Αποφασισμένα να πείσουν ότι τα μνημόνια τελείωσαν, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ προσπαθούν να προετοιμάσουν ένα νέο αφήγημα μέσα από το οποίο θα προσπαθήσουν να
κατοχυρώσουν ξανά θέση στο πολιτικό σκηνικό.
Λευτέρης Χαραλαμπόπουλος
Η επιχειρηματολογία που επιλέγουν είναι η ακόλουθη: Τα μνημόνια τελειώνουν, με κόστος βέβαια αλλά τελειώνουν. Προφανώς δεν τελειώνει ούτε η σχέση εξάρτησης με την ΕΕ ούτε και η καπιταλιστική εκμετάλλευση. Όμως, δεν είμαστε πια μέσα στον στενό θεσμικό και πολιτικό κορσέ των «προγραμμάτων». Επομένως, το βασικό κέρδος από το «τέλος των μνημονίων» είναι ότι μπορεί πλέον η αριστερά να ριχτεί με όλες τις δυνάμεις της στον αγώνα, να πάρει πρωτοβουλίες και να αγωνιστεί υπέρ των κατώτερων τάξεων.
Πολύ ωραίο για να είναι αληθινό που λεν και στο χωριό του Τσακαλώτου…
Καταρχάς, τα μνημόνια δεν τελειώνουν.
Αυτό που τελειώνει είναι μια συγκεκριμένη διαδικασία όπου χρειαζόταν η έγκριση των «θεσμών» στη βάση αξιολόγησης για να εκταμιευτούν οι δανειακές δόσεις.
Μόνο που δεν τελειώνουν ούτε οι επιπτώσεις των μνημονίων, εφόσον η χώρα έχει δεσμευτεί ότι θα συνεχίσει να εφαρμόζει τα ψηφισμένα μέτρα και να εφαρμόζει λιτότητα, ούτε η επιτροπεία, εφόσον όσο τους χρωστάμε οι Ευρωπαίοι θα θέλουν να μας έχουν υπό στενή παρακολούθηση.
Για την ακρίβεια μπροστά μας έχουμε πολυεπίπεδη επιτήρηση:
Έχουμε την ενισχυμένη επιτήρηση που προβλέπεται για χώρες που πέρασαν από μνημόνια.
Έχουμε την αξιολόγηση για να πάρουμε τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων.
Έχουμε την παρακολούθηση της σύνταξης και εκτέλεσης του προϋπολογισμού που ισχύει για κάθε χώρα. Για να βγούμε κάποτε στις αγορές πρέπει να πουν την καλή τους κουβέντα και οι θεσμοί.
Στο μεταξύ έχουμε και… προψηφισμένα μέτρα.
Αυτά αφορούν τις συντάξεις, το αφορολόγητο και φυσικά τα πρωτογενή πλεονάσματα: 3,5% μέχρι το 2022 και μετά 2,2% μέχρι το 2060.
Πρωτογενή πλεονάσματα σημαίνουν πολύ απλά πολιτικές λιτότητας.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι κάθε άλλο παρά ελεύθερες θα είναι οι επόμενες κυβερνήσεις να αποφασίζουν τα δικά τους μέσα πολιτικής.
Έπειτα, προφανώς και δεν επιστρέφουμε απλώς στον… καπιταλισμό για να κάνουμε ταξική πάλη.
Τα μνημόνια αφήνουν ως κληρονομιά έναν άγριο νεοφιλελευθερισμό που βασική του κληρονομιά θα είναι ότι θα είναι πολύ δύσκολο να διεκδικείς.
Όταν όλα θα έχουν ιδιωτικοποιηθεί, όταν ουσιαστικά νομοθεσία για συλλογικές συμβάσεις δεν θα υπάρχει, όταν «νόμος είναι το δίκιο του επενδυτή», τότε μάλλον δεν θα μιλάμε για απλή επιστροφή στον ταξικό αγώνα και τα δίκια των εργαζομένων.
Προφανώς και πάμε σε μια νέα σελίδα.
Μόνο που είναι μια σελίδα ήδη γραμμένη.
Με μνημονιακά μέτρα, με τεράστιες απώλειες για μισθωτούς και συνταξιούχους, με αντεργατικά νομοθετήματα σε ισχύ, με το δημόσιο πλούτο ξεπουλημένο.
Πάμε σε νέα εποχή πολύ ναρκοθετημένη ως προς τις ανάγκες και τα δικαιώματα των υποτελών τάξεων. Σε χειρότερη και όχι καλύτερη αφετηρία.
