Μανώλης Κοττάκης
Γνωρίζω τον Γιώργο Γεραπετρίτη εδώ και πάρα πολλά χρόνια και δεν έχω καμία δυσκολία να ομολογήσω ότι συμπαθώ τον καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου. Με καταγωγή από την... Κάρπαθο και παιδικά χρόνια στον Πειραιά όπου φοίτησε στην Ιωνίδειο Σχολή, ο ακαδημαϊκός που έγινε πολιτικός αποτελεί το τυπικό παράδειγμα του Ελληνα ο οποίος ξεκίνησε από πολύ χαμηλά για να φτάσει πολύ ψηλά. Και κατά τούτο αποτελεί καταρχάς δημόσιο υπόδειγμα.
Ο Γεραπετρίτης ως υπουργός Επικρατείας ήταν για τον Κυριάκο Μητσοτάκη ό,τι ήταν ο Ευάγγελος Βενιζέλος για τον Ανδρέα Παπανδρέου. Με τη νομική του κατάρτιση έχει δώσει λύσεις, ακόμα κι αν αυτές είναι αμφίβολης συνταγματικότητας (όπως ο νόμος για την Ακροδεξιά) σε πάρα πολλές δύσκολες περιστάσεις για τον πρωθυπουργό. Από τον οποίο λείπει. Ο Βορίδης δεν είναι του ιδίου διαμετρήματος.
Ωστόσο, στον δημόσιο βίο πρέπει πάντοτε να ξεχωρίζεις το συναίσθημά σου για τα πρόσωπα από τα γεγονότα. Αλλο η συμπάθεια για ένα πρόσωπο, άλλο οι πράξεις αυτού του προσώπου. Αλλο η αφετηρία ενός προσώπου, άλλο το πώς εξελίσσεται στη διαδρομή του ένα πρόσωπο. Από την περασμένη εβδομάδα, όταν διαβάσαμε πρώτη φορά την ανακοίνωση του τουρκικού υπουργείου Αμυνας αλλά και τις δηλώσεις του Τούρκου υπουργού των Εξωτερικών που μας «ευχαριστούσαν» επειδή «αναγνωρίσαμε» στην Κάσο τις «θαλάσσιες ζώνες» τους και μετά τις κατηγορηματικές διαψεύσεις που ακολούθησαν από τον ίδιο τον κύριο Γεραπετρίτη στη συνέντευξή του στο Σκάι για τα ίδια γεγονότα με τις φράσεις «είναι ψεύδος, είναι ψεύδος, είναι ψεύδος» (ότι ζητήσαμε άδεια ερευνών από τους Τούρκους, ότι έφυγε το ερευνητικό μας προώρως), είχαμε την εξής ανθρώπινη απορία: Είναι δυνατόν ο υπουργός των Εξωτερικών της Ελλάδος να λέει ψέματα; Είναι δυνατόν, ενώ λέει ψέματα, να κατηγορεί τους άλλους ότι ψεύδονται;
Διατύπωσα αυτές τις απορίες σε κορυφαίο πολύπειρο διπλωμάτη μας που συνεργάστηκε στη θητεία του με πολλούς ΥΠΕΞ σε θυελλώδεις περιόδους για την εξωτερική μας πολιτική, πριν
ακόμα δημοσιευθεί το άρθρο του καθηγητή Χρήστου Ροζάκη στο Kreport, σύμφωνα με το οποίο το ιταλικό πλοίο ΔΕΝ τελείωσε έρευνες για λογαριασμό της Ελληνικής Δημοκρατίας στην Κάσο και αποχώρησε προώρως έπειτα από μυστικές διαπραγματεύσεις των δύο υπουργών Εξωτερικών της Ελλάδος και της Τουρκίας.
Ρώτησα τότε τον κορυφαίο διπλωμάτη μας: Είναι δυνατόν οι Τούρκοι να λένε ότι τους ζητήσαμε άδεια και ο δικός μας ο υπουργός Εξωτερικών να λέει με τόση κατηγορηματικότητα «δεν αιτηθήκαμε άδεια»;
Ο διπλωμάτης με διαφώτισε λέγοντάς μου ότι «άδεια δεν ζητάς μόνο γραπτώς αλλά ζητάς και προφορικώς». Και ότι «οι Τούρκοι έχουν στη διάθεσή τους τα ηχητικά ντοκουμέντα από τις επικοινωνίες που έκαναν τα δύο ιταλικά πλοία που έχει μισθώσει η Ελληνική Δημοκρατία, βάσει των οποίων προφανώς και έχουμε ζητήσει άδεια! Μπορεί να μην την έχουμε ζητήσει γραπτώς και γι’ αυτό πιθανόν οχυρώνεται πίσω από αυτό ο υπουργός των Εξωτερικών, αλλά έχουμε ζητήσει».
