2 Ιουν 2018

Η πρώτη πράξη του «ιταλικού θρίλερ»

Στον βραχύ ορίζοντα, οι εξελίξεις του τελευταίου 24ώρου τείνουν, σύμφωνα με όλες
τις ενδείξεις, να εκτονώσουν την κυβερνητική (και κατά πολλούς και συνταγματική) κρίση στην Ιταλία και να απομακρύνουν το ενδεχόμενο, τόσο αποσταθεροποιητικό για το σύνολο της Eυρωζώνης, νέων εκλογών εντός του θέρους...
Στον βραχύ ορίζοντα, οι εξελίξεις του τελευταίου 24ώρου τείνουν, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, να εκτονώσουν την κυβερνητική (και κατά πολλούς και συνταγματική) κρίση στην Ιταλία και να απομακρύνουν το ενδεχόμενο, τόσο αποσταθεροποιητικό για το σύνολο της Eυρωζώνης, νέων εκλογών εντός του θέρους.

Μεσομακροπρόθεσμα, ωστόσο, δεν έχουν αλλάξει και πολλά πράγματα. Η νομισματική ένωση εξακολουθεί, παρά τις καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις, να είναι εξαιρετικά ευάλωτη και η Ιταλία αποτελεί πάντοτε τον κατεξοχήν αδύναμο κρίκο της

Άλλωστε, προκειμένου να "διαπαιδαγωγηθούν" και μάλιστα προληπτικά οι λαϊκιστές της Ρώμης στον σεβασμό των κανόνων όπως τους εννοούν οι Βρυξέλλες, χρειάστηκε το κόστος δανεισμού της Ιταλίας να σημειώσει τη μεγαλύτερη μέσα σε ένα 24ωρο εκτίναξή του μετά την εξάρθρωση του ευρωπαϊκού μηχανισμού νομισματικών ισοτιμιών το 1992. Όμως το "μάθημα" δεν μπορεί να επαναλαμβάνεται κάθε τόσο, χωρίς τον κίνδυνο ευρύτερου εκτροχιασμού.

Αποκλίσεις των εταίρων

Μολονότι, δε, η εβδομάδα αυτή σημαδεύτηκε από τη σύγκρουση της συμμαχίας Λέγκας-Πέντε Αστέρων με τον πρόεδρο Ματταρέλλα, πριν ακολουθήσει η αναδίπλωση, έχει μεγαλύτερη βαρύτητα για το μέλλον το γεγονός ότι οι δύο δυνάμεις που πλέον συγκυβερνούν την Ιταλία κατανάλωσαν σε διαπραγματεύσεις για την εκπόνηση προγραμματικής συμφωνίας όλη την προηγούμενη εβδομάδα – γεγονός ενδεικτικό των μεγάλων πολιτικών τους διαφορών.

Οι επιδιώξεις τους στη συγκυρία επίσης διαφέρουν. Η Λέγκα δελεάζεται στη σκέψη νέων εκλογών, διότι έχει μεγάλο περιθώριο να αυξήσει τα ποσοστά της "καννιβαλίζοντας" τη Φόρτσα Ιτάλια του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, έχοντας κατά τα φαινόμενα κερδίσει το παιχνίδι της ηγεμονίας στον χώρο της δεξιάς. Το Κίνημα Πέντε Αστέρων, πάλι, όντας η δύναμη με τη μικρότερη πολιτική εμπειρία επέδειξε και τη μεγαλύτερη αδημονία να αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες – εκτιμώντας πιθανότατα ότι ήδη βρίσκεται στα υψηλότερα όρια της εκλογικής απήχησής του. Είναι, πάντως, πολύ χαρακτηριστικό ότι το κίνημα που ίδρυσε ο Μπέπε Γκρίλλο σπεύδει τώρα να εξαφανίσει ακόμη και τα ψηφιακά ίχνη παλαιότερων αναφορών του υπέρ της εξόδου από το ευρώ.

