Ένα έγγραφο που αποτελεί τεκμήριο υπεράσπισης των μνημονιακών επιλογών του
2012, για τις οποίες αναφέρει πως «απέδωσαν θετικά ως προς την επίτευξη του στρατηγικού στόχου που ήταν και παραμένει η αποφυγή της πλήρους και ασύντακτης χρεοκοπίας», κατέθεσε την περασμένη εβδομάδα στη δίκη για την συνταγματικότητα ή μη των περικοπών των δώρων και επιδομάτων των δημοσίων υπαλλήλων, στην Ολομέλεια του ΣτΕ, το Υπουργείο Οικονομικών.
Το έγγραφο με ημερομηνία 25.01.19, εστάλη από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου (κοινοποιημένο σε υπουργό, αναπληρωτή υπουργό κλπ) και περιλαμβάνει την σθεναρή αντίθεση του δημοσίου στην επαναφορά των δώρων και επιδομάτων επ’ απειλή, όπως αναφέρει, δημοσιονομικού εκτροχιασμού. Αναφέρει δε, πως η επαναφορά των δώρων θα έχει εστήσια επιβάρυνση 700 εκατομμύρια ευρώ και η αναδρομική χορήγησή τους από το 2013, κόστος 3,9 δισεκ. ευρώ. Αναφέρει επί λέξει:
«Επίσης, στην περίπτωση που με την καταβολή των επιδομάτων αυτών, οι πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα και αμοιβές υπερέβαιναν το ύψος αυτό, τα επιδόματα καταβάλλονται μέχρι του ορίου των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, με ανάλογή μείωσή τους.
Για την εκτίμηση της δημοσιονομικής επιβάρυνσης, σε περίπτωση επαναχορήγησης των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και του επιδόματος θερινής αδείας, χρησιμοποιήθηκαν αρχεία μισθοδοσίας μηνός Φεβρουαρίου 2018 από τη βάση της Ενιαίας Αρχής Πληρωμής.
Σε περίπτωση αναδρομικής χορήγησης των εν λόγω επιδομάτων για την περίοδο 2013-2018, η δημοσιονομική επιβάρυνση στον προϋπολογισμό της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται σε 3,9 δισεκ. ευρώ σε μικτή βάση. Παράλληλα, η ετήσια προκαλούμενη δαπάνη για την εφεξής χορήγηση των εν λόγω επιδομάτων υπερβαίνει τα 700 εκατ. ευρώ σε μικτή βάση».
Συνέπειες από την επαναχορήγηση των επιδομάτων
Το υπουργείο, στο έγγραφο (το οποίο δημοσίευσε η enypekk.gr) περιγράφει με μελανά χρώματα την περίπτωση που το Δικαστήριο δώσει πίσω τα δώρα, αφού όπως λέει θα χαθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα (για το 2019 προβλέπει οριακά πάνω από 3,6%) και θα κινδυνεύσει η βιωσιμότητα του χρέους:
«Στο πλαίσιο της Ενισχυμένης Εποπτείας, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 472/2013, η Ελλάδα έχει αναλάβει τη δέσμευση επίτευξης πρωτογενούς πλεονάσματος Γενικής Κυβέρνησης ύψους 3,5% ως ποσοστό του Α.Ε.Π. για τα έτη 2019-2022.
Σύμφωνα δε, με τα βασικά μεγέθη του Κρατικού Προϋπολογισμού για το έτος 2019, το πρωτογενές αποτέλεσμα Γενικής Κυβέρνησης σε όρους Ενισχυμένης Εποπτείας προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 3,60% ως ποσοστό του Α.Ε.Π., οριακά πάνω από το στόχο της Ενισχυμένης Εποπτείας.
