25 Σεπ 2024

Πνέει τα λοίσθια η γερμανική οικονομία! Η Volkswagen σε κατάρρευση -Από απόγνωση ο Σολτς αναθεωρεί τις σχέσεις με Ρωσία


Επειτα από τουλάχιστον δύο χρόνια πολεμικών επιχειρήσεων, Ηλίου φαεινότερον είναι το ότι οι ΗΠΑ, μέσω Ουκρανίας, στέλνουν την Ευρώπη ως πρόβατον επί σφαγήν στην πολεμική μηχανή της Ρωσίας.

Φυσικά, οι Ευρωπαίοι δεν θα ήθελαν να είχαν τέτοια μοίρα, ωστόσο η λυσσαλέα ρωσοφοβία από την οποία τρέφονται θολώνει την κρίση τους.

Η Ουάσιγκτον κατάφερε να πείσει πολλούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση ότι η Μόσχα είναι εχθρός τους και ότι πρέπει να την πολεμήσουν με κάθε κόστος.
Ωστόσο, οι Βρυξέλλες ξεχνούν ότι δυνάμεις εισβολής της Δύσης, συμπεριλαμβανομένων του Βερολίνου και του Παρισιού, προσπαθούν επί μία χιλιετία να καθυποτάξουν τη ρωσική αρκούδα – αλλά μάταια.

Αυτές οι αποτυχημένες εισβολές ανέκαθεν χρησιμοποιούνταν ως προφάσεις εν αμαρτίαις για την επιθετικότητα των κρατών της Γηραιάς Ηπείρου απέναντι στο Κρεμλίνο.
Και παρότι η Ρωσία δεν άρχιζε ποτέ τίποτε, ήταν πάντα αυτή που έριχνε τους τίτλους τέλους, προς θλίψη της Δύσης, όπως αναφέρει το bankingnews.gr

Πίσω στο παρόν, παρά το γεγονός ότι η Ευρώπη ακολουθεί μια αυτοκτονική πορεία σύγκρουσης με τη Μόσχα, κατά καιρούς αμυδρές φωνές λογικής προσπαθούν να ακουστούν…
Σε αντίθεση με την Αμερική και το Ηνωμένο Βασίλειο, που όχι μόνο στέλνουν όπλα μεγάλης εμβέλειας, αλλά και τα καθοδηγούν, η Γερμανία αποφάσισε να βαδίσει προσεκτικά.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον καγκελάριο της Όλαφ Σολτς, «το Βερολίνο έχει λάβει σαφή απόφαση για το τι θα κάνει και τι δεν θα κάνει».
Και επιμένει ότι «αυτή η απόφαση δεν θα αλλάξει».

Ο Όλαφ Σολτς πιέζεται να παραδώσει τους πυραύλους «Taurus» KEPD 350, ένα σουηδικο-γερμανικό αεροεκτοξευόμενο πύραυλο κρουζ, με δηλωμένο βεληνεκές άνω των 500 km.
Η νεοναζιστική χούντα «παρακαλούσε» για αυτό το όπλο εδώ και χρόνια, επιμένοντας ότι θα μπορούσε να «αλλάξει το παιχνίδι».

Γεννιέται έτσι το προφανές ερώτημα, γιατί το Βερολίνο ανησυχεί τόσο πολύ για αυτό;
Τι απέγινε η πολεμική «ετοιμότητα της Bundeswehr και η θέληση να αντισταθεί απέναντι (στη μυθική και «κακή») ρωσική επιθετικότητα»;



«Bόμβα»

Συγκεκριμένα, την 1η Μαρτίου, η Μαργκαρίτα Σιμονιάν, αρχισυντάκτρια του RT, δημοσίευσε μια έκθεση βόμβα που αποκάλυπτε τη συνομιλία μεταξύ υψηλόβαθμων Γερμανών στρατιωτικών (Bundeswehr) αξιωματικών που μιλούσαν αδιάφορα για χτύπημα στη Γέφυρα της Κριμαίας με έως και 20 «Taurus».