Μετέωρες εξαγγελίες

Όσο για τα σχέδια εισαγωγής παράλληλου νομίσματος το προηγούμενο της (ισχυρότερης της Ιταλίας) Καλιφόρνιας το 2009 είναι διδακτικό: τα IOUs που εκδόθηκαν με απόδοση 3,75% για την αντιμετώπιση ενός προσωρινού δημοσιονομικού ανοίγματος έφθασαν να πωλούνται στο 60% της ονομαστικής τους αξίας.

Όμως το παιχνίδι των νέων κυβερνητικών εταίρων ποτέ δεν αφορούσε πραγματικά την εγκατάλειψη του ευρώ, η οποία δεν είναι δημοφιλής ούτε στους ψηφοφόρους τους: αφορούσε την εξασφάλιση δημοσιονομικών περιθωρίων που θα επιτρέψουν την εφαρμογή (μέρους έστω) των εξαγγελιών τους (εισαγωγή επίπεδου φόρου, αντιστροφή της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού, ελάχιστον εγγυημένο εισόδημα 800 ευρώ), που ισοδυναμούν με το ιλιγγιώδες 8% του ΑΕΠ. Επ' αυτού, η Ρώμη δεν έχει ακόμη καταθέσει τα όπλα, αλλά και οι Βρυξέλλες δεν προτίθενται να δείξουν καμία ελαστικότητα.

"Λύση η δημιουργία χρήματος"

Το ότι το ιταλικό "θρίλερ" κάθε άλλο παρά έχει τελειώσει και απλώς βρίσκεται στην πρώτη πράξη του το φανερώνουν όσα έγραψε σε ανύποπτο χρόνο (τον Μάρτιο 2017 σε άρθρο του στην εφημερίδα "Ιλ Σόλε" που εκδίδει ο Σύνδεσμος Ιταλικών Βιομηχανιών) ο νέος υπουργός Οικονομικών Τζιοβάνι Τρία. Όπως εξηγεί, "ο μεγαλύτερος κίνδυνος δεν είναι η έξοδος (από το ευρώ), αλλά η ενδόρρηξη". Με αυτή την έννοια, προσθέτει, έχουν άδικο όσοι προτείνουν την έξοδο ως πανάκεια και έχει δίκιο έχει ο κεντρικός τραπεζίτης Μάριο Ντράγκι όταν λέει ότι η νομισματική ένωση είναι μη αντιστρεπτή – όμως ο ίδιος θα πρέπει να διευκρινίσει ποιες αλλαγές θα εξασφαλίσουν την επιβίωσή της.

Κατά τον Τρία, τα θηριώδη γερμανικά πλεονάσματα εικονογραφούν την αποτυχία του ευρώ, ενώ η επιβολή περιοριστικών δημοσιονομικών πολιτικών ακόμη και σε περιόδους ύφεσης παρήγαγε γενικευμένο αποπληθωρισμό χωρίς καν να επιτευχθεί δημοσιονομική σταθεροποίηση. Η λύση, συνεχίζει, προκειμένου να δοθεί η δημοσιονομική τόνωση που απαιτείται για την αύξηση του ΑΕΠ, χωρίς να κλονισθεί η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, είναι η δημιουργία χρήματος για τη χρηματοδότηση εκτεταμένων δημόσιων επενδύσεων, με παράλληλη διατήρηση πρωτογενών πλεονασμάτων.

