προειδοποίησε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. Πώς σχολίασε ο καθηγητής λοιμωξιολογίας Σωτήρης Τσιόδρας την έκθεση του οργανισμού.
Όπως αναφέρουν οι Financial Times, αρκετές κυβερνήσεις στον κόσμο ελπίζουν να εφαρμόσουν μια ανάλογη στρατηγική επιτρέποντας σε ανθρώπους με ανοσία να ταξιδέψουν ή να εργαστούν.
Ωστόσο, σε έκθεση που δημοσίευσε ο ΠΟΥ τάχθηκε κατά τέτοιων πρακτικών, επικαλούμενος της έλλειψη στοιχείων αναφορικά με το εάν κάποιος μπορεί να χαρακτηριστεί με απόλυτο τρόπο ότι έχει ανοσία από το θανατηφόρο ιό.
«Δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι άνθρωποι που έχουν αναρρώσει από την Covid-19 και έχουν αντισώματα είναι προστατευμένοι από δεύτερη μόλυνση», γράφει.
Την περασμένη εβδομάδα η Χιλή έγινε η πρώτη χώρα που ανακοίνωσε σχέδιο για «διαβατήρια υγείας» σε ασθενείς που ανέρρωσαν, επιτρέποντάς τους να επιστρέψουν στη δουλειά. Γερμανία και Βρετανία φέρονται να εξετάζουν ανάλογες πρακτικές.
Ωστοσο ο ΠΟΥ είπε ότι δεν υπάρχουν αρκετές αποδείξεις για να εξασφαλιστεί ότι τέτοια μέτρα θα δουλέψουν, ούτε μελέτες για το εάν η παρουσία αντισωμάτων σημαίνει ανοσία για τους ανθρώπους. Ετσι «το να δοθεί σε ανθρώπους που έχουν αντισώματα ειδικό δικαίωμα να ταξιδέψουν ή να εργαστούν αυξάνει το ρίσκο να συνεχιστεί η μετάδοση».
Ο ΠΟΥ προειδοποιεί ακόμη και για την ακρίβεια των τεστ που απαιτούνται για να εξακριβωθεί η ανοσία στον πληθυσμό και τον κίνδυνο να «μπερδέψουν» τα αντισώματα της Covid-19 με αυτά άλλων κορωνοϊών, περιλαμβανομένων τεσσάρων που προκαλούν απλό κρυολόγημα.
Υπενθυμίζεται ότι πάνω από 90 τεστ αντισωμάτων έχουν κυκλοφορήσει ήδη αλλά πολλά εξ αυτών αποδείχτηκαν αναξιόπιστα. Εννέα διαφορετικά τεστ εξέτασε η Μεγάλη Βρετανία αλλά κανένα δεν κάλυψε τα στάνταρντ, κάτι που σημαίνει ότι τα 17 εκατομμύρια που παρήγγειλε το υπουργείο Υγείας δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν.
Τσιόδρας: Διαφωνώ με τον ΠΟΥ
Κατά τη διάρκεια της χθεσινής ενημέρωσης στο υπουργείο Υγείας, ο καθηγητής λοιμωξιολογίας και εκπρόσωπος του υπουργείου για τον νέο κορωνοϊό εμφανίστηκε αντίθετος με τη θέση του ΠΟΥ ότι δεν υπάρχουν στοιχεία που να επιβεβαιώνουν ότι άνθρωποι που έχουν αναρρώσει από την Covid-19 και έχουν αντισώματα, είναι προστατευμένοι από ένα δεύτερο κύμα μόλυνσης από τον κορωνοϊό.
«Το να χτίσει κανείς σταδιακά ανοσία σε αυτόν τον ιό είναι σημαντικό, όπως δείχνει η εμπειρία άλλων χωρών, όπου μαζικά εξετέθη ο πληθυσμός στον ιό κι είχαμε τα τραγικά αποτελέσματα που βλέπουμε τις τελευταίες εβδομάδες, με την τεράστια αύξηση της θνησιμότητας, με την τεράστια επέλαση στα συστήματα υγείας των χωρών αυτών, την υπερφόρτωση και μάλιστα πολλούς ανθρώπους, οι οποίοι να μην μπορούν να πάρουν βοήθεια.
Η σταδιακή ανοσία, που θα βοηθούσε σε εξασφάλιση του πληθυσμού από περαιτέρω επέκταση της νόσου δεν είναι ακριβώς γνωστή. Μερικοί μιλούν για 50%, άλλοι λένε ότι πρέπει να φτάσει το 70%. Πάντως, σίγουρα δεν μπορεί να γίνει απότομα και όταν λέμε σταδιακή ανοσία, εννοούμε κάποιοι να εκτεθούν στον ιό και να εμφανίσουν αντισώματα, τα οποία θα τους προστατεύσουν», είπε ο κ. Τσιόδρας και πρόσθεσε:
«Τις τελευταίες εβδομάδες ακούγονται δύο διφορούμενες απόψεις, μία από τον ΠΟΥ, που λέει ότι δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι τα αντισώματα που αναπτύσσονται, προστατεύουν - εγώ δεν συμφωνώ με αυτή την τοποθέτηση - και μια δεύτερη, η οποία ακούγεται από επιστημονικές ομάδες εγνωσμένου κύρους, ότι με βάση την εμπειρία που έχουμε από τους κορονοϊούς, ότι θα υπάρχει προστασία για τουλάχιστον ένα χρόνο. Με αυτή συντάσσομαι κι εγώ.
Θα αποδειχθεί στο μέλλον, όταν θα έχουμε αξιόπιστα τεστ αντισωμάτων τι από τα δυο ισχύει. Ακόμα δεν έχουμε όλα τα επιστημονικά δεδομένα».
«Θεωρώ, λοιπόν, ότι μια από τις ομάδες που θα μπορούσε να εκτεθεί σταδιακά, και είναι και η λιγότερο ευπαθής, με τα μέχρι τώρα δεδομένα, είναι όντως τα μικρά παιδιά. Αυτό ενδεχομένως να γίνει, ενδεχομένως και να μην γίνει.
Όλα είναι υπό συζήτηση. Αυτή η στρατηγική υιοθετείται από κάποιες χώρες κι έχουν συγκεκριμένους για ηλικίες άνω 12 ετών, ενώ κάτω 12 ετών είναι πιο ελεύθερη στην προσέγγισή του. Τα αξιολογούμε όλα και σκεφτόμαστε τι από αυτά θα μπορούσε να ωφελήσει τη χώρα μας, όσον αφορά την σταδιακή ανάπτυξη ανοσίας», κατέληξε ο καθηγητής λοιμωξιολογίας.