Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΚΑΦΙΔΑ
Ο «πόλεμος» με την Τουρκία δεν αποτελεί πια σενάριο. Συμβαίνει τώρα, αλλά υπό μορφή
υβριδική, με «όπλο» γεωτρύπανα, fake news, προσφυγικές ροές, μειονοτικά ζητήματα, χάρτες και drones, αναδιαμορφώνοντας τα ανοιχτά μέτωπα στα Ελληνοτουρκικά.
Κινούμενος πέρα από κάθε έννοια νομιμότητας και διπλωματικών αβροτήτων, ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει πλέον «απασφαλίσει» κατά πάντων, εκβιάζοντας εχθρούς και «φίλους» με… όπλα, γεωτρύπανα, fake news, αλλά και με ανθρώπινες ψυχές.
Κρίνοντας από όσα έχει δηλώσει μόνο τα τελευταία 24ωρα, ο 65χρονος Τούρκος πρόεδρος εμφανίζεται πια να θέλει να αποκτήσει… πυρηνικά όπλα ενάντια στο Ισραήλ και να στείλει ένα… τρίτο πλωτό γεωτρύπανο στην Ανατολική Μεσόγειο (ποιο τρίτο; Αφού δεν έχει), ενώ παράλληλα απειλεί να «πλημμυρίσει» και την Ελλάδα με πρόσφυγες.
Οι τουρκικές απειλές με «όπλο» το Προσφυγικό δεν είναι καινοφανείς. Τα ίδια έλεγε η τουρκική ηγεσία και το 2015, ότι δηλαδή θα ανοίξει τις «πύλες» για να περάσουν εκατομμύρια πρόσφυγες προς την Ευρώπη, διεκδικώντας τότε σειρά από ανταλλάγματα:
πολιτική στήριξη από το εξωτερικό (ικανή να «σβήσει» τις μνήμες του Γκεζί και των σκανδάλων διαφθοράς του 2013), χρήματα (δισεκατομμύρια ευρώ ως οικονομική ενίσχυση από την ΕΕ, μια βοήθεια την οποία τελικώς έλαβε και συνεχίζει να λαμβάνει) διευκολύνσεις (την απελευθέρωση της βίζας, επί παραδείγματι, για όσους Τούρκους ταξιδεύουν στην Ευρώπη, την οποία όμως δεν εξασφάλισε επειδή δεν πληροί τις προϋποθέσεις)
τις ευλογίες ή τουλάχιστον την ανοχή των «έξω» για την προωθούμενη συνταγματική αναθεώρηση στο εσωτερικό
και λοιπά γεωπολιτικά οφέλη (την ενίσχυση των τουρκικών θέσεων στη Συρία ενάντια σε Ασαντ και Κούρδους)
Τέσσερα χρόνια μετά, οι απειλές πλέον επανέρχονται δριμείες από την πλευρά της Άγκυρας, συνοδεία μάλιστα και αναγεννημένων πυρηνικών φιλοδοξιών, μέσα σε ένα διεθνές πλαίσιο όμως πολύ πιο «εκρηκτικό» από εκείνο του 2015. Οι σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκίας έχουν εν τω μεταξύ επιδεινωθεί δραματικά (S-400, F-35), δημιουργώντας εσωτερικούς τριγμούς και στο ΝΑΤΟ, ενώ οι δυνάμεις του υποστηριζόμενου από τη Ρωσία Σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Ασαντ προελαύνουν ενάντια στους υποστηριζόμενους από την Τουρκία τζιχαντιστές στη Βορειοδυτική Συρία, προς μεγάλη απογοήτευση φυσικά του ίδιου του Ερντογάν, ο οποίος όμως καλείται παράλληλα να διαχειριστεί και μια σειρά από άλλες διόλου ευκαταφρόνητες πολιτικές ήττες στο εσωτερικό.
