειστές μας; Ασφαλώς ναι. Τότε, γιατί ποιούν την νήσσα; Πολύ απλά διότι θέλουν να ξεμπερδεύουν με το τρίτο μνημόνιο, γιατί υπάρχει ένα σοβαρότατο πρόβλημα που ακούει στο όνομα Ιταλία.
Πέρα από τους εταίρους δανειστές, όμως, το πραγματικό πρόβλημα της οικονομίας είναι ότι τελεί υπό καθεστώς «δομικής κατάρρευσης». Και για να ξεπεραστεί η κατάσταση αυτή, απαιτούνται επενδύσεις 20 δισεκατομμυρίων ευρώ τον χρόνο.
Ποιος θα τις κάνει; Με ποια κεφάλαια; Σε ποια χώρα; Υπό ποιες διοικητικές και πολιτικές συνθήκες; Αυτά είναι τα πραγματικά ερωτήματα και όχι οι διάφορες αναπτυξιακές πομφόλυγες.