Λέγαμε ότι κανείς δεν παραιτείται, και παραιτήθηκαν ήδη τέσσερις. Λέγαμε ότι κανείς δεν ζητάει συγγνώμη, και τα στελέχη του
ΣΥΡΙΖΑ δεν κουράζονται να προφέρουν και να γράφουν τη λέξη στα (εγκεκριμένα) κανάλια και στον (κυβερνητικό) Τύπο.
Η κυβέρνηση φαίνεται έτσι να διορθώνει τη στάση της έναντι της καταστροφής, προσαρμοζόμενη, έστω και αργά, στις πολιτικές και ηθικές αναλογίες προς αυτό που συνέβη. Θα ήταν όντως έτσι αν οι συγγνώμες δεν υποσκάπτονταν από την ταυτόχρονη αντίρροπη δικαιολόγησή τους.
Κανένας αυθόρμητος απολογισμός δεν έχει εστιάσει, μέχρι στιγμής, σε λάθη - επιχειρησιακά ή πολιτικά. Το Λάθος -με λάμδα κεφαλαίο- παρουσιάζεται ως προπατορικό: Φταίνε οι κληρονομημένες παθογένειες τις οποίες τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ επικαλούνται και ως τεκμήρια της αθωότητάς τους. Οι συγγνώμες γίνονται έτσι προπέτασμα της κυβερνητικής αυτοδικαίωσης και γόμωση της πολιτικής αντεπίθεσης. Γίνονται καύσιμο της μπουλντόζας.
Μέσα σε αυτά τα συμφραζόμενα, ακόμη και οι αποπομπές υπουργών και διοικητικών στελεχών φαίνονται περισσότερο ως πολιτικοί ελιγμοί, παρά ως προϊόν αυτοκριτικής. Η αυτοκριτική δεν απαιτείται, βέβαια, ως μέσο εξιλασμού. Απαιτείται ως προϋπόθεση διοικητικής μεταρρύθμισης, προκειμένου να θεραπευθούν τα ελλείμματα της πολιτικής προστασίας.
Ακόμη κι αν υπήρχε τέτοιο πλάνο, η κυβέρνηση πάλι θα χρειαζόταν μια καμπάνια πιο δραστική για να απεγκλωβιστεί από τη «στραβή». Θα χρειαζόταν τις μπουλντόζες. Το βάθος αυτής της καμπάνιας μπορεί κανείς να το μετρήσει, προτού δει μάντρες να πέφτουν.
Μπορεί παραστατικότατα να το δει στο μανιφέστο του Γιώργου Τσίπρα, του πρώην γενικού γραμματέα του υπουργείου Εξωτερικών που υπηρετεί πλέον ως διευθυντής του Οικονομικού Γραφείου του πρωθυπουργού - ό,τι κι αν φαντάζεται ότι επιτελεί αυτό το πρωτότυπο «Γραφείο».
Πιστός στην τυπολογία της συριζαϊκής (μη) μεταμέλειας, ο Γιώργος Τσίπρας θεωρεί τη συγγνώμη επιβεβλημένη «όχι γιατί φταίμε για το κράτος που παραλάβαμε, αλλά γιατί είμαστε εμείς που το διαχειριζόμαστε τώρα».
Τι δηλώνει ο πρώτος πληθυντικός αυτής της απόφανσης; Ποιος παρέδωσε το κράτος στον εξάδελφο του πρωθυπουργού, ώστε να νομίζει ότι το «παρέλαβε», το «διαχειρίζεται» και έχει κιόλας εντολή να το αλλάξει; Και πόσον αλλαγμένο είναι ένα κράτος που διανέμει διά του κρατικού πρακτορείου ειδήσεων τις διακηρύξεις ενός διορισμένου συγγενούς - διορισμένου με μόνα εχέγγυα τεχνοκρατικής επάρκειας τα άρθρα του στον αριστερό Τύπο;
Οποιος περιμένει από την κυβέρνηση να σαρώσει τα μπάζα του παρελθόντος, μπορεί να αναζητήσει άμεση διαφώτιση στο εμβληματικό παράδειγμα του πρωθυπουργικού εξαδέλφου - στη διαιώνιση και παρόξυνση των «αυθαίρετων» πρακτικών που κατέστησαν δυνατό τον διορισμό του. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι η μπουλντόζα. Είναι ο λόγος που έμεινε όρθιο το ντουβάρι.
