Από τον εκλογικό αιφνιδιασμό με κάλπες τον Οκτώβριο, μέχρι το σενάριο των πολιτικών
εξελίξεων τον Ιανουάριο – Φεβρουάριο ή ακόμη και η λογική επιλογή της τετραπλής κάλπης το Μάιο, τα σενάρια για την ημερομηνία των εκλογών συνεχίζονται με το Μαξίμου να κοιτάει με απόγνωση τα στοιχεία των δημοσκοπήσεων.
«Όλα είναι ανοικτά», διαμηνύουν κυβερνητικές πηγές, ωστόσο, είναι κοινό μυστικό ότι όλα τα κόμματα προετοιμάζονται για τις εκλογές, όποτε κι αν αυτές γίνουν.
Σε όλα τα κόμματα έχουν βάλει στο μικροσκόπιο υποψήφιους, στήνονται σενάρια για τις έδρες, παραγγέλλονται κρυφές δημοσκοπήσεις, ειδικές μετρήσεις για συγκεκριμένες περιοχές όπως στην «σπασμένη» Β’ Αθήνας και την Περιφέρεια Αττικής ή και στους νομούς της Βόρειας Ελλάδας, λόγω Μακεδονικού.
Όπως εξηγούν πολιτικοί αναλυτές, το λογικό σενάριο είναι να στηθούν κάλπες το 2019,πιθανότατα την άνοιξη ώστε η κυβέρνηση να έχει το χρόνο να κεφαλαιοποιήσει την «επιτυχία» της εξόδου από το μνημόνιο αλλά και να πείσει την κοινή γνώμη για τη χρησιμότητα της συμφωνίας των Πρεσπών.
Το σενάριο του Σεπτεμβρίου του 2019, δηλαδή εξάντληση της τετραετίας απομακρύνεται καθώς η κύρωση της συμφωνίας για τα Σκόπια θα δρομολογήσει πολιτικές εξελίξεις, ειδικά στη σχέση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, καθώς και στο που θα πάνε ανεξάρτητοι βουλευτές κι όχι μόνο.
Υπάρχει βεβαίως και το σενάριο των εκλογών μέσα στον Οκτώβριο που «παίζει» δυνατά καθώς στο Μαξίμου υπάρχουν κάποιοι που εκτιμούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να πάρει ένα ισχυρό ποσοστό που θα του επιτρέψει να παίξει δυνατά στην επόμενη ημέρα, ειδικά στις μεθεπόμενες εκλογές με αναλογικότερο σύστημα. Ή μήπως το πιο αναλογικό σύστημα έρθει πιο νωρίς με την πρόταση που μπορεί να κάνει η κυβέρνηση και η οποία θα βασίζεται στην πρόταση της Φώφης Γεννηματά;
Το σενάριο του Σεπτεμβρίου έχει και θετικά και αρνητικά, καθώς ο πρωθυπουργός μπορεί να πάει σε ένα ράλι παροχών που θα ξεκινήσει στη ΔΕΘ και παράλληλα να μην έχει το βάρος της συμφωνίας των Πρεσπών.
Ωστόσο, αυτό που πλέον παίζει πιο δυνατά ως σενάριο, και το οποίο θα ακυρώσει τις πρόωρες εκλογές είναι αυτό του ανασχηματισμού.
Μια εκλογική αναδόμηση που θα λειτουργήσει ως το «ισχυρό όπλο» του ΣΥΡΙΖΑ για να πάει στις εκλογές του 2019 και να διεκδικήσει το μεγαλύτερο δυνατό ποσοστό.
Μια κυβέρνηση που θα έχει ως βασικά χαρακτηριστικά την διεύρυνση με πρόσωπα του ευρύτερου κέντρου και που θα μπορεί να μοιράσει παροχές ή να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις που θα αλλάξουν το κλίμα, και στην οικονομία και στην πολιτική σκηνή.
Όπως αναφέρουν τα «Νέα» και το ρεπορτάζ του Χρήστου Τσιγουρή, με δεδομένο ότι όλες οι προσπάθειες στο οικονομικό πεδίο θα ανακοινωθούν τον Σεπτέμβριο και θα αρχίσουν να υλοποιούνται ως το τέλος του χρόνου, επανήλθαν στο προσκήνιο σκέψεις και σενάρια για δομικό – αυτή τη φορά – ανασχηματισμό, από τον οποίο θα προκύψει ένα κυβερνητικό σχήμα εκλογικής μάχης και ανανέωσης.
