6 Σεπ 2018

H ΑΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΑΣΗΜΑΝΤΟΤΗΤΑΣ

ΑΝΤΙ-ΜΕΤΑΜΝΗΜΟΝΙΑΚΗ ΣΧΟΛΙΟΓΡΑΦΙΑ


(Δεύτερη πράξη του δράματος: Η απάτη της καθαρής εξόδου και η συνέχιση των «μεταρρυθμίσεων»)

Α/Α ΣΧΟΛΙΟΥ: 5

06/09/2018

__________________

H ΑΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΑΣΗΜΑΝΤΟΤΗΤΑΣ

«Tout ce qui est excessif est insignifiant» (Charles-Maurice de Talleyrand-Périgord)

(Κάθε τι που είναι υπερβολικό είναι ασήμαντο)


Ή

Με τη λαϊκή θυμοσοφία, που μου θύμισε ο Ελευθέριος Ανευλαβής με πρόσφατο σχόλιό του στο ιστολόγιο του Κώστα Καββαθά, «Όσο πιο ψηλά ανεβαίνει η μαϊμού τόσο πιο πολύ φαίνεται ο κώλος της» και εμείς έχουμε, ήδη, δει, όχι μόνο τον κώλο της, αλλά και το γεμάτο σηπτικών πολιτικών κοπράνων απευθυσμένο και ορθοσιγμοειδές της.

Ο βραβευμένος με το βραβείο Goncourt συγγραφέας Michel Houellebecq είχε χαρακτηρίσει τον Γάλλο πρόεδρο François Hollande στην εφημερίδα «Il Corriere della Sera» στις 19 Νοεμβρίου του 2015 ως έναν ασήμαντο καιροσκόπο που κατέλαβε την προεδρία του κράτους.

Αν αυτό ήταν η εξαίρεση θα επιβεβαίωνε τον κανόνα της σημαντικότητας και συνέπειας των πολιτικών ηγετών. Δυστυχώς, όμως, η ασημαντότητα και ο καιροσκοπισμός είναι ο κανόνας.

Ο κυβερνητικός ανασχηματισμός, που έγινε πρόσφατα στη χώρα μας, με αζήτητα υλικά πολιτικής διαλογής και πνευματικής ένδειας και ο κουρνιαχτός που σήκωσε γι’ αυτόν μια αντιπολίτευση μετριοασημαντοτήτων για μια κυβέρνηση ασημαντομετριοτήτων ήταν μια καλή ευκαιρία να ξαναξεφυλλίσω το βιβλίο κοινωνικής και πολιτικής αυτογνωσίας, που εκδόθηκε το 1995, «La Montée de l’insignifiance» (Η άνοδος της ασημαντότητας) του Κορνήλιου Καστοριάδη.

Κατ’ αρχήν, αυτό που παρακολουθούμε εδώ και χρόνια στην πολιτική μας ζωή είναι αυτό ακριβώς που περιγράφει ο τίτλος αυτού του βιβλίου, την άνοδο της ασημαντότητας και ο κάθε κυβερνητικός ανασχηματισμός έχει έναν και μοναδικό σκοπό, να εξαφανίσει τα ίχνη αυτής της ασημαντότητας του εκάστοτε ηγεμόνα, ο οποίος ex officio διαθέτει το πολιτικό αλάθητο σε μια εξουσία συγκοινωνούντων δοχείων, που μεταφέρουν την ευθύνη του ηγεμόνα στους άλλους.

Νομίζω, όμως, ότι πολύ πιο απλά και άμεσα από αυτά που γράφει ο Κορνήλιος Καστοριάδης είναι αυτά που παραθέτει στην παρουσίαση του βιβλίου ο γαλλικός εκδοτικός οίκος Seuil και αυτά θα ήθελα μόνο να σας μεταφέρω επιγραμματικά ως ένα κοινωνικοπολιτικό αποτύπωμα της Ελλάδας και της Ευρώπης, σήμερα:

«La montée de l’insignifiance, c’est l’entrée dans une société qui n’a plus d’image d’elle-même, à laquelle les individus ne peuvent plus s’identifier, où les mécanismes de direction se décomposent. Mais une société qui refuse l’autolimitation et l’acceptation de la mortalité est vouée à l’échec. Des deux grandes significations constitutives du monde moderne, celle qui avait fini par s’imposer sans partage – l’expansion illimitée – est aujourd’hui en crise. L’éclipse de l’autre – l’autonomie individuelle et collective – sera-t-elle durable? Saurons-nous créer de nouvelles façons d’être ensemble? Les questions soulevées dans ces textes de 1982-1995 se posent à nous de façon toujours plus pressante»

(Η άνοδος της ασημαντότητας είναι η είσοδος σε μια κοινωνία που δεν έχει πια την εικόνα του ίδιου της του εαυτού, στην οποία τα άτομα δεν μπορούν να ταυτοποιηθούν, όπου οι μηχανισμοί της κατεύθυνσης αποσυντίθενται. Αλλά μια κοινωνία που αρνείται την αυτοσυγκράτηση και την αποδοχή της θνητότητας είναι καταδικασμένη να αποτύχει. Από τις δύο μεγάλες συστατικές έννοιες του σύγχρονου κόσμου, αυτή που τελικά έχει επιβληθεί χωρίς αμφιβολία – η απεριόριστη επέκταση – βρίσκεται σήμερα σε κρίση. Η έκλειψη του άλλου – η ατομική και η συλλογική αυτονομία – θα είναι βιώσιμη; Θα μπορέσουμε να δημιουργήσουμε νέους τρόπους συνύπαρξης; Τα παραπάνω ερωτήματα μέσα σ’ αυτά τα κείμενα του 1982-1995 τίθενται σε μας με τρόπο πάντα και πιο πιεστικό).

Έχουν, λοιπόν, αυτογνωσία ή καλύτερα συναίσθηση της ατομικής μετριότητάς τους ή της συλλογικής – κομματικής ασημαντότητάς τους αυτοί που αντιμετωπίζουν ως παιδική χαρά την άσκηση της εξουσίας και τον πολίτη ως αμέτοχο ρακοσυλλέκτη των νηπίων παιγνίων αυτής της παιδικής χαράς;

Ή μήπως έχουν κατεύθυνση, όταν η Αριστερά γίνεται Δεξιά και η Δεξιά Αριστερά, κατά το Ευαγγελικό «μὴ γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου» και όλοι μαζί γίνονται θλιβεροί ικέτες της ευρωπαϊκής ταξικής βαρβαρότητας και συνεργάτες των δολοφόνων των λαών;

Έχουν αυτοσυγκράτηση στην οίηση και την αλαζονεία και σε ποιό βαθμό αποδέχονται το πεπερασμένο, τη θνητότητα, της πολιτικής τους άποψης;

Υπάρχει ατομική ή συλλογική αυτονομία, όταν το πολιτικό άτομο είναι αντιδραστήριο του κομματικού δοκιμαστικού σωλήνα και η πολιτική συλλογικότητα, κοινώς, κόμμα, χανούμισα του χορού της κοιλιάς στο χαρέμι του σουλτανάτου των αγορών;

Αποτελεί βιώσιμο σχήμα συνύπαρξης η προγραμματική σύγκλιση του καιροσκοπισμού για τη νομή της εξουσίας;

Αυτά και άλλα πολλά ερωτήματα αναδύονται, παρακολουθώντας την άνοδο της ασημαντότητας των μικρών, ανίκανων και τυφλών κυβερνητών του Γιώργου Σεφέρη.

«Κύριε, ὄχι μ᾿ αὐτούς. Ἂς γίνει ἀλλιῶς τὸ θέλημά Σου» (Σεφέρης).



