Η σύγκρουση της ιταλικής κυβέρνησης με την Κομισιόν οξύνεται μετά την απόρριψη του προϋπολογισμού της από τις Βρυξέλλες και
αρκετοί ανά την Ευρώπη σπεύδουν να δείξουν με το δάχτυλο τη Ρώμη κατηγορώντας την για ανευθυνότητα, ακόμα και για «λαϊκισμό». Στην πραγματικότητα, όμως, η σύγκρουση αυτή αποτελεί μια ευκαιρία για να γίνουν κάποιες θετικές αλλαγές στους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας, το οποίο απαγορεύει στις χώρες-μέλη να διατηρούν ελλείμματα στον προϋπολογισμό πάνω από κάποια όρια, ακόμα κι όταν η οικονομική λογική το επιβάλλει.
Γιώργος Χ. Παπαγεωργίου
Είναι φανερό ότι η διαμάχη είναι κυρίως για τις πολιτικές εντυπώσεις, αφού το έλλειμμα που προβλέπει η ιταλική κυβέρνηση στον προϋπολογισμό του 2019 δεν είναι παρά 2,4%, υψηλότερο μεν απ’ ό,τι προβλεπόταν στο παρελθόν, αλλά σε κάθε περίπτωση μέσα σε πλαίσια που θα μπορούσαν να γίνουν αποδεκτά με βάση τον κανόνα του 3% για το έλλειμμα και λίγη «καλή θέληση» από την πλευρά των Βρυξελλών.
Ωστόσο, η Κομισιόν γνωρίζει ότι αν κάνει πίσω στην Ιταλία, τότε θα δεχτεί κριτική για χαλαρή στάση και θα ανοίξει η πόρτα για να ξηλωθούν οι δημοσιονομικοί κανόνες.
Στην ουσία, οι κανόνες για το έλλειμμα έχουν παραβιαστεί στο παρελθόν, και μάλιστα από τις χώρες που είχαν πρωτοστατήσει στη δημιουργία του Συμφώνου Σταθερότητας, τη Γερμανία και τη Γαλλία, οι οποίες το 2003 παραβίασαν το όριο του 3%. Αμφότερες είχαν αγνοήσει την Κομισιόν, την οποία είχαν υπερκεράσει εκμεταλλευόμενες την ισχύ τους στο Συμβούλιο Υπουργών (Eurogroup) για να μπλοκάρουν τις κυρώσεις.
Η Κομισιόν είχε αντιδράσει έντονα, όπως και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η οποία μάλιστα με μια πολύ έντονη ανακοίνωση είχε υπογραμμίσει ότι η παραβίαση των κανόνων μπορεί να «υπονομεύσει την αξιοπιστία των θεσμών».
Τελικά, το δίκαιο του ισχυροτέρου -το μόνο δίκαιο που ισχύει στην Ευρωζώνη- επικράτησε και οι δύο ισχυρές χώρες παραβίασαν ατιμώρητα το Σύμφωνο Σταθερότητας. Βέβαια, ήταν η ίδια ΕΚΤ και η ίδια Κομισιόν που «κοιμόντουσαν με τα τσαρούχια» τα επόμενα χρόνια, όταν άρχισαν να εκδηλώνονται οι ανισορροπίες που οδήγησαν στην κρίση της Ευρωζώνης. Οι «πάνσοφοι» τεχνοκράτες των συγκεκριμένων θεσμών αγνόησαν τις πιέσεις που δημιουργούσε στις χώρες της περιφέρειας η χαμηλή ανταγωνιστικότητά τους, η οποία σε συνδυασμό με το γεγονός ότι είχαν το ίδιο νόμισμα με τις ισχυρές χώρες προκάλεσε διόγκωση των ελλειμμάτων τους με το εξωτερικό (ισοζύγιο πληρωμών), τα οποία καλύπτονταν με υπερδανεισμό.
Ολα αυτά πια είναι Ιστορία, η οποία όμως ουδέποτε αξιολογήθηκε ώστε να βγουν διδάγματα και να γίνουν διορθώσεις.
Η Ιστορία, ωστόσο, έχει την κακή συνήθεια να επαναλαμβάνεται, αφού τώρα είναι η Ιταλία που παραβιάζει το Σύμφωνο Σταθερότητας, σε μια προσπάθεια να τονώσει την οικονομική ανάπτυξη η οποία σέρνεται τα τελευταία χρόνια.
Ηδη από το 2003, με αφορμή ακριβώς τις παραβιάσεις της Γαλλίας και της Γερμανίας, είχαν κατατεθεί προτάσεις για να αλλάξουν οι κανόνες και να επιτρέπονται ελλείμματα για αναπτυξιακούς σκοπούς, ανάλογα με τις ιδιαίτερες συνθήκες σε κάθε χώρα και τον οικονομικό κύκλο.
Επομένως, η κίνηση των Ιταλών είναι εξαιρετικά σημαντική για όλη την Ευρωζώνη, αφού αποτελεί μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να αναθεωρηθούν, έστω και οριακά, οι κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας, τους οποίους ουκ ολίγοι οικονομολόγοι έχουν αποκαλέσει «ζουρλομανδύα λιτότητας», καθώς εμποδίζει τις χώρες-μέλη να αυξάνουν το έλλειμμα ακόμα κι όταν είναι η μόνη λύση για να τονωθεί η οικονομία χρηματοδοτώντας, για παράδειγμα, επενδύσεις ή την κατανάλωση σε περίοδο ύφεσης.