Και το κυριότερο: πάμε σε μια νέα εποχή με την αριστερά στη μεγαλύτερη ανυποληψία.
Γιατί δεν υπάρχει μεγαλύτερη αυταπάτη από το να πιστεύει κανείς ότι μετά από το τρίτο μνημόνιο, μετά από τις ιδιωτικοποιήσεις, μετά τη μείωση του αφορολόγητου, οι κατώτερες τάξεις θα περιμένουν τον ΣΥΡΙΖΑ να τους οδηγήσει σε νέους αγώνες.
Γιατί μπορεί να φαντασιώνονται στην Κουμουνδούρου ότι θα γίνουν το νέο ΠΑΣΟΚ, αλλά καλό είναι να θυμούνται ότι το ΠΑΣΟΚ κάποτε έδωσε αρκετά στα λαϊκά στρώματα (πριν φυσικά μεταλλαχτεί και τα πάρει πίσω).
Τα πράγματα είναι απλά: οποιαδήποτε δυνατότητα πραγματικά προοδευτικής πολιτικής και όχι απλώς κάποιων περιστασιακών βοηθημάτων απαιτεί κάπως να ξεφορτωθούμε την κληρονομιά των μνημονίων.
Αυτό ούτε εύκολο είναι ούτε δεδομένο.
Το σίγουρο είναι ότι δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ το κόμμα που θα μπορούσε να ηγηθεί μιας τέτοιας προσπάθειας, όσα τσιτάτα του Μαρξ και εάν θυμηθούν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ.
Γιατί όπως και να το δει κανείς, κληρονομιά των μνημονίων είναι ότι αποκτήσαμε και ένα ακόμη μνημονιακό και στις πολιτικές που εφαρμόζει νεοφιλελεύθερο κόμμα: τον ΣΥΡΙΖΑ.
Και επειδή στους Τριπριστές τους αρέσει πολύ και ο Μπρεχτ όταν πλάθουν τα παραμύθια τους θα τους θυμίσω το εξής: «Είδα το παλιό να πλησιάζει, μα ερχόταν σα νέο. Σερνόταν πάνω σε καινούργια δεκανίκια που κανένας δεν είχε ξαναδεί και βρομούσε νέες μυρωδιές σαπίλας που κανείς δεν είχε πριν ξαναμυρίσει».Αποφασισμένα να πείσουν ότι τα μνημόνια τελείωσαν, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ προσπαθούν να προετοιμάσουν ένα νέο αφήγημα μέσα από το οποίο θα προσπαθήσουν να κατοχυρώσουν ξανά θέση στο πολιτικό σκηνικό.
Η επιχειρηματολογία που επιλέγουν είναι η ακόλουθη: Τα μνημόνια τελειώνουν, με κόστος βέβαια αλλά τελειώνουν. Προφανώς δεν τελειώνει ούτε η σχέση εξάρτησης με την ΕΕ ούτε και η καπιταλιστική εκμετάλλευση. Όμως, δεν είμαστε πια μέσα στον στενό θεσμικό και πολιτικό κορσέ των «προγραμμάτων». Επομένως, το βασικό κέρδος από το «τέλος των μνημονίων» είναι ότι μπορεί πλέον η αριστερά να ριχτεί με όλες τις δυνάμεις της στον αγώνα, να πάρει πρωτοβουλίες και να αγωνιστεί υπέρ των κατώτερων τάξεων.
Πολύ ωραίο για να είναι αληθινό που λεν και στο χωριό του Τσακαλώτου…
Καταρχάς, τα μνημόνια δεν τελειώνουν.
Αυτό που τελειώνει είναι μια συγκεκριμένη διαδικασία όπου χρειαζόταν η έγκριση των «θεσμών» στη βάση αξιολόγησης για να εκταμιευτούν οι δανειακές δόσεις.
Μόνο που δεν τελειώνουν ούτε οι επιπτώσεις των μνημονίων, εφόσον η χώρα έχει δεσμευτεί ότι θα συνεχίσει να εφαρμόζει τα ψηφισμένα μέτρα και να εφαρμόζει λιτότητα, ούτε η επιτροπεία, εφόσον όσο τους χρωστάμε οι Ευρωπαίοι θα θέλουν να μας έχουν υπό στενή παρακολούθηση.
Για την ακρίβεια μπροστά μας έχουμε πολυεπίπεδη επιτήρηση:
Έχουμε την ενισχυμένη επιτήρηση που προβλέπεται για χώρες που πέρασαν από μνημόνια.