Παράμετρος αυτού του σχεδιασμού είναι και η πολυεπίπεδη αξιολόγηση υπουργών από τους βουλευτές, με χαρτάκι βαθμολόγησης, που θα φτάσει στα χέρια του Αλέξη Τσίπρα. Αυτό είναι που έκανε πολλούς υπουργούς να χάσουν τον ύπνο τους και να προσπαθούν να αλιεύσουν πληροφορίες για τις σκέψεις του Πρωθυπουργού.
Ωστόσο, το εγχείρημα του ανασχηματισμού έχει κάποιους κόμπους να λύσει για να εξυπηρετήσει την επιδίωξη του Μαξίμου.
Κατ’ αρχάς, χρειάζεται να σηματοδοτηθεί το «πολιτικό άνοιγμα» προς τις δυνάμεις της Κεντροαριστεράς που έχουν επιλέξει να τοποθετηθούν καθαρά απέναντι από τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Αυτό το άνοιγμα είναι που θα φέρει ξανά στο προσκήνιο ονόματα όπως της Μαριλίζας Ξενογιαννακοπούλου, της Λούκας Κατσέλη ή ακόμα και του Νίκου Χριστοδουλάκη.
Εχουν συζητηθεί, στους προηγούμενους ανασχηματισμούς, δεν προχώρησαν. Ένα όνομα που θεωρείται σίγουρο ότι θα μπει στην κυβέρνηση είναι αυτό του Γιάννη Ραγκούση ο οποίος στις τελευταίες του εμφανίσεις έχει σταθερό προσανατολισμό προς τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ο δεύτερος κόμπος είναι διπλός και έχει να κάνει με δύο υπουργούς που σφράγισαν το κυβερνητικό έργο με την πολιτική τους.
Ο ένας είναι ο Νίκος Κοτζιάς που τράβηξε πάνω του όχι μόνο τη διαπραγμάτευση, αλλά και τις προσωπικές απειλές για τη συμφωνία των Πρεσπών, και θέλει να τρέξει τη διμερή συμφωνία με την Αλβανία. Μετακίνησή του από το υπουργείο Εξωτερικών δεν φαντάζει πιθανή.
Αν όμως δεν μείνει κενή η θέση του υπουργού Εξωτερικών ή του αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, πού θα μπορούσε να μετακινηθεί ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο οποίος σε μικρότερο υπουργείο εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να πάει;
Αν δεν λυθεί αυτός ο γρίφος, η αλλαγή φρουράς θα περιμένει και στην Πλατεία Συντάγματος. Ο ίδιος ο Τσακαλώτος σε συνομιλητές του δεν δίνει την εντύπωση ότι θα επιθυμούσε να μετακινηθεί, ενώ τα αντανακλαστικά που έδειξε αντιπροτείνοντας αντίμετρα (από τα κονδύλια του Πάνου Καμμένου) στις απαιτήσεις του Eurogroup επιβεβαιώνουν ότι πρόκειται για πολύτιμο παίκτη σε συγκεκριμένη θέση.
Το δύσκολο στοιχείο είναι ότι η παρουσία του στο υπουργείο Οικονομικών δυσκολεύει εκείνους που επιθυμούν προεκλογικά να κινηθούν στη γραμμή τού «δώσ’ τα όλα» και θα ήθελαν έναν λιγότερο πειθαρχημένο στους αριθμούς υπουργό.
Όμως, ήδη οι πληροφορίες που έρχονται είναι ότι δύσκολα θα φύγει ο Τσακαλώτος από τη θέση αυτή.
Υπάρχει ωστόσο κι ένας τρίτος κόμπος, με χαρακτηριστικά όμως γόρδιου δεσμού, και δεν είναι άλλος από τον Καμμένο. Ως συγκυβερνήτης, δεν μετακινείται από το υπουργείο Αμυνας αν δεν το επιθυμεί ο ίδιος. Ωστόσο αυτή τη φορά η – κατόπιν συνεννόησης – μετακίνησή του από το «Πεντάγωνο» ενδεχομένως θα αποσυμπίεζε την κατάσταση ώστε να μην παρατηρηθούν ξανά εικόνες όπως αυτή στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ, όπου ο Πρωθυπουργός επαινούσε τη συμφωνία και ο υπουργός Αμυνας την αποδομούσε.
Η μετακίνησή του στο υπουργείο Ναυτιλίας (έχει θητεύσει ξανά), με την Ακτοφυλακή στις αρμοδιότητές του, ή ακόμα η μετακίνησή του σε κάποιο παραγωγικό υπουργείο ενδεχομένως να διευκόλυνε και τον ίδιο αυτή τη φορά.
