Η έρευνα της Eurostat «σπάει» το στερεότυπο και δίνει την ευκαιρία για μία συζήτηση που έπρεπε να έχει γίνει εδώ και καιρό.
Κλασσικό, διαχρονικό στερεότυπο. Ο «τεμπέλης» Έλληνας που δεν πάει να δουλέψει. Δεν έχει σημασία αν συμφωνείς ή διαφωνείς. Διότι σημασία έχουν οι αριθμοί. Και η έρευνα της Eurostat για το 2022, δεν αφήνει χώρο για αμφιβολίες.
Το 2022, ο χρόνος εργασίας για τα άτομα ηλικίας 20-64 ετών ανά εβδομάδα στην ΕΕ ήταν κατά μέσο όρο 37,5 ώρες. Οι διαφορές ανάμεσα στα κράτη μέλη τη Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι μικρές. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Έλληνες εργαζόμενοι δουλεύουν κατά μέσο όρο 41 ώρες την εβδομάδα κατακτώντας το «χρυσό μετάλλιο» στον άτυπο διαγωνισμό.
Ακολουθούν οι εργαζόμενοι στην Πολωνία (40,4), τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία (40,2 ώρες και οι δύο).
Αντίθετα, η Ολλανδία είχε τη μικρότερη εβδομάδα εργασίας (33,2 ώρες), ακολουθούμενες από τη Γερμανία (35,3) και τη Δανία (35,4).
Οι μέσες ώρες εργασίας αφορούν εργαζόμενους πλήρους και μερικής απασχόλησης. Κατά συνέπεια, τα διαφορετικά ποσοστά εργαζομένων μερικής απασχόλησης στις διάφορες χώρες επηρεάζουν τα αποτελέσματα, εκτός από τη διαφορετική νόμιμη και συνήθη διάρκεια της εβδομάδας εργασίας. Οι ώρες εργασίας αναφέρονται στον αριθμό των ωρών εβδομαδιαίως που συνήθως εργάζονται στην κύρια εργασία τους. Είναι η μέση τιμή των πραγματικών ωρών εργασίας ανά εβδομάδα για μια μακρά περίοδο αναφοράς, εξαιρουμένων των εβδομάδων κατά τις οποίες παρατηρείται απουσία από την εργασία (π.χ. διακοπές, άδειες, απεργίες).
Αν σκεφτείς και την αδήλωτη εργασία όπως οι υπερωρίες, τότε μπορείς να καταλάβεις το πόσο σκληρά δουλεύουν οι Έλληνες. Κάπου εδώ ας ανοίξει και μια συζήτηση για το πόσο «καλοπληρωμένοι» είναι οι Έλληνες εργαζόμενοι, την ακρίβεια και το νέο εργασιακό νομοσχέδιο. Καλά -δε- θα πάει αυτό.