Εδώ και αρκετό καιρό φημολογείται πως η ελληνική ηγεσία κατευθύνεται προς την αναγνώριση του Κοσσυφοπεδίου (βλ.
Sputnik: «Ξαφνική επιπλοκή: Η Αμερική πιέζει την Ελλάδα σε μια ισχυρή κίνηση κατά της Σερβίας να αναγνωρίσει το Κοσσυφοπέδιο…»). Κάτι τέτοιο βέβαια δε θα ήταν καθόλου προς όφελος των εθνικών μας συμφερόντων, αλλά αντίθετα θα ήταν αρκετά επικίνδυνο για την ακεραιότητα του ελληνικού κράτους. Για να αντιληφθούμε όμως τις επιπτώσεις που θα είχε μία τέτοια κίνηση από την ελληνική πλευρά στα εθνικά ζητήματα, θα πρέπει να εξετάσουμε τα πράγματα από την αρχή.
Γράφει η Κωνσταντίνα Χριστοδουλίδου
Το πρόβλημα του Κοσόβου ξεκινάει στα τέλη του 17ου αιώνα με τη μετακίνηση μεγάλου μέρους του Αλβανικού πληθυσμού προς αυτήν την περιοχή. Οι Αλβανοί καταλάμβαναν τα σπίτια που άφηναν πίσω τους οι Σέρβοι, οι οποίοι εγκατέλειπαν την περιοχή εξαιτίας της τουρκικής καταδυνάστευσης. Καθώς περνούσαν τα χρόνια η εχθρότητα μεταξύ των Σέρβων και των Αλβανών στην περιοχή ενισχυόταν. Ώσπου φτάνοντας στην περίοδο των δύο Παγκόσμιων Πολέμων, οι Αλβανοί ως σύμμαχοι των Τούρκων κατέσφαξαν μεγάλο μέρος του άμαχου πληθυσμού του Σερβικού λαού οδηγώντας μέχρι και στην αφάνιση ολόκληρων χωριών. Μεταξύ του 1941-1942 απελάθηκαν 420.000 Σέρβοι και το 1945 με την απελευθέρωση της Γιουγκοσλαβίας το κομμουνιστικό καθεστώς απαγόρεψε στους Σέρβους να επιστρέψουν. Έτσι, ενώ το 1926 οι Σέρβοι του Κοσόβου αποτελούσαν το 61% του πληθυσμού, το 1945 αποτέλεσαν για πρώτη φορά τη μειονότητα στην περιοχή. Επιπλέον από τη δεκαετία του 1970 οι Αλβανοί της περιοχής εφάρμοσαν πολιτική πληθυσμιακής έκρηξης με κάθε οικογένεια να έχει τουλάχιστον δέκα παιδιά. Σήμερα στην περιοχή του Κοσόβου κατοικούν 1,7 εκατομμύρια Αλβανοί και 150.000 περίπου Σέρβοι.
Από το 2006 άρχισαν οι συνομιλίες μεταξύ Σέρβων και Αλβανών, για την εξεύρεση οριστικής λύσης στο Κοσσυφοπέδιο. Έπειτα από 14 συναντήσεις, οι οποίες δεν είχαν άλλο σκοπό παρά να περάσει ο απαιτούμενος χρόνος, ανακοινώθηκε η απόφαση περί ελεγχόμενης ανεξαρτησίας. Το Μάρτιο του 2007, κατατέθηκε στα Ηνωμένα Έθνη σχέδιό για μία «υπό επιτήρηση ανεξαρτησία» της επαρχίας και τον Φεβρουάριο του 2008 οι Αλβανοί του Κοσσυφοπεδίου ανακήρυξαν τη μονομερή ανεξαρτησία τους, παρόλο που αυτή η σερβική επαρχία βρισκόταν υπό τη διακυβέρνηση των Ηνωμένων Εθνών από το 1999. Αυτή η παράνομη πράξη, δυστυχώς, αναγνωρίστηκε από την κυβέρνηση Μπους και ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ των οποίων η Βρετανία, η Γαλλία και η Γερμανία. Άλλες χώρες της Ευρώπης, μεταξύ τους η Κύπρος, η Ελλάδα, η Σλοβακία, η Ρουμανία και η Ισπανία ανέβαλαν την αναγνώριση, όπως και οι περισσότερες από τις επιφανέστερες παγκόσμιες και περιφερειακές δυνάμεις, μεταξύ των οποίων η Βραζιλία, η Κίνα, η Αίγυπτος, η Ινδία, η Ρωσία και η Νότια Αφρική.