Αναμφίβολα η κύρωση της συμφωνίας στη Βουλή αποτελεί κρίσιμη στιγμή, ακόμα κι αν έχουν προετοιμαστεί οι ανεξάρτητες εφεδρείες που αναμένεται να «κυλήσουν» προς το κυβερνητικό στρατόπεδο, ο Πρωθυπουργός γνωρίζει ότι θα πρόκειται για μια ad hoc στήριξη, όπως έγινε και στο παρελθόν με κάποια νομοσχέδια τα οποία υπερψήφισε Το Ποτάμι.
Ο κυβερνητικός εταίρος Πάνος Καμμένος είναι ουσιαστικά εκείνος που κρίνει το πολιτικό μέλλον της συγκυβέρνησης και γι’ αυτό όλοι στην κυβέρνηση αναμένουν να δουν την τελική του στάση. Αν δηλαδή θα περιοριστεί σε αποχή από την κυβέρνηση ή αν θα πάει ένα βήμα παραπέρα, αίροντας τη στήριξή του.
Ο Αλέξης Τσίπρας εκτιμά ότι θέμα άρσης εμπιστοσύνης δεν θα υπάρξει και παραπέμπει τη συζήτηση στις αρχές Φεβρουαρίου. Μέχρι τότε ευελπιστεί ότι θα έχει υποχωρήσει η αντίδραση για το Μακεδονικό και ότι θα καταφέρει να «καλμάρει» τον Καμμένο, καθώς η μεταξύ τους σχέση παραμένει αδιατάρακτη. Ο Πρωθυπουργός, πάντως, δεν ανοίγει τα χαρτιά του. «Θα δούμε με τον Πάνο το τι θα κάνουμε στα τέλη Γενάρη, αρχές Φλεβάρη» απαντά σε συνομιλητές του όταν τον ρωτούν για τη διαφωνία των ΑΝΕΛ και τις απειλές τους για πρόκληση εκλογών.
Πιθανόν επειδή δεν έχει απορρίψει την εισήγηση να απευθύνει στα τέλη Ιανουαρίου πρόσκληση στα κόμματα του προοδευτικού χώρου να υπερψηφίσουν τη συμφωνία και την ίδια ώρα να δεσμευτεί για διεξαγωγή εκλογών σε συγκεκριμένη ημερομηνία. Και αυτή η επιλογή δείχνει Μάιο ή λίγο νωρίτερα.
εξελίξεων τον Ιανουάριο – Φεβρουάριο ή ακόμη και η λογική επιλογή της τετραπλής κάλπης το Μάιο, τα σενάρια για την ημερομηνία των εκλογών συνεχίζονται με το Μαξίμου να κοιτάει με απόγνωση τα στοιχεία των δημοσκοπήσεων.
«Όλα είναι ανοικτά», διαμηνύουν κυβερνητικές πηγές, ωστόσο, είναι κοινό μυστικό ότι όλα τα κόμματα προετοιμάζονται για τις εκλογές, όποτε κι αν αυτές γίνουν.
Σε όλα τα κόμματα έχουν βάλει στο μικροσκόπιο υποψήφιους, στήνονται σενάρια για τις έδρες, παραγγέλλονται κρυφές δημοσκοπήσεις, ειδικές μετρήσεις για συγκεκριμένες περιοχές όπως στην «σπασμένη» Β’ Αθήνας και την Περιφέρεια Αττικής ή και στους νομούς της Βόρειας Ελλάδας, λόγω Μακεδονικού.
Όπως εξηγούν πολιτικοί αναλυτές, το λογικό σενάριο είναι να στηθούν κάλπες το 2019,πιθανότατα την άνοιξη ώστε η κυβέρνηση να έχει το χρόνο να κεφαλαιοποιήσει την «επιτυχία» της εξόδου από το μνημόνιο αλλά και να πείσει την κοινή γνώμη για τη χρησιμότητα της συμφωνίας των Πρεσπών.
Το σενάριο του Σεπτεμβρίου του 2019, δηλαδή εξάντληση της τετραετίας απομακρύνεται καθώς η κύρωση της συμφωνίας για τα Σκόπια θα δρομολογήσει πολιτικές εξελίξεις, ειδικά στη σχέση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, καθώς και στο που θα πάνε ανεξάρτητοι βουλευτές κι όχι μόνο.