Η δημοσιονομική επιβάρυνση από ενδεχόμενη επαναχορήγηση των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας θα οδηγήσει στην απώλεια του δημοσιονομικού στόχου της χώρας με ιδιαίτερα αρνητικές -άμεσες και έμμεσες- συνέπειες στην αξιοπιστία των ελληνικών δημόσιων οικονομικών, τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημόσιου χρέους και τη μακροοικονομική ισορροπία της ελληνικής οικονομίας. Επισημαίνεται ότι η επίτευξη του ως άνω δημοσιονομικού στόχου αποτελεί προϋπόθεση για τη σταδιακή εφαρμογή μέρους των μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού δημόσιου χρέους ύψους 7,5 δις ευρώ, τα οποία συμφωνήθηκαν στο Eurogroup της 22 Ιουνίου 2018. Παράλληλα, σημειώνεται ότι τόσο η επίτευξη του δημοσιονομικού στόχου όσο και η εφαρμογή των ως άνω μέτρων ελάφρυνσης του δημόσιου χρέους αποτελούν κεντρικές προϋποθέσεις για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, καθώς και βασικές παραδοχές στις οποίες στηρίχθηκε η Ανάλυση Βιωσιμότητας Χρέους (DSA) που διενεργήθηκε από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), στο πλαίσιο του Eurogroup της 22 Ιουνίου 2018.
Συμπερασματικά, η απώλεια του δημοσιονομικού στόχου θα αποτελέσει αναμφίβολα μία ιδιαίτερα αρνητική εξέλιξη, η οποία θα εντείνει την αβεβαιότητα για τη δυνατότητα της χώρας να διατηρήσει υγιή δημόσια οικονομικά. Ταυτόχρονα, η μη επίτευξη του δημοσιονομικού στόχου, συνοδευόμενη από τη μη εφαρμογή των ως άνω μέτρων ελάφρυνσης του δημόσιου χρέους, θα καταστήσει το δημόσιο χρέος μη βιώσιμο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη δυνατότητα πρόσβασης της χώρας στις διεθνείς αγορές».
Αναγκαιότητα εξορθολογισμού των δαπανών Γενικής Κυβέρνησης
Αυτό όμως που προκαλεί μεγαλύτερη εντύπωση, είναι η σθεναρή υπεράσπιση εκ μέρους του ΥΠΟΙΚ, των μνημονιακών περικοπών του 2012 (μνημόνιο 2) τις οποίες αποτιμά θετικά για την εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας:
«ΓΙρέπει να επισημανθεί ότι οι περισσότερες από τις δημοσιονομικές παρεμβάσεις που περιλήφθηκαν στο ν. 4093/2012 ήταν μέρος της εμπιστευτικής μελέτης της επισκόπησης των Δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης 2013-2016 που διεξήχθη από το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) στα τέλη Φεβρουαρίου 2012 μετά από ανάθεση από το Υπουργείο Οικονομικών. Τα αποτελέσματα της μελέτης επρόκειτο να συμβάλουν στην εντατικοποίηση της προσπάθειας δημοσιονομικής προσαρμογής που κατέβαλε η χώρα για την επίτευξη των στόχων που είχαν τεθεί στο Μνημόνιο Συνεννόησης. Η κεντρική στόχευση της μελέτης ήταν η ανάλυση του Προϋπολογισμού της Γενικής Κυβέρνησης με σκοπό τον εξορθολογισμό της δημόσιας δαπάνης μέσω του εντοπισμού πεδίων/τομέων από τα οποία δύναται να προκύψουν εξοικονομήσεις με συνέπεια την αποτελεσματικότερη ανακατανομή των περιορισμένων δημοσιονομικών πόρων σε συνάρτηση με τις στρατηγικές επιλογές και τις προτεραιότητες πολιτικής της Κυβέρνησης.
Η εμπιστευτική μελέτη προσδιόρισε σειρά συγκεκριμένων και ποσοτικοποιημένων προτάσεων με στόχο τη συμπίεση του επιπέδου των δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ (περίπου 6 δισεκ. ευρώ) για την περίοδο 2013-2016, με έμφαση στη διετία 2013-2014.