Το κυβερνών ισλαμοσυντηρητικό Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) έχει πια απολέσει τη δημαρχία σε Κωνσταντινούπολη και Αγκυρα, για πρώτη φορά έπειτα από 25 χρόνια. Επιδεινώνοντας το κλίμα για τον Ερντογάν, άλλοτε κορυφαίοι υπουργοί του AKP (οι Μπαμπατζάν, Νταβούτογλου, Γκιουλ κ.ά.) παρουσιάζονται πια να ετοιμάζουν νέα αντιπολιτευόμενα κόμματα, στη σκιά δημοσιευμάτων σύμφωνα με τα οποία συνολικά εκατοντάδες χιλιάδες μέλη έχουν παραιτηθεί από το AKP μέσα στο 2019 αλλά και δυσοίωνων δημοσκοπήσεων (Metropoll) που εμφανίζουν τη στήριξη στον Ερντογάν να υποχωρεί κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες μέσα σε διάστημα ενός έτους (από το 53,1% στο 44%).
Με άλλα λόγια, η πάλαι ποτέ αδιαμφισβήτητη κυριαρχία του Ερντογάν τρίζει, υπό το βάρος των προβλημάτων στην τουρκική οικονομία (πληθωρισμός στο 15%, ανεργία στο 13%) αλλά και του προσφυγικού (που είχε πολιτικό κόστος για το AKP κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα), με το μέλλον παράλληλα να διαγράφεται αβέβαιο στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, μια περιοχή την οποία όμως ο Ερντογάν επιμένει να «γκριζάρει», έχοντας στείλει εκεί για πρώτη φορά όχι μόνο σεισμογραφικά («Oruç Reis», «Barbaros») αλλά και γεωτρύπανα («Fatih», «Yavuz»).
Και όλα αυτά στη σκιά ενός αφηγήματος όπως είναι εκείνο της καλούμενης «γαλάζιας πατρίδας», που έχει πια γίνει και επισήμως κάδρο στους τοίχους τουρκικών κρατικών ιδρυμάτων και υπουργείων, αποκτώντας έτσι χαρακτήρα στρατηγικού στόχου εγκεκριμένου από την κεντρική εξουσία της γείτονος. Ο λόγος για ένα αφήγημα που θέλει τα τουρκικά θαλάσσια σύνορα να φτάνουν έως και τη Λιβύη, καλύπτοντας παράλληλα το μισό Αιγαίο.
Μιλώντας την περασμένη Πέμπτη ενώπιον κομματικών στελεχών στην Άγκυρα, ο Ερντογάν ξεκαθάρισε ότι εάν η Τουρκία δεν λάβει την απαιτούμενη στήριξη ώστε να διαμορφώσει μια «ζώνη ασφαλείας» όπως ακριβώς την οραματίζεται στη Βορειοανατολική Συρία, τότε εκείνος θα ανοίξει τις πύλες για την είσοδο εκατομμυρίων προσφύγων στην Ευρώπη. Ο ίδιος έθεσε, μάλιστα, ως σχετική προθεσμία τα τέλη Σεπτεμβρίου. Αυτό που ζητά πλέον το καθεστώς Ερντογάν είναι να διαμορφώσει, με τις ευλογίες της διεθνούς κοινότητας, μια ζώνη βάθους περίπου 30 χλμ. εντός των μήκους 450 χλμ. συνόρων της Βόρειας Συρίας που θα τελεί υπό τουρκικό έλεγχο, μια ζώνη στην οποία οι Τούρκοι θέλουν μάλιστα να οικοδομήσουν και πόλεις με ξένη/ ευρωπαϊκή οικονομική βοήθεια, για να επαναπροωθήσουν εκεί συνολικά περισσότερους από 1 εκατομμύριο Σύρους πρόσφυγες.
