Σείεται το γερμανικό τραπεζικό σύστημα:
Έρχονται κυρώσεις για φοροδιαφυγή για εκατοντάδες τραπεζικούς
Να απαγγείλουν τις πρώτες κατηγορίες σε βάρος δεκάδων τραπεζοϋπαλλήλων, αφού εδώ και πέντε περίπου χρόνια έχουν κάνει «φύλλο και φτερό» τράπεζες, χρηματιστηριακές, λογιστικά και δικηγορικά γραφεία, ετοιμάζονται οι Αρχές της Κολωνίας. Και αυτό γιατί, όπως αποδεικνύεται, κάποια από τα μεγαλύτερα ονόματα του τραπεζικού κλάδου της χώρας εμπλέκονται σε ένα τεράστιο σκάνδαλο φοροδιαφυγής που έχει κοστίσει στο γερμανικό Δημόσιο δισεκατομμύρια ευρώ.Έρχονται κυρώσεις για φοροδιαφυγή για εκατοντάδες τραπεζικούς
Οι έρευνες περιλαμβάνουν συναλλαγές που χειρίστηκαν τράπεζες-κολοσσοί, όπως η Barclays, η Goldman Sachs, η Bank of America, η Macquarie και η BNP Paribas και οι πρώτες κατηγορίες είναι πιθανό να απαγγελθούν ακόμη και μέσα στο έτος.
Όπως αποκαλύπτεται, για δέκα χρόνια περίπου, αρχής γενομένης πριν από περίπου 15 χρόνια, οι μεγάλες τράπεζες βοηθούσαν τους επενδυτές να εκμεταλλευτούν ένα «παραθυράκι» του φορολογικού κώδικα που, φαινομενικά, επέτρεπε σε δύο μέρη να δηλώνουν ότι έχουν στην ιδιοκτησία τους τις ίδιες μετοχές και -το κρισιμότερο- να διεκδικούν την επιστροφή των παρακρατηθέντων φόρων από την καταβολή μερισμάτων.
«Cum-Ex»: Το «colpo grosso» με τις επιστροφές φόρου
Στην υπόθεση εμπλέκονται σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό δεκάδες τράπεζες στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Τράπεζες που έκαναν οι ίδιες τα deals, για λογαριασμό πελατών τους, εκδίδοντας βεβαιώσεις φόρων ή χρηματοδοτώντας συναλλαγές, στο πλαίσιο μιας υπόθεσης που πήρε το όνομα «Cum-Ex» (στα Λατινικά «με-χωρίς»), για να χαρακτηρίσει τις πληρωμές μερισμάτων που έγιναν «καπνός». Η πρακτική αυτή υπολογίζεται ότι κόστισε στους Γερμανούς φορολογούμενους πάνω από 10 δισ. ευρώ.
Οι συναλλαγές αφορούσαν ανοιχτές πωλήσεις μετοχών (σορταρίσματα) που γίνονταν ακριβώς πριν από τον χρόνο καταβολής του μερίσματος. Οι εταιρείες παρακρατούσαν τους φόρους από τα μερίσματα και οι εμπλεκόμενες τράπεζες εξέδιδαν βεβαιώσεις ότι οι μέτοχοι είχαν δικαίωμα σε επιστροφή φόρου από την Εφορία σε περίπτωση αχρεωστήτως πληρωθέντος ποσού. Στις ανοιχτές πωλήσεις, η τράπεζα του αγοραστή εξέδιδε επίσης μια βεβαίωση που έδινε το δικαίωμα επιστροφής του ποσού στο ακέραιο. Σύμφωνα με τις εισαγγελικές Αρχές, σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, εκδίδονταν βεβαιώσεις για επιστροφές φόρου από περισσότερα μέρη, με αποτέλεσμα η ζημιά για το Δημόσιο να αυξάνεται ακόμη περισσότερο.
ΗCommerzbank, η Deutsche Bank, η γερμανική ιδιωτική τράπεζα M.M. Warburg & Co. και η Clearstream Banking, ο βραχίονας του Χρηματιστηρίου της Φραγκφούρτης (Deutsche Boerse) που διακανονίζει τις συναλλαγές, έχουν παραδεχθεί ότι βρίσκονται στο στόχαστρο των Αρχών για συναλλαγές στις οποίες εμπλέκονται.
