Μπέρδεμα έχει δημιουργηθεί με τη θέση του Ποταμιού σχετικά με την Συμφωνία των Πρεσπών.
Αμέσως μετά το τέλος της συνεδρίασης της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Ποταμιού οι βουλευτές του κόμματος μιλώντας σε δημοσιογράφους ζήτησαν από την κυβέρνηση να ζητήσει πρώτα Ψήφο Εμπιστοσύνης μετά την αποχώρηση του Καμμένου και των ΑΝΕΛ και μετά να φέρει στη Βουλή τη Συμφωνία των Πρεσπών.
«Αν φύγει ο κ. Καμμένος θεωρούμε αδιανόητο να μην επιβεβαιώσει η κυβέρνηση την εμπιστοσύνη της Βουλής πριν να προχωρήσει σε οποιαδήποτε άλλη νομοθετική πρωτοβουλία», είπαν βουλευτές του Ποταμιού, συνδέοντας άμεσα τη Συμφωνία των Πρεσπών με την παροχή Ψήφου Εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση.
Μάλιστα, η απόφαση φαίνεται πως ήταν ομόφωνη ανεξαρτήτως της άποψης που έχει κάθε στέλεχος επί της Συμφωνίας των Πρεσπών καθώς με τη στάση αυτή συντάχθηκαν και ο κ. Δανέλλης και ο κ. Τσιόδρας και ο κ. Λυκούδης αλλά και ο κ. Αμυράς.
«Πρώτα μπαίνει το ζήτημα Δημοκρατίας που θα προκύψει σε περίπτωση αποχώρησης του Πάνου Καμμένου από την κυβέρνηση. Θεωρούμε πως ο πρωθυπουργός θα ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης», δήλωναν χαρακτηριστικά πηγές προσκείμενες στην Κοινοβουλευτική Ομάδατου Ποταμιού, σημειώνοντας με νόημα ότι το ζήτημα της δεδηλωμένης έχει λυθεί ήδη από το 1875.
«Είναι δεδομένο πως θα μπορέσουμε να ψηφίσουμε», απαντούσαν οι ίδιες πηγές στο ερώτημα τι θα συμβεί σε περίπτωση που ο πρωθυπουργός δεν ζητήσει Ψήφο Εμπιστοσύνης.
Ωστόσο, λίγα λεπτά αργότερα με δήλωση του ο Σταύρος Θεοδωράκης διαφοροποιήθηκε, καθώς είπε πως «το Ποτάμι έχει πυξίδα, όπως πυξίδα είχε και στις κρίσιμες μέρες του 2015. Και η πυξίδα αυτή δεν δείχνει το κομματικό συμφέρον, δείχνει μονάχα το πατριωτικό συμφέρον».
«Αυτό πιστεύω και τολμώ και το κάνω πράξη. Ελπίζουμε ότι η ίδια πυξίδα, μας οδηγεί όλους αυτές τις μέρες, αν και υπάρχουν πολλές αμφιβολίες γι' αυτό. Να σκεφτόμαστε όμως ότι δίνουμε λόγο στις επόμενες γενιές και στην ιστορία. Όχι στο κομματικό μας ακροατήριο», είπε χαρακτηριστικά ο Σταύρος Θεοδωράκης.
Να σημειωθεί πως η Κοινοβουλευτική Ομάδα θα συνεδριάσει ξανά στο μέλλον προκειμένου να επανακαθορίσει τη στάση της ανάλογα με τις πολιτικές εξελίξεις.
Αμέσως μετά το τέλος της συνεδρίασης της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Ποταμιού οι βουλευτές του κόμματος μιλώντας σε δημοσιογράφους ζήτησαν από την κυβέρνηση να ζητήσει πρώτα Ψήφο Εμπιστοσύνης μετά την αποχώρηση του Καμμένου και των ΑΝΕΛ και μετά να φέρει στη Βουλή τη Συμφωνία των Πρεσπών.
«Αν φύγει ο κ. Καμμένος θεωρούμε αδιανόητο να μην επιβεβαιώσει η κυβέρνηση την εμπιστοσύνη της Βουλής πριν να προχωρήσει σε οποιαδήποτε άλλη νομοθετική πρωτοβουλία», είπαν βουλευτές του Ποταμιού, συνδέοντας άμεσα τη Συμφωνία των Πρεσπών με την παροχή Ψήφου Εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση.
Μάλιστα, η απόφαση φαίνεται πως ήταν ομόφωνη ανεξαρτήτως της άποψης που έχει κάθε στέλεχος επί της Συμφωνίας των Πρεσπών καθώς με τη στάση αυτή συντάχθηκαν και ο κ. Δανέλλης και ο κ. Τσιόδρας και ο κ. Λυκούδης αλλά και ο κ. Αμυράς.
«Πρώτα μπαίνει το ζήτημα Δημοκρατίας που θα προκύψει σε περίπτωση αποχώρησης του Πάνου Καμμένου από την κυβέρνηση. Θεωρούμε πως ο πρωθυπουργός θα ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης», δήλωναν χαρακτηριστικά πηγές προσκείμενες στην Κοινοβουλευτική Ομάδατου Ποταμιού, σημειώνοντας με νόημα ότι το ζήτημα της δεδηλωμένης έχει λυθεί ήδη από το 1875.
«Είναι δεδομένο πως θα μπορέσουμε να ψηφίσουμε», απαντούσαν οι ίδιες πηγές στο ερώτημα τι θα συμβεί σε περίπτωση που ο πρωθυπουργός δεν ζητήσει Ψήφο Εμπιστοσύνης.
Ωστόσο, λίγα λεπτά αργότερα με δήλωση του ο Σταύρος Θεοδωράκης διαφοροποιήθηκε, καθώς είπε πως «το Ποτάμι έχει πυξίδα, όπως πυξίδα είχε και στις κρίσιμες μέρες του 2015. Και η πυξίδα αυτή δεν δείχνει το κομματικό συμφέρον, δείχνει μονάχα το πατριωτικό συμφέρον».
«Αυτό πιστεύω και τολμώ και το κάνω πράξη. Ελπίζουμε ότι η ίδια πυξίδα, μας οδηγεί όλους αυτές τις μέρες, αν και υπάρχουν πολλές αμφιβολίες γι' αυτό. Να σκεφτόμαστε όμως ότι δίνουμε λόγο στις επόμενες γενιές και στην ιστορία. Όχι στο κομματικό μας ακροατήριο», είπε χαρακτηριστικά ο Σταύρος Θεοδωράκης.
Να σημειωθεί πως η Κοινοβουλευτική Ομάδα θα συνεδριάσει ξανά στο μέλλον προκειμένου να επανακαθορίσει τη στάση της ανάλογα με τις πολιτικές εξελίξεις.