αρκετοί ανά την Ευρώπη σπεύδουν να δείξουν με το δάχτυλο τη Ρώμη κατηγορώντας την για ανευθυνότητα, ακόμα και για «λαϊκισμό». Στην πραγματικότητα, όμως, η σύγκρουση αυτή αποτελεί μια ευκαιρία για να γίνουν κάποιες θετικές αλλαγές στους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας, το οποίο απαγορεύει στις χώρες-μέλη να διατηρούν ελλείμματα στον προϋπολογισμό πάνω από κάποια όρια, ακόμα κι όταν η οικονομική λογική το επιβάλλει.
Γιώργος Χ. Παπαγεωργίου
Είναι φανερό ότι η διαμάχη είναι κυρίως για τις πολιτικές εντυπώσεις, αφού το έλλειμμα που προβλέπει η ιταλική κυβέρνηση στον προϋπολογισμό του 2019 δεν είναι παρά 2,4%, υψηλότερο μεν απ’ ό,τι προβλεπόταν στο παρελθόν, αλλά σε κάθε περίπτωση μέσα σε πλαίσια που θα μπορούσαν να γίνουν αποδεκτά με βάση τον κανόνα του 3% για το έλλειμμα και λίγη «καλή θέληση» από την πλευρά των Βρυξελλών.
Ωστόσο, η Κομισιόν γνωρίζει ότι αν κάνει πίσω στην Ιταλία, τότε θα δεχτεί κριτική για χαλαρή στάση και θα ανοίξει η πόρτα για να ξηλωθούν οι δημοσιονομικοί κανόνες.
Στην ουσία, οι κανόνες για το έλλειμμα έχουν παραβιαστεί στο παρελθόν, και μάλιστα από τις χώρες που είχαν πρωτοστατήσει στη δημιουργία του Συμφώνου Σταθερότητας, τη Γερμανία και τη Γαλλία, οι οποίες το 2003 παραβίασαν το όριο του 3%. Αμφότερες είχαν αγνοήσει την Κομισιόν, την οποία είχαν υπερκεράσει εκμεταλλευόμενες την ισχύ τους στο Συμβούλιο Υπουργών (Eurogroup) για να μπλοκάρουν τις κυρώσεις.
Η Κομισιόν είχε αντιδράσει έντονα, όπως και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η οποία μάλιστα με μια πολύ έντονη ανακοίνωση είχε υπογραμμίσει ότι η παραβίαση των κανόνων μπορεί να «υπονομεύσει την αξιοπιστία των θεσμών».
Τελικά, το δίκαιο του ισχυροτέρου -το μόνο δίκαιο που ισχύει στην Ευρωζώνη- επικράτησε και οι δύο ισχυρές χώρες παραβίασαν ατιμώρητα το Σύμφωνο Σταθερότητας. Βέβαια, ήταν η ίδια ΕΚΤ και η ίδια Κομισιόν που «κοιμόντουσαν με τα τσαρούχια» τα επόμενα χρόνια, όταν άρχισαν να εκδηλώνονται οι ανισορροπίες που οδήγησαν στην κρίση της Ευρωζώνης. Οι «πάνσοφοι» τεχνοκράτες των συγκεκριμένων θεσμών αγνόησαν τις πιέσεις που δημιουργούσε στις χώρες της περιφέρειας η χαμηλή ανταγωνιστικότητά τους, η οποία σε συνδυασμό με το γεγονός ότι είχαν το ίδιο νόμισμα με τις ισχυρές χώρες προκάλεσε διόγκωση των ελλειμμάτων τους με το εξωτερικό (ισοζύγιο πληρωμών), τα οποία καλύπτονταν με υπερδανεισμό.
Ολα αυτά πια είναι Ιστορία, η οποία όμως ουδέποτε αξιολογήθηκε ώστε να βγουν διδάγματα και να γίνουν διορθώσεις.
Η Ιστορία, ωστόσο, έχει την κακή συνήθεια να επαναλαμβάνεται, αφού τώρα είναι η Ιταλία που παραβιάζει το Σύμφωνο Σταθερότητας, σε μια προσπάθεια να τονώσει την οικονομική ανάπτυξη η οποία σέρνεται τα τελευταία χρόνια.
Ηδη από το 2003, με αφορμή ακριβώς τις παραβιάσεις της Γαλλίας και της Γερμανίας, είχαν κατατεθεί προτάσεις για να αλλάξουν οι κανόνες και να επιτρέπονται ελλείμματα για αναπτυξιακούς σκοπούς, ανάλογα με τις ιδιαίτερες συνθήκες σε κάθε χώρα και τον οικονομικό κύκλο.
Επομένως, η κίνηση των Ιταλών είναι εξαιρετικά σημαντική για όλη την Ευρωζώνη, αφού αποτελεί μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να αναθεωρηθούν, έστω και οριακά, οι κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας, τους οποίους ουκ ολίγοι οικονομολόγοι έχουν αποκαλέσει «ζουρλομανδύα λιτότητας», καθώς εμποδίζει τις χώρες-μέλη να αυξάνουν το έλλειμμα ακόμα κι όταν είναι η μόνη λύση για να τονωθεί η οικονομία χρηματοδοτώντας, για παράδειγμα, επενδύσεις ή την κατανάλωση σε περίοδο ύφεσης.
newmoney.gr