Η Deutsche Bank ισχυρίζεται ότι δεν συμμετείχε σε τέτοιου είδους συναλλαγές ούτε ως πωλητής ούτε ως αγοραστής σε διαδικασίες short selling, αλλά συμμετείχε σε συναλλαγές πελατών της και ότι συνεργάζεται με τις Αρχές.
Η Warburg, από την πλευρά της, υποστηρίζει ότι οι όποιες συναλλαγές έκανε ήταν σύννομες.
Η Goldman ότι δεν γνωρίζει να υπάρχει σε εξέλιξη κάποια έρευνα σε βάρος της ίδιας ή εργαζομένων της.
Η Clearstream λέει ότι συνεργάζεται με τις Αρχές.
Οι υπόλοιπες τράπεζες αρνήθηκαν να κάνουν κάποιο σχόλιο ή δεν απάντησαν στις ερωτήσεις που τους έγιναν.
Σφίγγει η θηλιά
Στην υπόθεση εμπλέκονται εκατοντάδες ύποπτοι που, όπως επισημαίνει το Bloomberg, είναι αδύνατο να συμπεριληφθούν όλοι στη δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης. Αυτό σημαίνει ότι το πιθανότερο είναι πως οι τράπεζες θα καταλήξουν, σε κάποια φάση, σε συμβιβασμό με τις Αρχές.
Ωστόσο, παρότι το γερμανικό Δίκαιο δεν προβλέπει την άσκηση ποινικών διώξεων σε βάρος εταιρειών, οι εισαγγελικές Αρχές έχουν τη δυνατότητα να συμπεριλάβουν τις εταιρείες ως συνδεόμενα μέρη στις έρευνες που βρίσκονται σε εξέλιξη σχετικά με τις ενέργειες και τη δράση των υπαλλήλων τους και αυτό σημαίνει ότι μπορεί να τους επιβληθούν σημαντικές κυρώσεις.
Σημειώνεται, επίσης, ότι η πρακτική αυτή σταμάτησε μετά τη μεταρρύθμιση του γερμανικού φορολογικού κώδικα το 2012 και το θέμα πλέον είναι αν οι συναλλαγές ήταν νόμιμες την εποχή που έγιναν. Οι φορολογικές αρχές αποδέχονταν επί χρόνια τις βεβαιώσεις παρακράτησης φόρου και οι νομοθετικές Αρχές δεν είχαν κάνει σχεδόν τίποτε για να αντιμετωπίσουν το θέμα, παρά τις προειδοποιήσεις που είχαν υπάρξει. Το πρόβλημα ήρθε στο φως μόνον όταν οι φορολογικές Αρχές άρχισαν να περνούν από… κόσκινο τις συναλλαγές και σταμάτησαν να πληρώνουν επιστροφές φόρου, ζητώντας παράλληλα να παρέμβει εισαγγελέας.
Στο μεταξύ, η έρευνα που ξεκίνησε από την Κολωνία οδήγησε σε αιφνιδιαστικούς ελέγχους σε 14 χώρες το 2014 και οι αρμόδιες Αρχές «ξεσκόνισαν» χιλιάδες email, ηχητικά μηνύματα, αλλά και συζητήσεις σε chat μεταξύ χρηματιστών. Ωστόσο, η έρευνά τους άρχισε να αποδίδει καρπούς πέρυσι, όταν μια μικρή ομάδα χρηματιστών και συμβούλων δέχθηκαν να συνεργαστούν με τις Αρχές και να δώσουν πιο συγκεκριμένα στοιχεία για τον τρόπο με τον οποίο στήνονταν οι συναλλαγές.
Οι τράπεζες, τα fund και οι επενδυτές που συμμετείχαν είχαν βασιστεί στη νομική συνδρομή δικηγόρων που υποστήριζαν ότι οι συναλλαγές επιτρέπονταν.
Τώρα, όμως, οι γερμανικές Αρχές έχουν στρέψει το στόχαστρό τους πολύ πέρα από τους traders που χειρίστηκαν τις συμφωνίες, σε υψηλότερα κλιμάκια, που, όπως υποστηρίζουν, πρέπει να γνώριζαν τι συνέβαινε και, παρ’ όλα αυτά, προσυπέγραφαν τις συναλλαγές. Και πρέπει να γνώριζαν τι συνέβαινε γιατί πρόκειται για συναλλαγές τεράστιες, για τις οποίες οι τράπεζες απαιτούν συνήθως έγκριση.
.mononews.gr/