Υπάρχει βεβαίως και το σενάριο των εκλογών μέσα στον Οκτώβριο που «παίζει» δυνατά καθώς στο Μαξίμου υπάρχουν κάποιοι που εκτιμούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να πάρει ένα ισχυρό ποσοστό που θα του επιτρέψει να παίξει δυνατά στην επόμενη ημέρα, ειδικά στις μεθεπόμενες εκλογές με αναλογικότερο σύστημα. Ή μήπως το πιο αναλογικό σύστημα έρθει πιο νωρίς με την πρόταση που μπορεί να κάνει η κυβέρνηση και η οποία θα βασίζεται στην πρόταση της Φώφης Γεννηματά;
Το σενάριο του Σεπτεμβρίου έχει και θετικά και αρνητικά, καθώς ο πρωθυπουργός μπορεί να πάει σε ένα ράλι παροχών που θα ξεκινήσει στη ΔΕΘ και παράλληλα να μην έχει το βάρος της συμφωνίας των Πρεσπών.
Ωστόσο, αυτό που πλέον παίζει πιο δυνατά ως σενάριο, και το οποίο θα ακυρώσει τις πρόωρες εκλογές είναι αυτό του ανασχηματισμού.
Μια εκλογική αναδόμηση που θα λειτουργήσει ως το «ισχυρό όπλο» του ΣΥΡΙΖΑ για να πάει στις εκλογές του 2019 και να διεκδικήσει το μεγαλύτερο δυνατό ποσοστό.
Μια κυβέρνηση που θα έχει ως βασικά χαρακτηριστικά την διεύρυνση με πρόσωπα του ευρύτερου κέντρου και που θα μπορεί να μοιράσει παροχές ή να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις που θα αλλάξουν το κλίμα, και στην οικονομία και στην πολιτική σκηνή.
Όπως αναφέρουν τα «Νέα» και το ρεπορτάζ του Χρήστου Τσιγουρή, με δεδομένο ότι όλες οι προσπάθειες στο οικονομικό πεδίο θα ανακοινωθούν τον Σεπτέμβριο και θα αρχίσουν να υλοποιούνται ως το τέλος του χρόνου, επανήλθαν στο προσκήνιο σκέψεις και σενάρια για δομικό – αυτή τη φορά – ανασχηματισμό, από τον οποίο θα προκύψει ένα κυβερνητικό σχήμα εκλογικής μάχης και ανανέωσης.
Παράμετρος αυτού του σχεδιασμού είναι και η πολυεπίπεδη αξιολόγηση υπουργών από τους βουλευτές, με χαρτάκι βαθμολόγησης, που θα φτάσει στα χέρια του Αλέξη Τσίπρα. Αυτό είναι που έκανε πολλούς υπουργούς να χάσουν τον ύπνο τους και να προσπαθούν να αλιεύσουν πληροφορίες για τις σκέψεις του Πρωθυπουργού.
Ωστόσο, το εγχείρημα του ανασχηματισμού έχει κάποιους κόμπους να λύσει για να εξυπηρετήσει την επιδίωξη του Μαξίμου.
Κατ’ αρχάς, χρειάζεται να σηματοδοτηθεί το «πολιτικό άνοιγμα» προς τις δυνάμεις της Κεντροαριστεράς που έχουν επιλέξει να τοποθετηθούν καθαρά απέναντι από τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Αυτό το άνοιγμα είναι που θα φέρει ξανά στο προσκήνιο ονόματα όπως της Μαριλίζας Ξενογιαννακοπούλου, της Λούκας Κατσέλη ή ακόμα και του Νίκου Χριστοδουλάκη.
Εχουν συζητηθεί, στους προηγούμενους ανασχηματισμούς, δεν προχώρησαν. Ένα όνομα που θεωρείται σίγουρο ότι θα μπει στην κυβέρνηση είναι αυτό του Γιάννη Ραγκούση ο οποίος στις τελευταίες του εμφανίσεις έχει σταθερό προσανατολισμό προς τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ο δεύτερος κόμπος είναι διπλός και έχει να κάνει με δύο υπουργούς που σφράγισαν το κυβερνητικό έργο με την πολιτική τους.
Ο ένας είναι ο Νίκος Κοτζιάς που τράβηξε πάνω του όχι μόνο τη διαπραγμάτευση, αλλά και τις προσωπικές απειλές για τη συμφωνία των Πρεσπών, και θέλει να τρέξει τη διμερή συμφωνία με την Αλβανία. Μετακίνησή του από το υπουργείο Εξωτερικών δεν φαντάζει πιθανή.