«Μα είναι δυνατόν να λέει τόσο χονδρά ψέματα μπροστά στην κάμερα ο υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδος για τόσο σοβαρά θέματα;» διερωτήθηκα και πρόσθεσα: «Προφανώς και δεν δικαιολογείται για κανέναν υπουργό το ψέμα στην πολιτική. Αλλο να πει όμως ψέμα ο υπουργός Υγείας, άλλο ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, που είναι η δουλειά του να καλύπτει, κι άλλο να πει ψέματα μπροστά στην κάμερα ο υπουργός Εξωτερικών. Αν οι υπόλοιποι υπουργοί έχουν υποχρέωση μία φορά να μη λένε ψέματα μπροστά στην κάμερα, ο πρωθυπουργός, ο υπουργός Εξωτερικών και ο υπουργός Αμύνης έχουν δέκα φορές την υποχρέωση να μη λένε ψέματα. Ο συνηθέστερος τρόπος διαφυγής τους είναι να αποσιωπούν την αλήθεια. Οχι όμως να λένε ψέματα!».
Δεν μπορώ να μοιραστώ μαζί σας τι μου απάντησε γι’ αυτό ο κορυφαίος διπλωμάτης μας. Εκανε μόνο μία αθωωτική παρατήρηση για τον υπουργό που, αν ισχύει, κάνει τα πράγματα ακόμα χειρότερα. «Είναι πιθανόν οι έρευνες στην Κάσο και η αίτηση για την άδεια να έγιναν έπειτα από απευθείας συνεννόηση του Μεγάρου Μαξίμου και του υπουργείου Ενέργειας και μετά να κλήθηκε και ο υπουργός των Εξωτερικών να μπαλώσει με ψέματα κραυγαλέα λάθη άλλων». Θα ήθελα να είναι έτσι, αλλά είναι πολύ καλό για να είναι αληθινό.
Δυστυχώς, το άρθρο του μαρτυριάρη εξ απορρήτων του πρωθυπουργού Χρήστου Ροζάκη στο Κreport τoυ φίλου Κώστα Καλίτση ξεσκέπασε εντελώς τον υπουργό Εξωτερικών και κατέρριψε ακόμα και τα καλύτερα σενάρια για τους χειρισμούς του. Ο Ροζάκης, έχοντας απευθείας πληροφορίες από την πηγή, αποκάλυψε ότι ο ΥΠΕΞ έκανε «μυστικές διαπραγματεύσεις» με τον Τούρκο ομόλογό του Χακάν Φιντάν για την «πρόωρη» αποχώρηση του ιταλικού ερευνητικού που επιχειρούσε για λογαριασμό της Ελληνικής Δημοκρατίας στην οριοθετημένη από την ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία ΑΟΖ στην Κάσο.
Η απογοήτευση μεγαλώνει ακόμα περισσότερο για ακόμα δύο λόγους. Ο πρώτος είναι ότι στην ίδια συνέντευξη στον Σκάι ο υπουργός ανερυθρίαστα είπε ότι η περιοχή όπου έγινε το επεισόδιο είναι «μη οριοθετημένη» και ότι υπάρχουν «επικαλύψεις» της ελληνοαιγυπτιακής συμφωνίας με το τουρκολιβυκό μνημόνιο. Είναι οι περίφημες περιοχές αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας για τις οποίες γράφω από το 2020. «Αμφισβητούμενης» για τους Τούρκους βεβαίως και όχι για εμάς κανονικά. Μου φαίνεται αδιανόητο μετά ταύτα ο υπουργός Εξωτερικών να λέει σε δημόσια θέα ψέματα για τον χειρισμό κρίσιμων εθνικών θεμάτων και να υπονομεύει τις κατοχυρωμένες με κόπο και ιδρώτα ελληνικές θέσεις!