Η Θράκη και η Κύπρος είναι οι βασικοί λόγοι για τους οποίους οι Ελληνικές Κυβερνήσεις δεν έχουν προχωρήσει μέχρι σήμερα στην αναγνώριση του Κοσόβου ως ανεξάρτητο κράτος. Η αναγνώριση του Κοσόβου από την Ελλάδα, θα δημιουργούσε τεράστιες επιπλοκές στην νευραλγική περιοχή των Βαλκανίων και κυρίως στην ευαίσθητη περιοχή της Θράκης. Το παράδειγμα του Κοσόβου, δηλαδή η αυτοδιάθεση, η ανεξαρτητοποίηση και τελικά η απόσχιση των μειονοτήτων από τα Εθνικά κράτη, δημιουργεί προϋποθέσεις επαναχάραξης των συνόρων των Βαλκανίων, κάτι που εδώ και χρόνια προωθεί η τουρκική ηγεσία, μέσω του προξενείου Κομοτηνής, για την Ελληνική Θράκη. Όπως ακριβώς το κράτος του Κοσόβου δημιουργήθηκε με πρόσχημα την υπεράσπιση των δικαιωμάτων της αλβανικής μειονότητας από το Σερβικό κράτος, είναι πολύ πιθανό μεσοπρόθεσμα να τεθεί και θέμα δημιουργίας «κράτους» της Δυτικής Θράκης, προκειμένου να προστατευτούν τα δικαιώματα της μουσουλμανικής μειονότητας. Το σχέδιο αυτό το βλέπουμε ήδη να υλοποιείται μέσα από το έργο του Τουρκικού Προξενείου Κομοτηνής για την εκλογή μόνο μουσουλμάνων Βουλευτών στο Νομό Ροδόπης, με αποτέλεσμα να μην εκπροσωπούνται στο Ελληνικό Κοινοβούλιο οι Χριστιανοί κάτοικοι.
Στόχοι της Τουρκίας στη Θράκη είναι: η δημιουργία θρακικού ζητήματος, η Τουρκοποίηση του μουσουλμανικού πληθυσμού, αίτημα για συνδιοίκηση, ανεξαρτητοποίηση ή αυτονομία (κατά το πρότυπο του Κοσόβου) και τελικά προσάρτηση στην «μητέρα Πατρίδα» (Τουρκία). Αυτό θα γίνει ειρηνικά μέσω δημοψηφισμάτων. Παράλληλα, η κρίσιμη μάζα για την εθνοτική αλλοίωση του πληθυσμού της Θράκης θα συγκροτηθεί από τουρκογενείς έλληνες πολίτες, που θα έχουν αποκτήσει γη και ακίνητα ενώ οι ηγέτες τους, θα είναι μέλη του Ελληνικού Κοινοβουλίου, Δήμαρχοι και εκλεγμένοι εκπρόσωποι στα Δημοτικά και περιφερειακά Συμβούλια.
Επίσης, στην περίπτωση που η Ελληνική Κυβέρνηση αναγνωρίσει το κράτος του Κόσσοβου, θα υπάρξουν επιπτώσεις και στο κυπριακό. Και αυτό διότι, θα ερμηνευθεί ως «ακούσια» επιλογή της Αθήνας να αναγνωρίσει το νομικώς απαράδεκτο κατοχικό τουρκοκυπριακό μόρφωμα στο 36.2% της εδαφικής Επικρατείας της Κυπριακής Δημοκρατίας και φυσικά, θα αξιοποιηθεί νομικά, διπλωματικά, πολιτικά και στρατιωτικά, από την Άγκυρα.