Έχουμε την αξιολόγηση για να πάρουμε τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων.
Έχουμε την παρακολούθηση της σύνταξης και εκτέλεσης του προϋπολογισμού που ισχύει για κάθε χώρα. Για να βγούμε κάποτε στις αγορές πρέπει να πουν την καλή τους κουβέντα και οι θεσμοί.
Στο μεταξύ έχουμε και… προψηφισμένα μέτρα.
Αυτά αφορούν τις συντάξεις, το αφορολόγητο και φυσικά τα πρωτογενή πλεονάσματα: 3,5% μέχρι το 2022 και μετά 2,2% μέχρι το 2060.
Πρωτογενή πλεονάσματα σημαίνουν πολύ απλά πολιτικές λιτότητας.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι κάθε άλλο παρά ελεύθερες θα είναι οι επόμενες κυβερνήσεις να αποφασίζουν τα δικά τους μέσα πολιτικής.
Έπειτα, προφανώς και δεν επιστρέφουμε απλώς στον… καπιταλισμό για να κάνουμε ταξική πάλη.
Τα μνημόνια αφήνουν ως κληρονομιά έναν άγριο νεοφιλελευθερισμό που βασική του κληρονομιά θα είναι ότι θα είναι πολύ δύσκολο να διεκδικείς.
Όταν όλα θα έχουν ιδιωτικοποιηθεί, όταν ουσιαστικά νομοθεσία για συλλογικές συμβάσεις δεν θα υπάρχει, όταν «νόμος είναι το δίκιο του επενδυτή», τότε μάλλον δεν θα μιλάμε για απλή επιστροφή στον ταξικό αγώνα και τα δίκια των εργαζομένων.
Προφανώς και πάμε σε μια νέα σελίδα.
Μόνο που είναι μια σελίδα ήδη γραμμένη.
Με μνημονιακά μέτρα, με τεράστιες απώλειες για μισθωτούς και συνταξιούχους, με αντεργατικά νομοθετήματα σε ισχύ, με το δημόσιο πλούτο ξεπουλημένο.
Πάμε σε νέα εποχή πολύ ναρκοθετημένη ως προς τις ανάγκες και τα δικαιώματα των υποτελών τάξεων. Σε χειρότερη και όχι καλύτερη αφετηρία.
Και το κυριότερο: πάμε σε μια νέα εποχή με την αριστερά στη μεγαλύτερη ανυποληψία.
Γιατί δεν υπάρχει μεγαλύτερη αυταπάτη από το να πιστεύει κανείς ότι μετά από το τρίτο μνημόνιο, μετά από τις ιδιωτικοποιήσεις, μετά τη μείωση του αφορολόγητου, οι κατώτερες τάξεις θα περιμένουν τον ΣΥΡΙΖΑ να τους οδηγήσει σε νέους αγώνες.
Γιατί μπορεί να φαντασιώνονται στην Κουμουνδούρου ότι θα γίνουν το νέο ΠΑΣΟΚ, αλλά καλό είναι να θυμούνται ότι το ΠΑΣΟΚ κάποτε έδωσε αρκετά στα λαϊκά στρώματα (πριν φυσικά μεταλλαχτεί και τα πάρει πίσω).
Τα πράγματα είναι απλά: οποιαδήποτε δυνατότητα πραγματικά προοδευτικής πολιτικής και όχι απλώς κάποιων περιστασιακών βοηθημάτων απαιτεί κάπως να ξεφορτωθούμε την κληρονομιά των μνημονίων.
Αυτό ούτε εύκολο είναι ούτε δεδομένο.
Το σίγουρο είναι ότι δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ το κόμμα που θα μπορούσε να ηγηθεί μιας τέτοιας προσπάθειας, όσα τσιτάτα του Μαρξ και εάν θυμηθούν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ.
Γιατί όπως και να το δει κανείς, κληρονομιά των μνημονίων είναι ότι αποκτήσαμε και ένα ακόμη μνημονιακό και στις πολιτικές που εφαρμόζει νεοφιλελεύθερο κόμμα: τον ΣΥΡΙΖΑ.
Και επειδή στους Τριπριστές τους αρέσει πολύ και ο Μπρεχτ όταν πλάθουν τα παραμύθια τους θα τους θυμίσω το εξής: «Είδα το παλιό να πλησιάζει, μα ερχόταν σα νέο. Σερνόταν πάνω σε καινούργια δεκανίκια που κανένας δεν είχε ξαναδεί και βρομούσε νέες μυρωδιές σαπίλας που κανείς δεν είχε πριν ξαναμυρίσει».
