Η φράση ή μάλλον ο στίχος δεν είναι κάποιου σύγχρονου ποιητή. Ώ, οι σύγχρονοι
προβεβλημένοι ποιητές κρατούν πάνω στα μεγάλα εθνικά θέματα αιδήμονα σιγή, φοβούμενοι μπάς και κάποιο κομματικό ή δημοσιογραφικό τσόφλι τους πεί …εθνικιστές. Ο στίχος, λοιπόν, είναι του Κων/νου Καβάφη που λίγα χρόνια πρίν πεθάνει είχε δηλώσει ευθαρσώς: «Κι αν με πούν σωβινιστή, καθόλου δεν θα μου κακοφανεί. Τόσο το καλύτερον»! Σε τι όμως αναφέρεται ο στίχος αυτός που τόσο πολύ ταιριάζει στον παρόντα κακό μας καιρό;
Ο Καβάφης, και όταν αναφερόταν στο παρελθόν, σαν στόχο είχε το παρόν. Στη συγκεκριμένη περίπτωση με το ποίημα «Η μάχη της Μαγνησίας» που έγραψε το 1915, ήθελε κατά την προσωπική μου εκτίμηση να στιγματίσει τον αρχόμενο τότε διχασμό, που επέτρεψε στους Αγγλογάλλους να κάνουν τσιφλίκι τους τη με τόσες θυσίες πρόσφατα απελευθερωθείσα Μακεδονία. Και βρίσκει σαν προκάλυμμα ποιητικό την αρξάμενη από τους Ρωμαίους κατάληψη των ελληνικών περιοχών. Συγκεκριμένα το 197 π.Χ. ο ύπατος Κόιντος Φλαμινίνος, αφού είχε προσεταιρισθεί πολλούς άλλους Έλληνες, κατόρθωσε να συντρίψει στις Κυνός Κεφαλές τον Φίλιππο Ε΄ της Μακεδονίας και έτσι να βάλει ισχυρό πόδι σε ελλαδικές περιοχές.
Ο Φίλιππος περίμενε ότι θα είχε την ενίσχυση του Αντιόχου Γ΄ της Συρίας, του ισχυρότερου τότε μονάρχη που διέθετε ο ελληνικός κόσμος. Αλλά ο Αντίοχος παρότι ως Σελευκίδης ήταν Μακεδών, αδιαφόρησε για την πατρίδα των προγόνων του. Όταν λίγο μετά, συγκεκριμένα το 190 π.Χ., αντιμετώπισε την απειλή της Ρώμης, δεν είχε καμμία ενίσχυση από τον Φίλιππο. Μοιραία ηττήθηκε στη μάχη της Μαγνησίας και υποχρεώθηκε να υπογράψει την ταπεινωτική συνθήκη της Απαμείας.
Ο Καβάφης αξιοποιεί το περιστατικό με τον ακόλουθο σκηνικό τρόπο. Ο Φίλιππος Ε΄ είχε οργανώσει μεγάλο συμπόσιο σαν έφθασε στο παλάτι του η είδηση της ήττας του Αντιόχου. Ωστόσο «τήν εορτή δεν θα αναβάλει», ενθυμούμενος ότι οι Μακεδόνες της Συρίας δεν εκδήλωσαν κανένα είδος λύπης όταν και αυτός ηττήθηκε από τους Ρωμαίους. Και γι’αυτό έδωσε εντολή να μη ματαιωθεί το συμπόσιο:
«Θυμάται πόσο στην Συρία θρήνησαν, τι είδος λύπη
είχαν, σαν έγινε σκουπίδι η μάνα των Μακεδονία. –
Ν’ αρχίσει το τραπέζι. Δούλοι τους αυλούς, τη φωταψία».