Είναι προφανές ότι η Τουρκία πλέον επιδιώκει, με όχημα το προσφυγικό, να επεκτείνει τα τουρκικά σύνορα εντός της Συρίας, και μάλιστα υπό διεθνή κάλυψη, διαμορφώνοντας έτσι μια ζώνη από προκεχωρημένα τουρκικά φυλάκια ενάντια στους Κούρδους των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF) και τις δυνάμεις του Μπασάρ αλ Ασαντ, που θα καλούνταν προφανώς να αποσυρθούν από τις όποιες τουρκικής έμπνευσης ζώνες ασφαλείας εάν εκείνες γίνονταν ποτέ πραγματικότητα. Ο Ερντογάν απειλεί πλέον να βλάψει την Ευρώπη, όχι κατά τρόπο συγκεκαλλυμένο αλλά απροκάλυπτα, εάν δεν γίνουν όλα τα χατίρια του στο μέτωπο της Συρίας.
Το πρόβλημα, ωστόσο, με τις τουρκικές μεθοδεύσεις είναι ότι τους ενοχλούν όλους, αλλά για διαφορετικούς λόγους τον καθένα: και την πλευρά της Ρωσίας (που επιμένει να στηρίζει τον Ασαντ δυτικά του ποταμού Ευφράτη), και την πλευρά των ΗΠΑ (που επιμένουν να στηρίζουν τους Κούρδους ανατολικά του Ευφράτη), και τους γείτονες (Ελλάδα, Κύπρο, Ισραήλ, Αίγυπτο), αλλά και την ΕΕ (που έχει πολιτικά «φθαρεί» από τους εκβιασμούς του Ερντογάν).
Ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος, ωστόσο, δεν πτοείται.
Αντιθέτως, βγαίνει μπροστά κατά πάντων διεκδικώντας ό,τι μπορεί κανείς να φανταστεί: όπλα από τη Ρωσία (S-400, Su-57) αλλά και από τις ΗΠΑ (F35, Patriot), την παραμονή της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ αλλά και τη σύμπλευση με τη Μόσχα, την ένταξη στην ΕΕ αλλά και την ισλαμοποίηση στο εσωτερικό, την εμπλοκή της Τουρκίας στις εσωτερικές υποθέσεις των «έξω» (σε Λιβύη, Αίγυπτο, Συρία, Παλαιστίνη κ.α.), αλλά και λευκές επιταγές για να πράττει όπως ακριβώς εκείνος επιθυμεί οπουδήποτε επιθυμεί, εντός και εκτός των συνόρων. Σε αυτό το πλαίσιο των ανεξέλεγκτων «θέλω», ο 65χρονος Τούρκος ηγέτης διεμήνυσε από το βήμα ομιλίας του την περασμένη Τετάρτη στην πόλη Σίβας πως επιθυμεί να αποκτήσει ακόμη και πυρηνικά όπλα ενάντια στο Ισραήλ.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει όμως ήδη ουκ ολίγα «όπλα» στη διάθεσή του, «όπλα» που δεν είναι μόνο στρατιωτικά αλλά ποικίλλουν.
Είναι τα οπλισμένα τουρκικά drones που σαρώνουν το Αιγαίο αλλά και τα γεωτρύπανα στην ΑΟΖ της Κύπρο
Είναι οι ρωσικοί S-400 αλλά και τα fake news στην υπηρεσία της τουρκικής προπαγάνδας (το fake βίντεο για την πτήση του Τούρκου υπουργού Αμυνας πάνω από το Αιγαίο, τα fake δημοσιεύματα της «Yeni Şafak» για παρ’ ολίγον θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο κ.ά.).
Είναι οι εργαλειοποιημένες προσφυγικές ροές αλλά και οι καλούμενες «τουρκικές» μειονότητες εκτός των συνόρων, είτε πρόκειται για τη Θράκη και τη Ρόδο είτε για την επαρχία Σιντσιάνγκ της Βορειοδυτικής Κίνας.
Είναι οι έποικοι στην Κύπρο αλλά και οι υποστηριζόμενες από την Τουρκία ομάδες των τζιχαντιστών στη Συρία.
Είναι το casus belli στο Αιγαίο και οι χάρτες με τις «γαλάζιες πατρίδες».