Ακόμα δε πιο πολύ αδιανόητο είναι ότι στην ίδια συνέντευξη στον Σκάι εγκάλεσε την πολιτική ηγεσία της Κύπρου για «ακινησία και αδράνεια» και περίπου την κατηγόρησε για το αδιέξοδο στο οποίο έχει φτάσει σήμερα το Κυπριακό. Μας είπε περίπου δηλαδή ότι φταίνε τα… θύματα και όχι ο… θύτης! Αυτό το τελευταίο το ανακάλεσε με καθυστέρηση πέντε ημερών μετά τη θύελλα αντιδράσεων στο νησί, υποστηρίζοντας ότι αναφερόταν στην… τουρκική ηγεσία όταν μιλούσε για ακινησία και αδράνεια και όχι στην ελληνοκυπριακή. Αλλά οι εντυπώσεις έμειναν. Δυστυχώς σταδιακά χάνουμε από το κάδρο τον Γιώργο Γεραπετρίτη που γνωρίσαμε από τον καιρό που υπήρξε τη δεκαετία του 1990 συνεργάτης της Βιργινίας Τσουδερού για θέματα Θράκης.
Τη θέση του καταλαμβάνει σταδιακά, μετά τις επικύψεις στο Προεδρικό Μέγαρο, μετά τα αποδεδειγμένα ψέματα και μετά την υπονόμευση των θέσεων που έχει κατακτήσει η ελληνική διπλωματία, μια φιγούρα που μοιάζει στο πρόσωπο με τον Αρτέμη Μάτσα, τον δωσίλογο των ελληνικών ταινιών για την Κατοχή. Οπως ο Μάτσας αδίκησε τον εαυτό του και την οικογένειά του με τους ρόλους που υποδύθηκε γιατί η οικογένειά του είχε θύματα από τους Γερμανούς στην Κατοχή, έτσι και ο καθηγητής Γεραπετρίτης αδικεί τον εαυτό του υποδυόμενος τον υπουργό Εξωτερικών Γεραπετρίτη.
Το να λες ψέματα χωρίς ντροπή στον ελληνικό λαό και να «καταδίδεις», σύμφωνα με τις αποκαλύψεις Ροζάκη, τα ελληνικά συμφέροντα είναι συμπεριφορά ξένη προς το δημόσιο ήθος αλλά και προς τις διατάξεις του ελληνικού Συντάγματος, στο οποίο κανείς ορκίζεται να τηρεί όταν αναλαμβάνει υπουργικό αξίωμα.
Ο Γεραπετρίτης ως υπουργός Επικρατείας ήταν για τον Κυριάκο Μητσοτάκη ό,τι ήταν ο Ευάγγελος Βενιζέλος για τον Ανδρέα Παπανδρέου. Με τη νομική του κατάρτιση έχει δώσει λύσεις, ακόμα κι αν αυτές είναι αμφίβολης συνταγματικότητας (όπως ο νόμος για την Ακροδεξιά) σε πάρα πολλές δύσκολες περιστάσεις για τον πρωθυπουργό. Από τον οποίο λείπει. Ο Βορίδης δεν είναι του ιδίου διαμετρήματος.