κατοχυρώσουν ξανά θέση στο πολιτικό σκηνικό.
Λευτέρης Χαραλαμπόπουλος
Η επιχειρηματολογία που επιλέγουν είναι η ακόλουθη: Τα μνημόνια τελειώνουν, με κόστος βέβαια αλλά τελειώνουν. Προφανώς δεν τελειώνει ούτε η σχέση εξάρτησης με την ΕΕ ούτε και η καπιταλιστική εκμετάλλευση. Όμως, δεν είμαστε πια μέσα στον στενό θεσμικό και πολιτικό κορσέ των «προγραμμάτων». Επομένως, το βασικό κέρδος από το «τέλος των μνημονίων» είναι ότι μπορεί πλέον η αριστερά να ριχτεί με όλες τις δυνάμεις της στον αγώνα, να πάρει πρωτοβουλίες και να αγωνιστεί υπέρ των κατώτερων τάξεων.
Πολύ ωραίο για να είναι αληθινό που λεν και στο χωριό του Τσακαλώτου…
Καταρχάς, τα μνημόνια δεν τελειώνουν.
Αυτό που τελειώνει είναι μια συγκεκριμένη διαδικασία όπου χρειαζόταν η έγκριση των «θεσμών» στη βάση αξιολόγησης για να εκταμιευτούν οι δανειακές δόσεις.
Μόνο που δεν τελειώνουν ούτε οι επιπτώσεις των μνημονίων, εφόσον η χώρα έχει δεσμευτεί ότι θα συνεχίσει να εφαρμόζει τα ψηφισμένα μέτρα και να εφαρμόζει λιτότητα, ούτε η επιτροπεία, εφόσον όσο τους χρωστάμε οι Ευρωπαίοι θα θέλουν να μας έχουν υπό στενή παρακολούθηση.
Για την ακρίβεια μπροστά μας έχουμε πολυεπίπεδη επιτήρηση:
Έχουμε την ενισχυμένη επιτήρηση που προβλέπεται για χώρες που πέρασαν από μνημόνια.
Έχουμε την αξιολόγηση για να πάρουμε τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων.
Έχουμε την παρακολούθηση της σύνταξης και εκτέλεσης του προϋπολογισμού που ισχύει για κάθε χώρα. Για να βγούμε κάποτε στις αγορές πρέπει να πουν την καλή τους κουβέντα και οι θεσμοί.
Στο μεταξύ έχουμε και… προψηφισμένα μέτρα.
Αυτά αφορούν τις συντάξεις, το αφορολόγητο και φυσικά τα πρωτογενή πλεονάσματα: 3,5% μέχρι το 2022 και μετά 2,2% μέχρι το 2060.
Πρωτογενή πλεονάσματα σημαίνουν πολύ απλά πολιτικές λιτότητας.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι κάθε άλλο παρά ελεύθερες θα είναι οι επόμενες κυβερνήσεις να αποφασίζουν τα δικά τους μέσα πολιτικής.
Έπειτα, προφανώς και δεν επιστρέφουμε απλώς στον… καπιταλισμό για να κάνουμε ταξική πάλη.
Τα μνημόνια αφήνουν ως κληρονομιά έναν άγριο νεοφιλελευθερισμό που βασική του κληρονομιά θα είναι ότι θα είναι πολύ δύσκολο να διεκδικείς.
Όταν όλα θα έχουν ιδιωτικοποιηθεί, όταν ουσιαστικά νομοθεσία για συλλογικές συμβάσεις δεν θα υπάρχει, όταν «νόμος είναι το δίκιο του επενδυτή», τότε μάλλον δεν θα μιλάμε για απλή επιστροφή στον ταξικό αγώνα και τα δίκια των εργαζομένων.
Προφανώς και πάμε σε μια νέα σελίδα.
Μόνο που είναι μια σελίδα ήδη γραμμένη.
Με μνημονιακά μέτρα, με τεράστιες απώλειες για μισθωτούς και συνταξιούχους, με αντεργατικά νομοθετήματα σε ισχύ, με το δημόσιο πλούτο ξεπουλημένο.
Πάμε σε νέα εποχή πολύ ναρκοθετημένη ως προς τις ανάγκες και τα δικαιώματα των υποτελών τάξεων. Σε χειρότερη και όχι καλύτερη αφετηρία.
Και το κυριότερο: πάμε σε μια νέα εποχή με την αριστερά στη μεγαλύτερη ανυποληψία.