Και όποτε ο Ερντογάν εγκαλείται στην τάξη, εκείνος βρίσκει καταφύγιο πίσω από αδυναμίες απόδοσης ευθυνών και μισές αλήθειες. «Δεν γίνεται η Τουρκία να σηκώνει μόνη της το βάρος του Προσφυγικού» λέει, όχι όμως για να ζητήσει βοήθεια αλλά για να εκβιάσει.
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, ο «πόλεμος» με την Τουρκία δεν αποτελεί πια σενάριο. Συμβαίνει τώρα, αλλά υπό μορφή υβριδική, αναδιαμορφώνοντας τα ανοιχτά μέτωπα ανάμεσα σε δύο χώρες όπως είναι η Ελλάδα και η Τουρκία, που δεν βρίσκονται προφανώς σε πόλεμο με την παλαιά έννοια του όρου, αλλά ούτε ακριβώς και σε καιρό ειρήνης.
«Σε μια εποχή που η “διπλωματία των κανονιοφόρων” και ο πόλεμος υποχωρούν δραματικά, τα κράτη υιοθετούν νέες έμμεσες μεθόδους για να επιβάλλουν την θέλησή τους» γράφει ο Σπύρος Πλακούδας, επίκουρος καθηγητής Εθνικής Ασφάλειας στο Rabdan Academy (του Αμπου Ντάμπι) και αντιπρόεδρος του Κέντρου Διεθνών Στρατηγικών Αναλύσεων (ΚΕΔΙΣΑ), σε κείμενό του με τον τίτλο «Νέες απειλές ασφάλειας – Υβριδικός πόλεμος».
Όποιος τα θέλει όλα, ωστόσο, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να χάσει τα πάντα. «Το να διακινδυνεύεις πολλά για να κερδίσεις πολλά είναι περισσότερο πλεονεξία παρά σοφία», όπως είχε πει άλλοτε και ένας Άγγλος αποικιοκράτης ονόματι Ουίλιαμ Πεν.
ΠΗΓΗ: ΕΘΝΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
Ο «πόλεμος» με την Τουρκία δεν αποτελεί πια σενάριο. Συμβαίνει τώρα, αλλά υπό μορφή
υβριδική, με «όπλο» γεωτρύπανα, fake news, προσφυγικές ροές, μειονοτικά ζητήματα, χάρτες και drones, αναδιαμορφώνοντας τα ανοιχτά μέτωπα στα Ελληνοτουρκικά.
Κινούμενος πέρα από κάθε έννοια νομιμότητας και διπλωματικών αβροτήτων, ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει πλέον «απασφαλίσει» κατά πάντων, εκβιάζοντας εχθρούς και «φίλους» με… όπλα, γεωτρύπανα, fake news, αλλά και με ανθρώπινες ψυχές.
Κρίνοντας από όσα έχει δηλώσει μόνο τα τελευταία 24ωρα, ο 65χρονος Τούρκος πρόεδρος εμφανίζεται πια να θέλει να αποκτήσει… πυρηνικά όπλα ενάντια στο Ισραήλ και να στείλει ένα… τρίτο πλωτό γεωτρύπανο στην Ανατολική Μεσόγειο (ποιο τρίτο; Αφού δεν έχει), ενώ παράλληλα απειλεί να «πλημμυρίσει» και την Ελλάδα με πρόσφυγες.