Μετά το ασφαλιστικό ναζιστούργημα του Τσιπροκατρουγκαλισμού, που δεν αφορά, πλέον, άτομα αλλά το απαύγασμα μιας καιροσκοπικής ιδεολογίας, χωρίς προηγούμενο πολιτικής και κοινωνικής αναλγησίας και βαρβαρότητας στην ιστορία της ανθρωπότητας, να αλλάζει, δηλαδή, η πολιτεία αναδρομικά γνώμη για τον τρόπο υπολογισμού των συντάξεων και να στέλνει τον λογαριασμό στους συνταξιούχους καθήμενη επί των πτωμάτων τους, έρχεται ο υποθετικός λόγος της τριπλής ασφαλιστικής εικασίας του Μητσοτάκη, που στέκεται αντάξια ανάμεσα στα άλυτα προβλήματα της λογικής των μαθηματικών εικασιών, απλά, γιατί βασίζεται επάνω σε ανεδαφικές και ανερμάτιστες υποθέσεις:

Θαυμάστε, λοιπόν, το πρόβλημα της επόμενης μετεκλογικής μέρας, που θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε ως εικασία της τριπλής υπόθεσης ή εικασία του Μητσοτάκη:

«Ας υποθέσουμε ότι έχουμε έναν εργαζόμενο ο οποίος ξεκινάει τώρα στην αγορά εργασίας με 800 ευρώ και ας υποθέσουμε ότι θα δουλέψει 40 χρόνια. Ας υποθέσουμε ότι θα έχει την ετήσια αύξηση απολαβών της τάξης του 3% για να καταλήξει τελικά με έναν μισθό λίγο πριν βγει στη σύνταξη λίγο παραπάνω από 2.000 ευρώ. Αυτή η δυνατότητα υποχρεωτικής συνεισφοράς σε ένα κεφαλοποιητικό σύστημα του δίνει τη στιγμή που θα βγει στη σύνταξη έναν αποταμιευτικό κουμπαρά, που θα φτάνει τα 125.000 ευρώ».

Με άλλα λόγια, ο φτωχός εργαζόμενος, δια του τριπλού υποθετικού λόγου, έγινε πλούσιος συνταξιούχος.

Τελικά, δεν χρειάζεται να επιστρατεύσουμε την τοπολογία του Henri Poincaré, η λαϊκή θυμοσοφία για τη γενετήσια τοπολογία του μεσοσκελιαίου χώρου, που είναι το είδωλο του πόθου του λεγόμενου μεσαίου χώρου, δίνει την απάντηση: «αν η γιαγιά μου είχε α@@ίδια θα ήτανε παππούς» και επειδή, λοιπόν, δεν έχει, όπως ο τριπλός υποθετικός λόγος της εικασίας του Μητσοτάκη, ο φτωχός θα παραμείνει φτωχός και ο συνταξιούχος στην τύχη του.

Τελικά, «Η Nαυτία» («La Nausée») του Jean-Paul Sartre πενήντα χρόνια από τότε που τη γνώρισα, μέρες του Παρισινού Μάη του ’68, τόσο αυτή, όσο και ο δημιουργός της, ο πολιτικός και φιλοσοφικός καθοδηγητής της γενιάς μου, δεν μ’ αφήνουν να ησυχάσω και να απολαύσω τις μικρές και εφήμερες χαρές της αυταπάτης, γι’ αυτό και δεν βρέθηκα ποτέ τρόφιμος κάποιου κομματικού ζωολογικού κήπου, αφού, «Η Ναυτία» και ο Jean-Paul Sartre, μου θυμίζουν, πάντα, ότι η στιγμή που έρχεται μπορεί να είναι αυτή του δικού μου θανάτου, που το γνωρίζω και μπορώ να χαμογελάω, πράγμα αξιοθαύμαστο, χωρίς την κατάφαση της απορίας του Sartre, ώστε μέσα στην πλήρη ασημαντότητα των πράξεών μου να υπάρχει ένας αχανής ηρωϊσμός, που καθορίζει το ασυμβίβαστο της ύπαρξης και την ουσία της (l’existence et l’essence) («L’instant qui vient peut être celui de votre mort, vous le savez et vous pouvez sourire: n’est-ce pas admirable? Dans la plus insignifiante de vos actions, il y a une immensité d’héroïsme») (Jean-Paul Sartre: La Nausée).





.triklopodia.gr

 
Copyright © 2015 Taxalia Blog - Θεσσαλονίκη