Γιατί δεν υπάρχει μεγαλύτερη αυταπάτη από το να πιστεύει κανείς ότι μετά από το τρίτο μνημόνιο, μετά από τις ιδιωτικοποιήσεις, μετά τη μείωση του αφορολόγητου, οι κατώτερες τάξεις θα περιμένουν τον ΣΥΡΙΖΑ να τους οδηγήσει σε νέους αγώνες.
Γιατί μπορεί να φαντασιώνονται στην Κουμουνδούρου ότι θα γίνουν το νέο ΠΑΣΟΚ, αλλά καλό είναι να θυμούνται ότι το ΠΑΣΟΚ κάποτε έδωσε αρκετά στα λαϊκά στρώματα (πριν φυσικά μεταλλαχτεί και τα πάρει πίσω).
Τα πράγματα είναι απλά: οποιαδήποτε δυνατότητα πραγματικά προοδευτικής πολιτικής και όχι απλώς κάποιων περιστασιακών βοηθημάτων απαιτεί κάπως να ξεφορτωθούμε την κληρονομιά των μνημονίων.
Αυτό ούτε εύκολο είναι ούτε δεδομένο.
Το σίγουρο είναι ότι δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ το κόμμα που θα μπορούσε να ηγηθεί μιας τέτοιας προσπάθειας, όσα τσιτάτα του Μαρξ και εάν θυμηθούν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ.
Γιατί όπως και να το δει κανείς, κληρονομιά των μνημονίων είναι ότι αποκτήσαμε και ένα ακόμη μνημονιακό και στις πολιτικές που εφαρμόζει νεοφιλελεύθερο κόμμα: τον ΣΥΡΙΖΑ.
Και επειδή στους Τριπριστές τους αρέσει πολύ και ο Μπρεχτ όταν πλάθουν τα παραμύθια τους θα τους θυμίσω το εξής: «Είδα το παλιό να πλησιάζει, μα ερχόταν σα νέο. Σερνόταν πάνω σε καινούργια δεκανίκια που κανένας δεν είχε ξαναδεί και βρομούσε νέες μυρωδιές σαπίλας που κανείς δεν είχε πριν ξαναμυρίσει».Αποφασισμένα να πείσουν ότι τα μνημόνια τελείωσαν, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ προσπαθούν να προετοιμάσουν ένα νέο αφήγημα μέσα από το οποίο θα προσπαθήσουν να κατοχυρώσουν ξανά θέση στο πολιτικό σκηνικό.
Η επιχειρηματολογία που επιλέγουν είναι η ακόλουθη: Τα μνημόνια τελειώνουν, με κόστος βέβαια αλλά τελειώνουν. Προφανώς δεν τελειώνει ούτε η σχέση εξάρτησης με την ΕΕ ούτε και η καπιταλιστική εκμετάλλευση. Όμως, δεν είμαστε πια μέσα στον στενό θεσμικό και πολιτικό κορσέ των «προγραμμάτων». Επομένως, το βασικό κέρδος από το «τέλος των μνημονίων» είναι ότι μπορεί πλέον η αριστερά να ριχτεί με όλες τις δυνάμεις της στον αγώνα, να πάρει πρωτοβουλίες και να αγωνιστεί υπέρ των κατώτερων τάξεων.
Πολύ ωραίο για να είναι αληθινό που λεν και στο χωριό του Τσακαλώτου…
Καταρχάς, τα μνημόνια δεν τελειώνουν.
Αυτό που τελειώνει είναι μια συγκεκριμένη διαδικασία όπου χρειαζόταν η έγκριση των «θεσμών» στη βάση αξιολόγησης για να εκταμιευτούν οι δανειακές δόσεις.
Μόνο που δεν τελειώνουν ούτε οι επιπτώσεις των μνημονίων, εφόσον η χώρα έχει δεσμευτεί ότι θα συνεχίσει να εφαρμόζει τα ψηφισμένα μέτρα και να εφαρμόζει λιτότητα, ούτε η επιτροπεία, εφόσον όσο τους χρωστάμε οι Ευρωπαίοι θα θέλουν να μας έχουν υπό στενή παρακολούθηση.
Για την ακρίβεια μπροστά μας έχουμε πολυεπίπεδη επιτήρηση:
Έχουμε την ενισχυμένη επιτήρηση που προβλέπεται για χώρες που πέρασαν από μνημόνια.
Έχουμε την αξιολόγηση για να πάρουμε τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων.