Sputnik: «Ξαφνική επιπλοκή: Η Αμερική πιέζει την Ελλάδα σε μια ισχυρή κίνηση κατά της Σερβίας να αναγνωρίσει το Κοσσυφοπέδιο…»). Κάτι τέτοιο βέβαια δε θα ήταν καθόλου προς όφελος των εθνικών μας συμφερόντων, αλλά αντίθετα θα ήταν αρκετά επικίνδυνο για την ακεραιότητα του ελληνικού κράτους. Για να αντιληφθούμε όμως τις επιπτώσεις που θα είχε μία τέτοια κίνηση από την ελληνική πλευρά στα εθνικά ζητήματα, θα πρέπει να εξετάσουμε τα πράγματα από την αρχή.
Γράφει η Κωνσταντίνα Χριστοδουλίδου
Το πρόβλημα του Κοσόβου ξεκινάει στα τέλη του 17ου αιώνα με τη μετακίνηση μεγάλου μέρους του Αλβανικού πληθυσμού προς αυτήν την περιοχή. Οι Αλβανοί καταλάμβαναν τα σπίτια που άφηναν πίσω τους οι Σέρβοι, οι οποίοι εγκατέλειπαν την περιοχή εξαιτίας της τουρκικής καταδυνάστευσης. Καθώς περνούσαν τα χρόνια η εχθρότητα μεταξύ των Σέρβων και των Αλβανών στην περιοχή ενισχυόταν. Ώσπου φτάνοντας στην περίοδο των δύο Παγκόσμιων Πολέμων, οι Αλβανοί ως σύμμαχοι των Τούρκων κατέσφαξαν μεγάλο μέρος του άμαχου πληθυσμού του Σερβικού λαού οδηγώντας μέχρι και στην αφάνιση ολόκληρων χωριών. Μεταξύ του 1941-1942 απελάθηκαν 420.000 Σέρβοι και το 1945 με την απελευθέρωση της Γιουγκοσλαβίας το κομμουνιστικό καθεστώς απαγόρεψε στους Σέρβους να επιστρέψουν. Έτσι, ενώ το 1926 οι Σέρβοι του Κοσόβου αποτελούσαν το 61% του πληθυσμού, το 1945 αποτέλεσαν για πρώτη φορά τη μειονότητα στην περιοχή. Επιπλέον από τη δεκαετία του 1970 οι Αλβανοί της περιοχής εφάρμοσαν πολιτική πληθυσμιακής έκρηξης με κάθε οικογένεια να έχει τουλάχιστον δέκα παιδιά. Σήμερα στην περιοχή του Κοσόβου κατοικούν 1,7 εκατομμύρια Αλβανοί και 150.000 περίπου Σέρβοι.
Από το 2006 άρχισαν οι συνομιλίες μεταξύ Σέρβων και Αλβανών, για την εξεύρεση οριστικής λύσης στο Κοσσυφοπέδιο. Έπειτα από 14 συναντήσεις, οι οποίες δεν είχαν άλλο σκοπό παρά να περάσει ο απαιτούμενος χρόνος, ανακοινώθηκε η απόφαση περί ελεγχόμενης ανεξαρτησίας. Το Μάρτιο του 2007, κατατέθηκε στα Ηνωμένα Έθνη σχέδιό για μία «υπό επιτήρηση ανεξαρτησία» της επαρχίας και τον Φεβρουάριο του 2008 οι Αλβανοί του Κοσσυφοπεδίου ανακήρυξαν τη μονομερή ανεξαρτησία τους, παρόλο που αυτή η σερβική επαρχία βρισκόταν υπό τη διακυβέρνηση των Ηνωμένων Εθνών από το 1999. Αυτή η παράνομη πράξη, δυστυχώς, αναγνωρίστηκε από την κυβέρνηση Μπους και ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ των οποίων η Βρετανία, η Γαλλία και η Γερμανία. Άλλες χώρες της Ευρώπης, μεταξύ τους η Κύπρος, η Ελλάδα, η Σλοβακία, η Ρουμανία και η Ισπανία ανέβαλαν την αναγνώριση, όπως και οι περισσότερες από τις επιφανέστερες παγκόσμιες και περιφερειακές δυνάμεις, μεταξύ των οποίων η Βραζιλία, η Κίνα, η Αίγυπτος, η Ινδία, η Ρωσία και η Νότια Αφρική.