Αν όμως δεν μείνει κενή η θέση του υπουργού Εξωτερικών ή του αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, πού θα μπορούσε να μετακινηθεί ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο οποίος σε μικρότερο υπουργείο εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να πάει;
Αν δεν λυθεί αυτός ο γρίφος, η αλλαγή φρουράς θα περιμένει και στην Πλατεία Συντάγματος. Ο ίδιος ο Τσακαλώτος σε συνομιλητές του δεν δίνει την εντύπωση ότι θα επιθυμούσε να μετακινηθεί, ενώ τα αντανακλαστικά που έδειξε αντιπροτείνοντας αντίμετρα (από τα κονδύλια του Πάνου Καμμένου) στις απαιτήσεις του Eurogroup επιβεβαιώνουν ότι πρόκειται για πολύτιμο παίκτη σε συγκεκριμένη θέση.
Το δύσκολο στοιχείο είναι ότι η παρουσία του στο υπουργείο Οικονομικών δυσκολεύει εκείνους που επιθυμούν προεκλογικά να κινηθούν στη γραμμή τού «δώσ’ τα όλα» και θα ήθελαν έναν λιγότερο πειθαρχημένο στους αριθμούς υπουργό.
Όμως, ήδη οι πληροφορίες που έρχονται είναι ότι δύσκολα θα φύγει ο Τσακαλώτος από τη θέση αυτή.
Υπάρχει ωστόσο κι ένας τρίτος κόμπος, με χαρακτηριστικά όμως γόρδιου δεσμού, και δεν είναι άλλος από τον Καμμένο. Ως συγκυβερνήτης, δεν μετακινείται από το υπουργείο Αμυνας αν δεν το επιθυμεί ο ίδιος. Ωστόσο αυτή τη φορά η – κατόπιν συνεννόησης – μετακίνησή του από το «Πεντάγωνο» ενδεχομένως θα αποσυμπίεζε την κατάσταση ώστε να μην παρατηρηθούν ξανά εικόνες όπως αυτή στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ, όπου ο Πρωθυπουργός επαινούσε τη συμφωνία και ο υπουργός Αμυνας την αποδομούσε.
Η μετακίνησή του στο υπουργείο Ναυτιλίας (έχει θητεύσει ξανά), με την Ακτοφυλακή στις αρμοδιότητές του, ή ακόμα η μετακίνησή του σε κάποιο παραγωγικό υπουργείο ενδεχομένως να διευκόλυνε και τον ίδιο αυτή τη φορά.
Αναμφίβολα η κύρωση της συμφωνίας στη Βουλή αποτελεί κρίσιμη στιγμή, ακόμα κι αν έχουν προετοιμαστεί οι ανεξάρτητες εφεδρείες που αναμένεται να «κυλήσουν» προς το κυβερνητικό στρατόπεδο, ο Πρωθυπουργός γνωρίζει ότι θα πρόκειται για μια ad hoc στήριξη, όπως έγινε και στο παρελθόν με κάποια νομοσχέδια τα οποία υπερψήφισε Το Ποτάμι.
Ο κυβερνητικός εταίρος Πάνος Καμμένος είναι ουσιαστικά εκείνος που κρίνει το πολιτικό μέλλον της συγκυβέρνησης και γι’ αυτό όλοι στην κυβέρνηση αναμένουν να δουν την τελική του στάση. Αν δηλαδή θα περιοριστεί σε αποχή από την κυβέρνηση ή αν θα πάει ένα βήμα παραπέρα, αίροντας τη στήριξή του.
Ο Αλέξης Τσίπρας εκτιμά ότι θέμα άρσης εμπιστοσύνης δεν θα υπάρξει και παραπέμπει τη συζήτηση στις αρχές Φεβρουαρίου. Μέχρι τότε ευελπιστεί ότι θα έχει υποχωρήσει η αντίδραση για το Μακεδονικό και ότι θα καταφέρει να «καλμάρει» τον Καμμένο, καθώς η μεταξύ τους σχέση παραμένει αδιατάρακτη. Ο Πρωθυπουργός, πάντως, δεν ανοίγει τα χαρτιά του. «Θα δούμε με τον Πάνο το τι θα κάνουμε στα τέλη Γενάρη, αρχές Φλεβάρη» απαντά σε συνομιλητές του όταν τον ρωτούν για τη διαφωνία των ΑΝΕΛ και τις απειλές τους για πρόκληση εκλογών.
Πιθανόν επειδή δεν έχει απορρίψει την εισήγηση να απευθύνει στα τέλη Ιανουαρίου πρόσκληση στα κόμματα του προοδευτικού χώρου να υπερψηφίσουν τη συμφωνία και την ίδια ώρα να δεσμευτεί για διεξαγωγή εκλογών σε συγκεκριμένη ημερομηνία. Και αυτή η επιλογή δείχνει Μάιο ή λίγο νωρίτερα.