Οι τουρκικές απειλές με «όπλο» το Προσφυγικό δεν είναι καινοφανείς. Τα ίδια έλεγε η τουρκική ηγεσία και το 2015, ότι δηλαδή θα ανοίξει τις «πύλες» για να περάσουν εκατομμύρια πρόσφυγες προς την Ευρώπη, διεκδικώντας τότε σειρά από ανταλλάγματα:
πολιτική στήριξη από το εξωτερικό (ικανή να «σβήσει» τις μνήμες του Γκεζί και των σκανδάλων διαφθοράς του 2013), χρήματα (δισεκατομμύρια ευρώ ως οικονομική ενίσχυση από την ΕΕ, μια βοήθεια την οποία τελικώς έλαβε και συνεχίζει να λαμβάνει) διευκολύνσεις (την απελευθέρωση της βίζας, επί παραδείγματι, για όσους Τούρκους ταξιδεύουν στην Ευρώπη, την οποία όμως δεν εξασφάλισε επειδή δεν πληροί τις προϋποθέσεις)
τις ευλογίες ή τουλάχιστον την ανοχή των «έξω» για την προωθούμενη συνταγματική αναθεώρηση στο εσωτερικό
και λοιπά γεωπολιτικά οφέλη (την ενίσχυση των τουρκικών θέσεων στη Συρία ενάντια σε Ασαντ και Κούρδους)
Τέσσερα χρόνια μετά, οι απειλές πλέον επανέρχονται δριμείες από την πλευρά της Άγκυρας, συνοδεία μάλιστα και αναγεννημένων πυρηνικών φιλοδοξιών, μέσα σε ένα διεθνές πλαίσιο όμως πολύ πιο «εκρηκτικό» από εκείνο του 2015. Οι σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκίας έχουν εν τω μεταξύ επιδεινωθεί δραματικά (S-400, F-35), δημιουργώντας εσωτερικούς τριγμούς και στο ΝΑΤΟ, ενώ οι δυνάμεις του υποστηριζόμενου από τη Ρωσία Σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Ασαντ προελαύνουν ενάντια στους υποστηριζόμενους από την Τουρκία τζιχαντιστές στη Βορειοδυτική Συρία, προς μεγάλη απογοήτευση φυσικά του ίδιου του Ερντογάν, ο οποίος όμως καλείται παράλληλα να διαχειριστεί και μια σειρά από άλλες διόλου ευκαταφρόνητες πολιτικές ήττες στο εσωτερικό.
Το κυβερνών ισλαμοσυντηρητικό Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) έχει πια απολέσει τη δημαρχία σε Κωνσταντινούπολη και Αγκυρα, για πρώτη φορά έπειτα από 25 χρόνια. Επιδεινώνοντας το κλίμα για τον Ερντογάν, άλλοτε κορυφαίοι υπουργοί του AKP (οι Μπαμπατζάν, Νταβούτογλου, Γκιουλ κ.ά.) παρουσιάζονται πια να ετοιμάζουν νέα αντιπολιτευόμενα κόμματα, στη σκιά δημοσιευμάτων σύμφωνα με τα οποία συνολικά εκατοντάδες χιλιάδες μέλη έχουν παραιτηθεί από το AKP μέσα στο 2019 αλλά και δυσοίωνων δημοσκοπήσεων (Metropoll) που εμφανίζουν τη στήριξη στον Ερντογάν να υποχωρεί κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες μέσα σε διάστημα ενός έτους (από το 53,1% στο 44%).
Με άλλα λόγια, η πάλαι ποτέ αδιαμφισβήτητη κυριαρχία του Ερντογάν τρίζει, υπό το βάρος των προβλημάτων στην τουρκική οικονομία (πληθωρισμός στο 15%, ανεργία στο 13%) αλλά και του προσφυγικού (που είχε πολιτικό κόστος για το AKP κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα), με το μέλλον παράλληλα να διαγράφεται αβέβαιο στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, μια περιοχή την οποία όμως ο Ερντογάν επιμένει να «γκριζάρει», έχοντας στείλει εκεί για πρώτη φορά όχι μόνο σεισμογραφικά («Oruç Reis», «Barbaros») αλλά και γεωτρύπανα («Fatih», «Yavuz»).
Και όλα αυτά στη σκιά ενός αφηγήματος όπως είναι εκείνο της καλούμενης «γαλάζιας πατρίδας», που έχει πια γίνει και επισήμως κάδρο στους τοίχους τουρκικών κρατικών ιδρυμάτων και υπουργείων, αποκτώντας έτσι χαρακτήρα στρατηγικού στόχου εγκεκριμένου από την κεντρική εξουσία της γείτονος. Ο λόγος για ένα αφήγημα που θέλει τα τουρκικά θαλάσσια σύνορα να φτάνουν έως και τη Λιβύη, καλύπτοντας παράλληλα το μισό Αιγαίο.