Η Θράκη και η Κύπρος είναι οι βασικοί λόγοι για τους οποίους οι Ελληνικές Κυβερνήσεις δεν έχουν προχωρήσει μέχρι σήμερα στην αναγνώριση του Κοσόβου ως ανεξάρτητο κράτος. Η αναγνώριση του Κοσόβου από την Ελλάδα, θα δημιουργούσε τεράστιες επιπλοκές στην νευραλγική περιοχή των Βαλκανίων και κυρίως στην ευαίσθητη περιοχή της Θράκης. Το παράδειγμα του Κοσόβου, δηλαδή η αυτοδιάθεση, η ανεξαρτητοποίηση και τελικά η απόσχιση των μειονοτήτων από τα Εθνικά κράτη, δημιουργεί προϋποθέσεις επαναχάραξης των συνόρων των Βαλκανίων, κάτι που εδώ και χρόνια προωθεί η τουρκική ηγεσία, μέσω του προξενείου Κομοτηνής, για την Ελληνική Θράκη. Όπως ακριβώς το κράτος του Κοσόβου δημιουργήθηκε με πρόσχημα την υπεράσπιση των δικαιωμάτων της αλβανικής μειονότητας από το Σερβικό κράτος, είναι πολύ πιθανό μεσοπρόθεσμα να τεθεί και θέμα δημιουργίας «κράτους» της Δυτικής Θράκης, προκειμένου να προστατευτούν τα δικαιώματα της μουσουλμανικής μειονότητας. Το σχέδιο αυτό το βλέπουμε ήδη να υλοποιείται μέσα από το έργο του Τουρκικού Προξενείου Κομοτηνής για την εκλογή μόνο μουσουλμάνων Βουλευτών στο Νομό Ροδόπης, με αποτέλεσμα να μην εκπροσωπούνται στο Ελληνικό Κοινοβούλιο οι Χριστιανοί κάτοικοι.
Στόχοι της Τουρκίας στη Θράκη είναι: η δημιουργία θρακικού ζητήματος, η Τουρκοποίηση του μουσουλμανικού πληθυσμού, αίτημα για συνδιοίκηση, ανεξαρτητοποίηση ή αυτονομία (κατά το πρότυπο του Κοσόβου) και τελικά προσάρτηση στην «μητέρα Πατρίδα» (Τουρκία). Αυτό θα γίνει ειρηνικά μέσω δημοψηφισμάτων. Παράλληλα, η κρίσιμη μάζα για την εθνοτική αλλοίωση του πληθυσμού της Θράκης θα συγκροτηθεί από τουρκογενείς έλληνες πολίτες, που θα έχουν αποκτήσει γη και ακίνητα ενώ οι ηγέτες τους, θα είναι μέλη του Ελληνικού Κοινοβουλίου, Δήμαρχοι και εκλεγμένοι εκπρόσωποι στα Δημοτικά και περιφερειακά Συμβούλια.
Επίσης, στην περίπτωση που η Ελληνική Κυβέρνηση αναγνωρίσει το κράτος του Κόσσοβου, θα υπάρξουν επιπτώσεις και στο κυπριακό. Και αυτό διότι, θα ερμηνευθεί ως «ακούσια» επιλογή της Αθήνας να αναγνωρίσει το νομικώς απαράδεκτο κατοχικό τουρκοκυπριακό μόρφωμα στο 36.2% της εδαφικής Επικρατείας της Κυπριακής Δημοκρατίας και φυσικά, θα αξιοποιηθεί νομικά, διπλωματικά, πολιτικά και στρατιωτικά, από την Άγκυρα.