Έχουμε την παρακολούθηση της σύνταξης και εκτέλεσης του προϋπολογισμού που ισχύει για κάθε χώρα. Για να βγούμε κάποτε στις αγορές πρέπει να πουν την καλή τους κουβέντα και οι θεσμοί.
Στο μεταξύ έχουμε και… προψηφισμένα μέτρα.
Αυτά αφορούν τις συντάξεις, το αφορολόγητο και φυσικά τα πρωτογενή πλεονάσματα: 3,5% μέχρι το 2022 και μετά 2,2% μέχρι το 2060.
Πρωτογενή πλεονάσματα σημαίνουν πολύ απλά πολιτικές λιτότητας.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι κάθε άλλο παρά ελεύθερες θα είναι οι επόμενες κυβερνήσεις να αποφασίζουν τα δικά τους μέσα πολιτικής.
Έπειτα, προφανώς και δεν επιστρέφουμε απλώς στον… καπιταλισμό για να κάνουμε ταξική πάλη.
Τα μνημόνια αφήνουν ως κληρονομιά έναν άγριο νεοφιλελευθερισμό που βασική του κληρονομιά θα είναι ότι θα είναι πολύ δύσκολο να διεκδικείς.
Όταν όλα θα έχουν ιδιωτικοποιηθεί, όταν ουσιαστικά νομοθεσία για συλλογικές συμβάσεις δεν θα υπάρχει, όταν «νόμος είναι το δίκιο του επενδυτή», τότε μάλλον δεν θα μιλάμε για απλή επιστροφή στον ταξικό αγώνα και τα δίκια των εργαζομένων.
Προφανώς και πάμε σε μια νέα σελίδα.
Μόνο που είναι μια σελίδα ήδη γραμμένη.
Με μνημονιακά μέτρα, με τεράστιες απώλειες για μισθωτούς και συνταξιούχους, με αντεργατικά νομοθετήματα σε ισχύ, με το δημόσιο πλούτο ξεπουλημένο.
Πάμε σε νέα εποχή πολύ ναρκοθετημένη ως προς τις ανάγκες και τα δικαιώματα των υποτελών τάξεων. Σε χειρότερη και όχι καλύτερη αφετηρία.
Και το κυριότερο: πάμε σε μια νέα εποχή με την αριστερά στη μεγαλύτερη ανυποληψία.
Γιατί δεν υπάρχει μεγαλύτερη αυταπάτη από το να πιστεύει κανείς ότι μετά από το τρίτο μνημόνιο, μετά από τις ιδιωτικοποιήσεις, μετά τη μείωση του αφορολόγητου, οι κατώτερες τάξεις θα περιμένουν τον ΣΥΡΙΖΑ να τους οδηγήσει σε νέους αγώνες.
Γιατί μπορεί να φαντασιώνονται στην Κουμουνδούρου ότι θα γίνουν το νέο ΠΑΣΟΚ, αλλά καλό είναι να θυμούνται ότι το ΠΑΣΟΚ κάποτε έδωσε αρκετά στα λαϊκά στρώματα (πριν φυσικά μεταλλαχτεί και τα πάρει πίσω).
Τα πράγματα είναι απλά: οποιαδήποτε δυνατότητα πραγματικά προοδευτικής πολιτικής και όχι απλώς κάποιων περιστασιακών βοηθημάτων απαιτεί κάπως να ξεφορτωθούμε την κληρονομιά των μνημονίων.
Αυτό ούτε εύκολο είναι ούτε δεδομένο.
Το σίγουρο είναι ότι δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ το κόμμα που θα μπορούσε να ηγηθεί μιας τέτοιας προσπάθειας, όσα τσιτάτα του Μαρξ και εάν θυμηθούν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ.
Γιατί όπως και να το δει κανείς, κληρονομιά των μνημονίων είναι ότι αποκτήσαμε και ένα ακόμη μνημονιακό και στις πολιτικές που εφαρμόζει νεοφιλελεύθερο κόμμα: τον ΣΥΡΙΖΑ.
Και επειδή στους Τριπριστές τους αρέσει πολύ και ο Μπρεχτ όταν πλάθουν τα παραμύθια τους θα τους θυμίσω το εξής: «Είδα το παλιό να πλησιάζει, μα ερχόταν σα νέο. Σερνόταν πάνω σε καινούργια δεκανίκια που κανένας δεν είχε ξαναδεί και βρομούσε νέες μυρωδιές σαπίλας που κανείς δεν είχε πριν ξαναμυρίσει».
in.gr/