Όλα αυτά, κατά περίεργη της μνήμης συντυχία, έρχονταν στη σκέψη μου, καθώς το πρωί της 17ης Ιουνίου έβλεπα στην τηλοψία την Πρέσπα να μετατρέπεται σε μιά άλλη Λίμνη των Κύκνων, όχι σαν αυτή του Τσαϊκόφσκι αλλά σαν αυτή που από καιρό προετοίμαζε ο φιλόμουσος Πολυμεττερνίχος του υπουργείου μας των Εξωτερικών. Έβλεπα τα σκάφη σαν τους κύκνους να σχίζουν τα γαλάζια νερά της λίμνης και να μεταφέρουν το πολύτιμο φορτίο τους από τη μίαν όχθη στην άλλη. Στην ελληνική όχθη η υπογραφή, στην απέναντι «βορειο-μακεδονική» πλέον όχθη η τροφή. «Ν’ αρχίσει το τραπέζι». Δεν χρειάζονταν Σκοπιανοί δούλοι. Υπήρχαν άφθονοι Έλληνες επίσημοι. Υπήρχε ακόμη και ο πολύς Νίμιτς που έπαιξε επιτυχώς –τόσα χρόνια στην πιάτσα!– το ρόλο του προαγωγού. Υπήρχε και μιά ολόξανθη μορφονιά, εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, που μοίραζε τους επαίνους όπως οι Έλληνες οδηγοί μοιράζουν τα …φάσκελα!
Ειλικρινά ποτέ Έλληνας πολιτικός δεν έδρεψε τόσους επαίνους όσους ο κ. Τσίπρας ως κορυφαίος των κύκνων στο μπαλλέτο της Πρέσπας. Δεν ξέρω βέβαια αν έχει ακούσει τίποτα για τον κάποτε πασίγνωστο Γερμανό σοσιαλιστή ηγέτη Αύγουστο Φερδινάνδο Μπέμπελ (1840-1913). Αυτός κάποτε αγορεύοντας άκουσε πολλά χειροκροτήματα από τη μεριά της Δεξιάς. Σταμάτησε τότε την ομιλία του και ρώτησε: «Κύριοι, τι κακό είπα;». Ο κ. Τσίπρας σήμερα επαινείται από όσους κάποτε έβριζε καπηλικώτατα σαν ονηλάτης. Μήπως κάποια στιγμή πρέπει να αναρωτηθεί τι κακό έπραξε; Γιατί θα περάσει στην ιστορία σαν ο μοιραίος άνθρωπος που έκανε το όνομα της Μακεδονίας μας πολιτικό σκουπίδι.
προβεβλημένοι ποιητές κρατούν πάνω στα μεγάλα εθνικά θέματα αιδήμονα σιγή, φοβούμενοι μπάς και κάποιο κομματικό ή δημοσιογραφικό τσόφλι τους πεί …εθνικιστές. Ο στίχος, λοιπόν, είναι του Κων/νου Καβάφη που λίγα χρόνια πρίν πεθάνει είχε δηλώσει ευθαρσώς: «Κι αν με πούν σωβινιστή, καθόλου δεν θα μου κακοφανεί. Τόσο το καλύτερον»! Σε τι όμως αναφέρεται ο στίχος αυτός που τόσο πολύ ταιριάζει στον παρόντα κακό μας καιρό;
Ο Καβάφης, και όταν αναφερόταν στο παρελθόν, σαν στόχο είχε το παρόν. Στη συγκεκριμένη περίπτωση με το ποίημα «Η μάχη της Μαγνησίας» που έγραψε το 1915, ήθελε κατά την προσωπική μου εκτίμηση να στιγματίσει τον αρχόμενο τότε διχασμό, που επέτρεψε στους Αγγλογάλλους να κάνουν τσιφλίκι τους τη με τόσες θυσίες πρόσφατα απελευθερωθείσα Μακεδονία. Και βρίσκει σαν προκάλυμμα ποιητικό την αρξάμενη από τους Ρωμαίους κατάληψη των ελληνικών περιοχών. Συγκεκριμένα το 197 π.Χ. ο ύπατος Κόιντος Φλαμινίνος, αφού είχε προσεταιρισθεί πολλούς άλλους Έλληνες, κατόρθωσε να συντρίψει στις Κυνός Κεφαλές τον Φίλιππο Ε΄ της Μακεδονίας και έτσι να βάλει ισχυρό πόδι σε ελλαδικές περιοχές.