Μιλώντας την περασμένη Πέμπτη ενώπιον κομματικών στελεχών στην Άγκυρα, ο Ερντογάν ξεκαθάρισε ότι εάν η Τουρκία δεν λάβει την απαιτούμενη στήριξη ώστε να διαμορφώσει μια «ζώνη ασφαλείας» όπως ακριβώς την οραματίζεται στη Βορειοανατολική Συρία, τότε εκείνος θα ανοίξει τις πύλες για την είσοδο εκατομμυρίων προσφύγων στην Ευρώπη. Ο ίδιος έθεσε, μάλιστα, ως σχετική προθεσμία τα τέλη Σεπτεμβρίου. Αυτό που ζητά πλέον το καθεστώς Ερντογάν είναι να διαμορφώσει, με τις ευλογίες της διεθνούς κοινότητας, μια ζώνη βάθους περίπου 30 χλμ. εντός των μήκους 450 χλμ. συνόρων της Βόρειας Συρίας που θα τελεί υπό τουρκικό έλεγχο, μια ζώνη στην οποία οι Τούρκοι θέλουν μάλιστα να οικοδομήσουν και πόλεις με ξένη/ ευρωπαϊκή οικονομική βοήθεια, για να επαναπροωθήσουν εκεί συνολικά περισσότερους από 1 εκατομμύριο Σύρους πρόσφυγες.
Είναι προφανές ότι η Τουρκία πλέον επιδιώκει, με όχημα το προσφυγικό, να επεκτείνει τα τουρκικά σύνορα εντός της Συρίας, και μάλιστα υπό διεθνή κάλυψη, διαμορφώνοντας έτσι μια ζώνη από προκεχωρημένα τουρκικά φυλάκια ενάντια στους Κούρδους των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF) και τις δυνάμεις του Μπασάρ αλ Ασαντ, που θα καλούνταν προφανώς να αποσυρθούν από τις όποιες τουρκικής έμπνευσης ζώνες ασφαλείας εάν εκείνες γίνονταν ποτέ πραγματικότητα. Ο Ερντογάν απειλεί πλέον να βλάψει την Ευρώπη, όχι κατά τρόπο συγκεκαλλυμένο αλλά απροκάλυπτα, εάν δεν γίνουν όλα τα χατίρια του στο μέτωπο της Συρίας.
Το πρόβλημα, ωστόσο, με τις τουρκικές μεθοδεύσεις είναι ότι τους ενοχλούν όλους, αλλά για διαφορετικούς λόγους τον καθένα: και την πλευρά της Ρωσίας (που επιμένει να στηρίζει τον Ασαντ δυτικά του ποταμού Ευφράτη), και την πλευρά των ΗΠΑ (που επιμένουν να στηρίζουν τους Κούρδους ανατολικά του Ευφράτη), και τους γείτονες (Ελλάδα, Κύπρο, Ισραήλ, Αίγυπτο), αλλά και την ΕΕ (που έχει πολιτικά «φθαρεί» από τους εκβιασμούς του Ερντογάν).
Ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος, ωστόσο, δεν πτοείται.