Τα βλέμματα στον Ντράγκι

Τα επιχειρήματα του νέου υπουργού Οικονομικών έρχονται να μας υπενθυμίσουν ότι η Ιταλία δεν είναι μια "φτωχή" ή "καθυστερημένη" χώρα – εμφανίζει πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών της τάξης του 2,6% του ΑΕΠ, ενώ οι Ιταλοί κατέχουν ένα τρισ. ευρώ σε τραπεζικές καταθέσεις. Οι δε ιταλικές "αμαρτίες" είναι περισσότερο δημόσιες παρά ιδιωτικές και αφορούν περισσότερο το παρελθόν παρά το παρόν. Οι δημοσιονομικές της επιδόσεις των τελευταίων ετών είναι καλύτερες από αυτές παραβατών του Συμφώνου Σταθερότητας, όπως η Γαλλία ή η Ισπανία. Η χώρα εμφανίζει πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 1,7% του ΑΕΠ, ενώ το συνολικό της χρέος υπολογίζεται σε 263% του ΑΕΠ (κατά το 132% δημόσιο), έναντι 290% της Ολλανδίας, 303% της Γαλλίας, 321% της Πορτογαλίας και 338% του Βελγίου.

Όμως η Ιταλία είναι παγιδευμένη σε μια νομισματική αρχιτεκτονική η οποία μακροπρόθεσμα ροκανίζει την παραγωγική της βάση. Και παράλληλα αποτελεί "δύο ψυχές σε ένα σώμα", καθώς οι διαφορές συμφερόντων μεταξύ διαφορετικών κλάδων και η δραματική απόκλιση Βορρά-Νότου εξηγεί και τις υφιστάμενες πολιτικές παραφωνίες.

Το βέβαιο, πάντως, είναι ότι αυτός στον οποίο κατεξοχήν απευθύνεται ο Τρία, δηλ. ο επικεφαλής της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, σύντομα πρόκειται να εγκαταλείψει το προσκήνιο και πάντως έχει ήδη δρομολογήσει την απόσυρση της "ποσοτικής διευκόλυνσης" (QE) που οδήγησε το ένα πέμπτο του ιταλικού χρέους στα ταμεία της Φρανκφούρτης και χάρισε στους συμπατριώτες του έξι χρόνια ηρεμίας – ή, κατ' άλλους, εφησυχασμού.

Ποιοι έχουν τη μεγαλύτερη έκθεση

Αυτό που δεν εξασφάλισε, πάντως, ο Ντράγκι είναι το περιλάλητο "κόψιμο του ομφάλιου λώρου" μεταξύ δημόσιου χρέους και τραπεζών. Αντίθετα, στην ιταλική περίπτωση το "σφιχταγκάλιασμά" τους έγινε εντονότερο.

Σύμφωνα με την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών, τα ομόλογα ιταλικού δημοσίου στα χέρια των ιταλικών τραπεζών φτάνουν τα 220 δισ. ευρώ και αντιπροσωπεύουν το 20% του ενεργητικού τους – ποσοστό από τα υψηλότερα στον κόσμο. Ο Έρικ Ντορ της IESEG School of Management υπολογίζει ότι δέκα τράπεζες διακρατούν ιταλικό χρέος σε ποσοστό άνω του 100% των εποπτικών τους κεφαλαίων (Τier-1). Ανάμεσά τους, οι δύο μεγαλύτερες της Ιταλίας, Unicredit και Intesa Sanpaolo, με έκθεση άνω του 145%, και ακολουθούν η Banco BPM (τρίτη μεγαλύτερη με έκθεση 327%), Monte dei Paschi di Siena (206%), BPER Banca (176%) και Banca Carige (151%).

Εκτός Ιταλίας, οι γαλλικές τράπεζες διακρατούν, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή, συνολικά 44 δισ. ευρώ ιταλικού δημόσιου χρέους, ανάμεσά τους BNP Paribas με 16 δισ., η δις διασωθείσα από το 2008 Dexia με 15 δισ. ευρώ. Δύσκολα είναι τα πράγματα για την ισπανική Banco Sabadell, που διακρατεί 10,5 δισ. ιταλικού χρέους, ήτοι 110% των εποπτικών της κεφαλαίων και 40% του χαρτοφυλακίου παγίων στοιχείων ενεργητικού.



//left.gr/
 
Copyright © 2015 Taxalia Blog - Θεσσαλονίκη