ΣΥΡΙΖΑ δεν κουράζονται να προφέρουν και να γράφουν τη λέξη στα (εγκεκριμένα) κανάλια και στον (κυβερνητικό) Τύπο.
Η κυβέρνηση φαίνεται έτσι να διορθώνει τη στάση της έναντι της καταστροφής, προσαρμοζόμενη, έστω και αργά, στις πολιτικές και ηθικές αναλογίες προς αυτό που συνέβη. Θα ήταν όντως έτσι αν οι συγγνώμες δεν υποσκάπτονταν από την ταυτόχρονη αντίρροπη δικαιολόγησή τους.
Κανένας αυθόρμητος απολογισμός δεν έχει εστιάσει, μέχρι στιγμής, σε λάθη - επιχειρησιακά ή πολιτικά. Το Λάθος -με λάμδα κεφαλαίο- παρουσιάζεται ως προπατορικό: Φταίνε οι κληρονομημένες παθογένειες τις οποίες τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ επικαλούνται και ως τεκμήρια της αθωότητάς τους. Οι συγγνώμες γίνονται έτσι προπέτασμα της κυβερνητικής αυτοδικαίωσης και γόμωση της πολιτικής αντεπίθεσης. Γίνονται καύσιμο της μπουλντόζας.
Μέσα σε αυτά τα συμφραζόμενα, ακόμη και οι αποπομπές υπουργών και διοικητικών στελεχών φαίνονται περισσότερο ως πολιτικοί ελιγμοί, παρά ως προϊόν αυτοκριτικής. Η αυτοκριτική δεν απαιτείται, βέβαια, ως μέσο εξιλασμού. Απαιτείται ως προϋπόθεση διοικητικής μεταρρύθμισης, προκειμένου να θεραπευθούν τα ελλείμματα της πολιτικής προστασίας.
Ακόμη κι αν υπήρχε τέτοιο πλάνο, η κυβέρνηση πάλι θα χρειαζόταν μια καμπάνια πιο δραστική για να απεγκλωβιστεί από τη «στραβή». Θα χρειαζόταν τις μπουλντόζες. Το βάθος αυτής της καμπάνιας μπορεί κανείς να το μετρήσει, προτού δει μάντρες να πέφτουν.
Μπορεί παραστατικότατα να το δει στο μανιφέστο του Γιώργου Τσίπρα, του πρώην γενικού γραμματέα του υπουργείου Εξωτερικών που υπηρετεί πλέον ως διευθυντής του Οικονομικού Γραφείου του πρωθυπουργού - ό,τι κι αν φαντάζεται ότι επιτελεί αυτό το πρωτότυπο «Γραφείο».
Πιστός στην τυπολογία της συριζαϊκής (μη) μεταμέλειας, ο Γιώργος Τσίπρας θεωρεί τη συγγνώμη επιβεβλημένη «όχι γιατί φταίμε για το κράτος που παραλάβαμε, αλλά γιατί είμαστε εμείς που το διαχειριζόμαστε τώρα».
Τι δηλώνει ο πρώτος πληθυντικός αυτής της απόφανσης; Ποιος παρέδωσε το κράτος στον εξάδελφο του πρωθυπουργού, ώστε να νομίζει ότι το «παρέλαβε», το «διαχειρίζεται» και έχει κιόλας εντολή να το αλλάξει; Και πόσον αλλαγμένο είναι ένα κράτος που διανέμει διά του κρατικού πρακτορείου ειδήσεων τις διακηρύξεις ενός διορισμένου συγγενούς - διορισμένου με μόνα εχέγγυα τεχνοκρατικής επάρκειας τα άρθρα του στον αριστερό Τύπο;
Οποιος περιμένει από την κυβέρνηση να σαρώσει τα μπάζα του παρελθόντος, μπορεί να αναζητήσει άμεση διαφώτιση στο εμβληματικό παράδειγμα του πρωθυπουργικού εξαδέλφου - στη διαιώνιση και παρόξυνση των «αυθαίρετων» πρακτικών που κατέστησαν δυνατό τον διορισμό του. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι η μπουλντόζα. Είναι ο λόγος που έμεινε όρθιο το ντουβάρι.
http://www.kathimerini.gr
Έντυπηhttp://www.kathimerini.gr
Έντυπηhttp://www.kathimerini.gr