Η ανάλυση, πραγματοποιήθηκε στην ουσία της δημόσιας δαπάνης και εξειδίκευσε προτάσεις για τον περαιτέρω εξορθολογισμό της μέχρι το 2016, προς όφελος τομέων με μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία και ισχυρό αναπτυξιακό χαρακτήρα, καλύπτοντας την κεντρική διοίκηση, το μισθολογικό κόστος στη γενική κυβέρνηση, την υγεία, την εθνική άμυνα, τους ΟΤΑ, την εκπαίδευση, τις συντάξεις,
Προτάθηκαν συνολικές δράσεις ύψους 6,7 δισεκ. ευρώ για την περίοδο 2012-16, εκ των οποίων 1,8 δισεκ. ευρώ αφορούσαν μισθολογική δαπάνη και περίπου 2,8 δισεκ. ευρώ συντάξεις. Όλες οι παρεμβάσεις εξορθολογισμού των μισθών και των συντάξεων, δημοσιονομικά, απέδωσαν θετικά ως προς την επίτευξη του στρατηγικού στόχου που ήταν και παραμένει η αποφυγή της πλήρους και ασύντακτης χρεοκοπίας. Ομοίως, το κονδύλι που αφορά στις κοινωνικές παροχές (το μεγαλύτερο μέρος του οποίου αποτελούν οι συντάξεις, παράλληλα με τα εφάπαξ, επιδόματα αναπηρίας, οικογενειακά, ανεργίας, παροχές σε είδος κλπ) από το μη βιώσιμο επίπεδο των 49 δισεκ. ευρώ το 2009 προσαρμόστηκε σε ρεαλιστικότερα επίπεδα συμβάλλοντας επιτυχώς στην επίτευξη του στρατηγικού στόχου.
Όπως φαίνεται και στον ανωτέρω πίνακα, από τα 110 δισεκ. ευρώ πρωτογενών δαπανών του 2009, τα 75 δισεκ. (68%) περίπου αφορούσαν σε μισθούς και Κοινωνικές παροχές. Κατ’ αποτέλεσμα, το κράτος προέβαινε σε δανεισμό όχι μόνο για να αναχρηματοδοτεί το χρέος του, αλλά και για να καλύπτει τρέχουσες και διαρκώς αυξανόμενες ανάγκες, μεταξύ αυτών, και για μισθούς και κοινωνικές παροχές».
Διαβάστε ΕΔΩ το έγγραφο
2012, για τις οποίες αναφέρει πως «απέδωσαν θετικά ως προς την επίτευξη του στρατηγικού στόχου που ήταν και παραμένει η αποφυγή της πλήρους και ασύντακτης χρεοκοπίας», κατέθεσε την περασμένη εβδομάδα στη δίκη για την συνταγματικότητα ή μη των περικοπών των δώρων και επιδομάτων των δημοσίων υπαλλήλων, στην Ολομέλεια του ΣτΕ, το Υπουργείο Οικονομικών.
Το έγγραφο με ημερομηνία 25.01.19, εστάλη από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου (κοινοποιημένο σε υπουργό, αναπληρωτή υπουργό κλπ) και περιλαμβάνει την σθεναρή αντίθεση του δημοσίου στην επαναφορά των δώρων και επιδομάτων επ’ απειλή, όπως αναφέρει, δημοσιονομικού εκτροχιασμού. Αναφέρει δε, πως η επαναφορά των δώρων θα έχει εστήσια επιβάρυνση 700 εκατομμύρια ευρώ και η αναδρομική χορήγησή τους από το 2013, κόστος 3,9 δισεκ. ευρώ. Αναφέρει επί λέξει:
«Επίσης, στην περίπτωση που με την καταβολή των επιδομάτων αυτών, οι πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα και αμοιβές υπερέβαιναν το ύψος αυτό, τα επιδόματα καταβάλλονται μέχρι του ορίου των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, με ανάλογή μείωσή τους.
Για την εκτίμηση της δημοσιονομικής επιβάρυνσης, σε περίπτωση επαναχορήγησης των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και του επιδόματος θερινής αδείας, χρησιμοποιήθηκαν αρχεία μισθοδοσίας μηνός Φεβρουαρίου 2018 από τη βάση της Ενιαίας Αρχής Πληρωμής.