Αντιθέτως, βγαίνει μπροστά κατά πάντων διεκδικώντας ό,τι μπορεί κανείς να φανταστεί: όπλα από τη Ρωσία (S-400, Su-57) αλλά και από τις ΗΠΑ (F35, Patriot), την παραμονή της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ αλλά και τη σύμπλευση με τη Μόσχα, την ένταξη στην ΕΕ αλλά και την ισλαμοποίηση στο εσωτερικό, την εμπλοκή της Τουρκίας στις εσωτερικές υποθέσεις των «έξω» (σε Λιβύη, Αίγυπτο, Συρία, Παλαιστίνη κ.α.), αλλά και λευκές επιταγές για να πράττει όπως ακριβώς εκείνος επιθυμεί οπουδήποτε επιθυμεί, εντός και εκτός των συνόρων. Σε αυτό το πλαίσιο των ανεξέλεγκτων «θέλω», ο 65χρονος Τούρκος ηγέτης διεμήνυσε από το βήμα ομιλίας του την περασμένη Τετάρτη στην πόλη Σίβας πως επιθυμεί να αποκτήσει ακόμη και πυρηνικά όπλα ενάντια στο Ισραήλ.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει όμως ήδη ουκ ολίγα «όπλα» στη διάθεσή του, «όπλα» που δεν είναι μόνο στρατιωτικά αλλά ποικίλλουν.
Είναι τα οπλισμένα τουρκικά drones που σαρώνουν το Αιγαίο αλλά και τα γεωτρύπανα στην ΑΟΖ της Κύπρο
Είναι οι ρωσικοί S-400 αλλά και τα fake news στην υπηρεσία της τουρκικής προπαγάνδας (το fake βίντεο για την πτήση του Τούρκου υπουργού Αμυνας πάνω από το Αιγαίο, τα fake δημοσιεύματα της «Yeni Şafak» για παρ’ ολίγον θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο κ.ά.).
Είναι οι εργαλειοποιημένες προσφυγικές ροές αλλά και οι καλούμενες «τουρκικές» μειονότητες εκτός των συνόρων, είτε πρόκειται για τη Θράκη και τη Ρόδο είτε για την επαρχία Σιντσιάνγκ της Βορειοδυτικής Κίνας.
Είναι οι έποικοι στην Κύπρο αλλά και οι υποστηριζόμενες από την Τουρκία ομάδες των τζιχαντιστών στη Συρία.
Είναι το casus belli στο Αιγαίο και οι χάρτες με τις «γαλάζιες πατρίδες».
Και όποτε ο Ερντογάν εγκαλείται στην τάξη, εκείνος βρίσκει καταφύγιο πίσω από αδυναμίες απόδοσης ευθυνών και μισές αλήθειες. «Δεν γίνεται η Τουρκία να σηκώνει μόνη της το βάρος του Προσφυγικού» λέει, όχι όμως για να ζητήσει βοήθεια αλλά για να εκβιάσει.
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, ο «πόλεμος» με την Τουρκία δεν αποτελεί πια σενάριο. Συμβαίνει τώρα, αλλά υπό μορφή υβριδική, αναδιαμορφώνοντας τα ανοιχτά μέτωπα ανάμεσα σε δύο χώρες όπως είναι η Ελλάδα και η Τουρκία, που δεν βρίσκονται προφανώς σε πόλεμο με την παλαιά έννοια του όρου, αλλά ούτε ακριβώς και σε καιρό ειρήνης.
«Σε μια εποχή που η “διπλωματία των κανονιοφόρων” και ο πόλεμος υποχωρούν δραματικά, τα κράτη υιοθετούν νέες έμμεσες μεθόδους για να επιβάλλουν την θέλησή τους» γράφει ο Σπύρος Πλακούδας, επίκουρος καθηγητής Εθνικής Ασφάλειας στο Rabdan Academy (του Αμπου Ντάμπι) και αντιπρόεδρος του Κέντρου Διεθνών Στρατηγικών Αναλύσεων (ΚΕΔΙΣΑ), σε κείμενό του με τον τίτλο «Νέες απειλές ασφάλειας – Υβριδικός πόλεμος».
Όποιος τα θέλει όλα, ωστόσο, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να χάσει τα πάντα. «Το να διακινδυνεύεις πολλά για να κερδίσεις πολλά είναι περισσότερο πλεονεξία παρά σοφία», όπως είχε πει άλλοτε και ένας Άγγλος αποικιοκράτης ονόματι Ουίλιαμ Πεν.
ΠΗΓΗ: ΕΘΝΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