Ο Φίλιππος περίμενε ότι θα είχε την ενίσχυση του Αντιόχου Γ΄ της Συρίας, του ισχυρότερου τότε μονάρχη που διέθετε ο ελληνικός κόσμος. Αλλά ο Αντίοχος παρότι ως Σελευκίδης ήταν Μακεδών, αδιαφόρησε για την πατρίδα των προγόνων του. Όταν λίγο μετά, συγκεκριμένα το 190 π.Χ., αντιμετώπισε την απειλή της Ρώμης, δεν είχε καμμία ενίσχυση από τον Φίλιππο. Μοιραία ηττήθηκε στη μάχη της Μαγνησίας και υποχρεώθηκε να υπογράψει την ταπεινωτική συνθήκη της Απαμείας.
Ο Καβάφης αξιοποιεί το περιστατικό με τον ακόλουθο σκηνικό τρόπο. Ο Φίλιππος Ε΄ είχε οργανώσει μεγάλο συμπόσιο σαν έφθασε στο παλάτι του η είδηση της ήττας του Αντιόχου. Ωστόσο «τήν εορτή δεν θα αναβάλει», ενθυμούμενος ότι οι Μακεδόνες της Συρίας δεν εκδήλωσαν κανένα είδος λύπης όταν και αυτός ηττήθηκε από τους Ρωμαίους. Και γι’αυτό έδωσε εντολή να μη ματαιωθεί το συμπόσιο:
«Θυμάται πόσο στην Συρία θρήνησαν, τι είδος λύπη
είχαν, σαν έγινε σκουπίδι η μάνα των Μακεδονία. –
Ν’ αρχίσει το τραπέζι. Δούλοι τους αυλούς, τη φωταψία».
Όλα αυτά, κατά περίεργη της μνήμης συντυχία, έρχονταν στη σκέψη μου, καθώς το πρωί της 17ης Ιουνίου έβλεπα στην τηλοψία την Πρέσπα να μετατρέπεται σε μιά άλλη Λίμνη των Κύκνων, όχι σαν αυτή του Τσαϊκόφσκι αλλά σαν αυτή που από καιρό προετοίμαζε ο φιλόμουσος Πολυμεττερνίχος του υπουργείου μας των Εξωτερικών. Έβλεπα τα σκάφη σαν τους κύκνους να σχίζουν τα γαλάζια νερά της λίμνης και να μεταφέρουν το πολύτιμο φορτίο τους από τη μίαν όχθη στην άλλη. Στην ελληνική όχθη η υπογραφή, στην απέναντι «βορειο-μακεδονική» πλέον όχθη η τροφή. «Ν’ αρχίσει το τραπέζι». Δεν χρειάζονταν Σκοπιανοί δούλοι. Υπήρχαν άφθονοι Έλληνες επίσημοι. Υπήρχε ακόμη και ο πολύς Νίμιτς που έπαιξε επιτυχώς –τόσα χρόνια στην πιάτσα!– το ρόλο του προαγωγού. Υπήρχε και μιά ολόξανθη μορφονιά, εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, που μοίραζε τους επαίνους όπως οι Έλληνες οδηγοί μοιράζουν τα …φάσκελα!
Ειλικρινά ποτέ Έλληνας πολιτικός δεν έδρεψε τόσους επαίνους όσους ο κ. Τσίπρας ως κορυφαίος των κύκνων στο μπαλλέτο της Πρέσπας. Δεν ξέρω βέβαια αν έχει ακούσει τίποτα για τον κάποτε πασίγνωστο Γερμανό σοσιαλιστή ηγέτη Αύγουστο Φερδινάνδο Μπέμπελ (1840-1913). Αυτός κάποτε αγορεύοντας άκουσε πολλά χειροκροτήματα από τη μεριά της Δεξιάς. Σταμάτησε τότε την ομιλία του και ρώτησε: «Κύριοι, τι κακό είπα;». Ο κ. Τσίπρας σήμερα επαινείται από όσους κάποτε έβριζε καπηλικώτατα σαν ονηλάτης. Μήπως κάποια στιγμή πρέπει να αναρωτηθεί τι κακό έπραξε; Γιατί θα περάσει στην ιστορία σαν ο μοιραίος άνθρωπος που έκανε το όνομα της Μακεδονίας μας πολιτικό σκουπίδι.