Ωστόσο, στον δημόσιο βίο πρέπει πάντοτε να ξεχωρίζεις το συναίσθημά σου για τα πρόσωπα από τα γεγονότα. Αλλο η συμπάθεια για ένα πρόσωπο, άλλο οι πράξεις αυτού του προσώπου. Αλλο η αφετηρία ενός προσώπου, άλλο το πώς εξελίσσεται στη διαδρομή του ένα πρόσωπο. Από την περασμένη εβδομάδα, όταν διαβάσαμε πρώτη φορά την ανακοίνωση του τουρκικού υπουργείου Αμυνας αλλά και τις δηλώσεις του Τούρκου υπουργού των Εξωτερικών που μας «ευχαριστούσαν» επειδή «αναγνωρίσαμε» στην Κάσο τις «θαλάσσιες ζώνες» τους και μετά τις κατηγορηματικές διαψεύσεις που ακολούθησαν από τον ίδιο τον κύριο Γεραπετρίτη στη συνέντευξή του στο Σκάι για τα ίδια γεγονότα με τις φράσεις «είναι ψεύδος, είναι ψεύδος, είναι ψεύδος» (ότι ζητήσαμε άδεια ερευνών από τους Τούρκους, ότι έφυγε το ερευνητικό μας προώρως), είχαμε την εξής ανθρώπινη απορία: Είναι δυνατόν ο υπουργός των Εξωτερικών της Ελλάδος να λέει ψέματα; Είναι δυνατόν, ενώ λέει ψέματα, να κατηγορεί τους άλλους ότι ψεύδονται;
Διατύπωσα αυτές τις απορίες σε κορυφαίο πολύπειρο διπλωμάτη μας που συνεργάστηκε στη θητεία του με πολλούς ΥΠΕΞ σε θυελλώδεις περιόδους για την εξωτερική μας πολιτική, πριν
ακόμα δημοσιευθεί το άρθρο του καθηγητή Χρήστου Ροζάκη στο Kreport, σύμφωνα με το οποίο το ιταλικό πλοίο ΔΕΝ τελείωσε έρευνες για λογαριασμό της Ελληνικής Δημοκρατίας στην Κάσο και αποχώρησε προώρως έπειτα από μυστικές διαπραγματεύσεις των δύο υπουργών Εξωτερικών της Ελλάδος και της Τουρκίας.
Ρώτησα τότε τον κορυφαίο διπλωμάτη μας: Είναι δυνατόν οι Τούρκοι να λένε ότι τους ζητήσαμε άδεια και ο δικός μας ο υπουργός Εξωτερικών να λέει με τόση κατηγορηματικότητα «δεν αιτηθήκαμε άδεια»;
Ο διπλωμάτης με διαφώτισε λέγοντάς μου ότι «άδεια δεν ζητάς μόνο γραπτώς αλλά ζητάς και προφορικώς». Και ότι «οι Τούρκοι έχουν στη διάθεσή τους τα ηχητικά ντοκουμέντα από τις επικοινωνίες που έκαναν τα δύο ιταλικά πλοία που έχει μισθώσει η Ελληνική Δημοκρατία, βάσει των οποίων προφανώς και έχουμε ζητήσει άδεια! Μπορεί να μην την έχουμε ζητήσει γραπτώς και γι’ αυτό πιθανόν οχυρώνεται πίσω από αυτό ο υπουργός των Εξωτερικών, αλλά έχουμε ζητήσει».
«Μα είναι δυνατόν να λέει τόσο χονδρά ψέματα μπροστά στην κάμερα ο υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδος για τόσο σοβαρά θέματα;» διερωτήθηκα και πρόσθεσα: «Προφανώς και δεν δικαιολογείται για κανέναν υπουργό το ψέμα στην πολιτική. Αλλο να πει όμως ψέμα ο υπουργός Υγείας, άλλο ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, που είναι η δουλειά του να καλύπτει, κι άλλο να πει ψέματα μπροστά στην κάμερα ο υπουργός Εξωτερικών. Αν οι υπόλοιποι υπουργοί έχουν υποχρέωση μία φορά να μη λένε ψέματα μπροστά στην κάμερα, ο πρωθυπουργός, ο υπουργός Εξωτερικών και ο υπουργός Αμύνης έχουν δέκα φορές την υποχρέωση να μη λένε ψέματα. Ο συνηθέστερος τρόπος διαφυγής τους είναι να αποσιωπούν την αλήθεια. Οχι όμως να λένε ψέματα!».
Δεν μπορώ να μοιραστώ μαζί σας τι μου απάντησε γι’ αυτό ο κορυφαίος διπλωμάτης μας. Εκανε μόνο μία αθωωτική παρατήρηση για τον υπουργό που, αν ισχύει, κάνει τα πράγματα ακόμα χειρότερα. «Είναι πιθανόν οι έρευνες στην Κάσο και η αίτηση για την άδεια να έγιναν έπειτα από απευθείας συνεννόηση του Μεγάρου Μαξίμου και του υπουργείου Ενέργειας και μετά να κλήθηκε και ο υπουργός των Εξωτερικών να μπαλώσει με ψέματα κραυγαλέα λάθη άλλων». Θα ήθελα να είναι έτσι, αλλά είναι πολύ καλό για να είναι αληθινό.