Σε περίπτωση αναδρομικής χορήγησης των εν λόγω επιδομάτων για την περίοδο 2013-2018, η δημοσιονομική επιβάρυνση στον προϋπολογισμό της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται σε 3,9 δισεκ. ευρώ σε μικτή βάση. Παράλληλα, η ετήσια προκαλούμενη δαπάνη για την εφεξής χορήγηση των εν λόγω επιδομάτων υπερβαίνει τα 700 εκατ. ευρώ σε μικτή βάση».
Συνέπειες από την επαναχορήγηση των επιδομάτων
Το υπουργείο, στο έγγραφο (το οποίο δημοσίευσε η enypekk.gr) περιγράφει με μελανά χρώματα την περίπτωση που το Δικαστήριο δώσει πίσω τα δώρα, αφού όπως λέει θα χαθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα (για το 2019 προβλέπει οριακά πάνω από 3,6%) και θα κινδυνεύσει η βιωσιμότητα του χρέους:
«Στο πλαίσιο της Ενισχυμένης Εποπτείας, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 472/2013, η Ελλάδα έχει αναλάβει τη δέσμευση επίτευξης πρωτογενούς πλεονάσματος Γενικής Κυβέρνησης ύψους 3,5% ως ποσοστό του Α.Ε.Π. για τα έτη 2019-2022.
Σύμφωνα δε, με τα βασικά μεγέθη του Κρατικού Προϋπολογισμού για το έτος 2019, το πρωτογενές αποτέλεσμα Γενικής Κυβέρνησης σε όρους Ενισχυμένης Εποπτείας προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 3,60% ως ποσοστό του Α.Ε.Π., οριακά πάνω από το στόχο της Ενισχυμένης Εποπτείας.
Η δημοσιονομική επιβάρυνση από ενδεχόμενη επαναχορήγηση των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας θα οδηγήσει στην απώλεια του δημοσιονομικού στόχου της χώρας με ιδιαίτερα αρνητικές -άμεσες και έμμεσες- συνέπειες στην αξιοπιστία των ελληνικών δημόσιων οικονομικών, τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημόσιου χρέους και τη μακροοικονομική ισορροπία της ελληνικής οικονομίας. Επισημαίνεται ότι η επίτευξη του ως άνω δημοσιονομικού στόχου αποτελεί προϋπόθεση για τη σταδιακή εφαρμογή μέρους των μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού δημόσιου χρέους ύψους 7,5 δις ευρώ, τα οποία συμφωνήθηκαν στο Eurogroup της 22 Ιουνίου 2018. Παράλληλα, σημειώνεται ότι τόσο η επίτευξη του δημοσιονομικού στόχου όσο και η εφαρμογή των ως άνω μέτρων ελάφρυνσης του δημόσιου χρέους αποτελούν κεντρικές προϋποθέσεις για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, καθώς και βασικές παραδοχές στις οποίες στηρίχθηκε η Ανάλυση Βιωσιμότητας Χρέους (DSA) που διενεργήθηκε από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), στο πλαίσιο του Eurogroup της 22 Ιουνίου 2018.
Συμπερασματικά, η απώλεια του δημοσιονομικού στόχου θα αποτελέσει αναμφίβολα μία ιδιαίτερα αρνητική εξέλιξη, η οποία θα εντείνει την αβεβαιότητα για τη δυνατότητα της χώρας να διατηρήσει υγιή δημόσια οικονομικά. Ταυτόχρονα, η μη επίτευξη του δημοσιονομικού στόχου, συνοδευόμενη από τη μη εφαρμογή των ως άνω μέτρων ελάφρυνσης του δημόσιου χρέους, θα καταστήσει το δημόσιο χρέος μη βιώσιμο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη δυνατότητα πρόσβασης της χώρας στις διεθνείς αγορές».