Δυστυχώς, το άρθρο του μαρτυριάρη εξ απορρήτων του πρωθυπουργού Χρήστου Ροζάκη στο Κreport τoυ φίλου Κώστα Καλίτση ξεσκέπασε εντελώς τον υπουργό Εξωτερικών και κατέρριψε ακόμα και τα καλύτερα σενάρια για τους χειρισμούς του. Ο Ροζάκης, έχοντας απευθείας πληροφορίες από την πηγή, αποκάλυψε ότι ο ΥΠΕΞ έκανε «μυστικές διαπραγματεύσεις» με τον Τούρκο ομόλογό του Χακάν Φιντάν για την «πρόωρη» αποχώρηση του ιταλικού ερευνητικού που επιχειρούσε για λογαριασμό της Ελληνικής Δημοκρατίας στην οριοθετημένη από την ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία ΑΟΖ στην Κάσο.
Η απογοήτευση μεγαλώνει ακόμα περισσότερο για ακόμα δύο λόγους. Ο πρώτος είναι ότι στην ίδια συνέντευξη στον Σκάι ο υπουργός ανερυθρίαστα είπε ότι η περιοχή όπου έγινε το επεισόδιο είναι «μη οριοθετημένη» και ότι υπάρχουν «επικαλύψεις» της ελληνοαιγυπτιακής συμφωνίας με το τουρκολιβυκό μνημόνιο. Είναι οι περίφημες περιοχές αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας για τις οποίες γράφω από το 2020. «Αμφισβητούμενης» για τους Τούρκους βεβαίως και όχι για εμάς κανονικά. Μου φαίνεται αδιανόητο μετά ταύτα ο υπουργός Εξωτερικών να λέει σε δημόσια θέα ψέματα για τον χειρισμό κρίσιμων εθνικών θεμάτων και να υπονομεύει τις κατοχυρωμένες με κόπο και ιδρώτα ελληνικές θέσεις!
Ακόμα δε πιο πολύ αδιανόητο είναι ότι στην ίδια συνέντευξη στον Σκάι εγκάλεσε την πολιτική ηγεσία της Κύπρου για «ακινησία και αδράνεια» και περίπου την κατηγόρησε για το αδιέξοδο στο οποίο έχει φτάσει σήμερα το Κυπριακό. Μας είπε περίπου δηλαδή ότι φταίνε τα… θύματα και όχι ο… θύτης! Αυτό το τελευταίο το ανακάλεσε με καθυστέρηση πέντε ημερών μετά τη θύελλα αντιδράσεων στο νησί, υποστηρίζοντας ότι αναφερόταν στην… τουρκική ηγεσία όταν μιλούσε για ακινησία και αδράνεια και όχι στην ελληνοκυπριακή. Αλλά οι εντυπώσεις έμειναν. Δυστυχώς σταδιακά χάνουμε από το κάδρο τον Γιώργο Γεραπετρίτη που γνωρίσαμε από τον καιρό που υπήρξε τη δεκαετία του 1990 συνεργάτης της Βιργινίας Τσουδερού για θέματα Θράκης.
Τη θέση του καταλαμβάνει σταδιακά, μετά τις επικύψεις στο Προεδρικό Μέγαρο, μετά τα αποδεδειγμένα ψέματα και μετά την υπονόμευση των θέσεων που έχει κατακτήσει η ελληνική διπλωματία, μια φιγούρα που μοιάζει στο πρόσωπο με τον Αρτέμη Μάτσα, τον δωσίλογο των ελληνικών ταινιών για την Κατοχή. Οπως ο Μάτσας αδίκησε τον εαυτό του και την οικογένειά του με τους ρόλους που υποδύθηκε γιατί η οικογένειά του είχε θύματα από τους Γερμανούς στην Κατοχή, έτσι και ο καθηγητής Γεραπετρίτης αδικεί τον εαυτό του υποδυόμενος τον υπουργό Εξωτερικών Γεραπετρίτη.
Το να λες ψέματα χωρίς ντροπή στον ελληνικό λαό και να «καταδίδεις», σύμφωνα με τις αποκαλύψεις Ροζάκη, τα ελληνικά συμφέροντα είναι συμπεριφορά ξένη προς το δημόσιο ήθος αλλά και προς τις διατάξεις του ελληνικού Συντάγματος, στο οποίο κανείς ορκίζεται να τηρεί όταν αναλαμβάνει υπουργικό αξίωμα.