Αναγκαιότητα εξορθολογισμού των δαπανών Γενικής Κυβέρνησης
Αυτό όμως που προκαλεί μεγαλύτερη εντύπωση, είναι η σθεναρή υπεράσπιση εκ μέρους του ΥΠΟΙΚ, των μνημονιακών περικοπών του 2012 (μνημόνιο 2) τις οποίες αποτιμά θετικά για την εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας:
«ΓΙρέπει να επισημανθεί ότι οι περισσότερες από τις δημοσιονομικές παρεμβάσεις που περιλήφθηκαν στο ν. 4093/2012 ήταν μέρος της εμπιστευτικής μελέτης της επισκόπησης των Δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης 2013-2016 που διεξήχθη από το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) στα τέλη Φεβρουαρίου 2012 μετά από ανάθεση από το Υπουργείο Οικονομικών. Τα αποτελέσματα της μελέτης επρόκειτο να συμβάλουν στην εντατικοποίηση της προσπάθειας δημοσιονομικής προσαρμογής που κατέβαλε η χώρα για την επίτευξη των στόχων που είχαν τεθεί στο Μνημόνιο Συνεννόησης. Η κεντρική στόχευση της μελέτης ήταν η ανάλυση του Προϋπολογισμού της Γενικής Κυβέρνησης με σκοπό τον εξορθολογισμό της δημόσιας δαπάνης μέσω του εντοπισμού πεδίων/τομέων από τα οποία δύναται να προκύψουν εξοικονομήσεις με συνέπεια την αποτελεσματικότερη ανακατανομή των περιορισμένων δημοσιονομικών πόρων σε συνάρτηση με τις στρατηγικές επιλογές και τις προτεραιότητες πολιτικής της Κυβέρνησης.
Η εμπιστευτική μελέτη προσδιόρισε σειρά συγκεκριμένων και ποσοτικοποιημένων προτάσεων με στόχο τη συμπίεση του επιπέδου των δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ (περίπου 6 δισεκ. ευρώ) για την περίοδο 2013-2016, με έμφαση στη διετία 2013-2014.
Η ανάλυση, πραγματοποιήθηκε στην ουσία της δημόσιας δαπάνης και εξειδίκευσε προτάσεις για τον περαιτέρω εξορθολογισμό της μέχρι το 2016, προς όφελος τομέων με μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία και ισχυρό αναπτυξιακό χαρακτήρα, καλύπτοντας την κεντρική διοίκηση, το μισθολογικό κόστος στη γενική κυβέρνηση, την υγεία, την εθνική άμυνα, τους ΟΤΑ, την εκπαίδευση, τις συντάξεις,
Προτάθηκαν συνολικές δράσεις ύψους 6,7 δισεκ. ευρώ για την περίοδο 2012-16, εκ των οποίων 1,8 δισεκ. ευρώ αφορούσαν μισθολογική δαπάνη και περίπου 2,8 δισεκ. ευρώ συντάξεις. Όλες οι παρεμβάσεις εξορθολογισμού των μισθών και των συντάξεων, δημοσιονομικά, απέδωσαν θετικά ως προς την επίτευξη του στρατηγικού στόχου που ήταν και παραμένει η αποφυγή της πλήρους και ασύντακτης χρεοκοπίας. Ομοίως, το κονδύλι που αφορά στις κοινωνικές παροχές (το μεγαλύτερο μέρος του οποίου αποτελούν οι συντάξεις, παράλληλα με τα εφάπαξ, επιδόματα αναπηρίας, οικογενειακά, ανεργίας, παροχές σε είδος κλπ) από το μη βιώσιμο επίπεδο των 49 δισεκ. ευρώ το 2009 προσαρμόστηκε σε ρεαλιστικότερα επίπεδα συμβάλλοντας επιτυχώς στην επίτευξη του στρατηγικού στόχου.
Όπως φαίνεται και στον ανωτέρω πίνακα, από τα 110 δισεκ. ευρώ πρωτογενών δαπανών του 2009, τα 75 δισεκ. (68%) περίπου αφορούσαν σε μισθούς και Κοινωνικές παροχές. Κατ’ αποτέλεσμα, το κράτος προέβαινε σε δανεισμό όχι μόνο για να αναχρηματοδοτεί το χρέος του, αλλά και για να καλύπτει τρέχουσες και διαρκώς αυξανόμενες ανάγκες, μεταξύ αυτών, και για μισθούς και κοινωνικές παροχές».
Διαβάστε ΕΔΩ το έγγραφο
dikastiko.gr