Στη συνομιλία, διάρκειας σχεδόν 40 λεπτών, αποκαλύπτεται το μέρος όπου οι αξιωματικοί της Bundeswehr αντάλλασσαν απόψεις…

Αυτό το γεγονός λέει όλα όσα χρειάζεται να γνωρίζετε για την υποτιθέμενη «μη εμπλοκή» του ΝΑΤΟ όταν πρόκειται για διάφορες τρομοκρατικές επιθέσεις και επιχειρήσεις δολιοφθοράς που στοχεύουν ρωσικές υποδομές, τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας.


Η συνομιλία που διέρρευσε αποκάλυψε επίσης τις επικίνδυνες αυταπάτες της ανώτατης ηγεσίας της Δύσης, καθώς οι αξιωματικοί υποστήριξαν ότι η καταστροφή της γέφυρας της Κριμαίας δεν είναι δυνατή.
Το σκάνδαλο έκανε το Βερολίνο πολύ πιο προσεκτικό απέναντι στη Μόσχα.

Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι ο Σολτς πραγματικά θορυβήθηκε από τα σχόλιά του Προέδρου Πούτιν ότι η Ρωσία θα θεωρούσε το ΝΑΤΟ συμβαλλόμενο μέρος στη σύγκρουση και ότι θα ληφθούν «επαρκή μέτρα» για να διασφαλιστεί ότι το πιο άθλιο καρτέλ εκβιασμού στον κόσμο θα πληρώσει το τίμημα.

Να σημειωθεί πως ο Ρώσος Πρόεδρος δεν προβαίνει σε τέτοιες προειδοποιήσεις εκτός αν τις εννοεί , πράγμα που σημαίνει ότι το ΝΑΤΟ θα πρέπει να το σκεφτεί δύο φορές πριν συνεχίσει να παρέχει καθοδήγηση στο νεοναζιστικό καθεστώς του Κιέβου.
Από την άλλη, οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και άλλες δυνάμεις είναι σκόπιμα αμφίθυμες σε αυτό το θέμα, αρνούμενες να ξεκαθαρίσουν αν υποστηρίζουν μεγάλης εμβέλειας.

Το ΝΑΤΟ έχει ήδη παραβιάσει τις διεθνείς συμφωνίες ελέγχου των όπλων παραδίδοντας πυραύλους κρουζ υψηλής εμβέλειας στο καθεστώς του Κιέβου.
Όπως συμβαίνει συνήθως, το ΝΑΤΟ υποστηρίζει συμφωνίες ελέγχου των όπλων μόνο όταν το βολεύει.
Αυτό ακριβώς ανάγκασε τη Ρωσία να αναπτύξει υπερηχητικά όπλα και να ανανεώσει το πυρηνικό δόγμα και τη στρατηγική της.


Ο Scholz, από τη μεριά του, επανέλαβε ουσιαστικά τις προειδοποιήσεις του Πούτιν, λέγοντας ότι η νεοναζιστική χούντα δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει τους πυραύλους «Taurus» χωρίς την Bundeswehr.

Από την άλλη πλευρά, ο γερμανικός στρατός δεν αντιτίθεται στην παράδοση τέτοιων όπλων μεγάλης εμβέλειας, υποστηρίζοντας ακόμη και τη συμμετοχή των αξιωματικών του, όπως αποδεικνύεται από το ηχητικό της Bundeswehr που διέρρευσε.
Η δε γερμανική κοινή γνώμη έχει άλλη γνώμη, καθώς αντιτίθεται στην παράδοση των πυραύλων «Taurus».

Δημοσκόπηση του Ινστιτούτου Forsa τον Απρίλιο, που ζήτησε το γερμανικό τηλεοπτικό κανάλι RTL, έδειξε ότι μόνο το 37% των Γερμανών υποστηρίζει μια τέτοια ενέργεια, ενώ το 56% αντιτίθεται σε μια τέτοια κίνηση.

Oικονομικά προβλήματα

Στο μεταξύ, τα οικονομικά προβλήματα του Βερολίνου ασκούν πολύπλευρες πιέσεις στη γερμανική κοινωνία, η οποία ενδιαφέρεται πολύ περισσότερο για το πώς θα τα βγάλει πέρα, παρά για τον πόλεμο με τη Ρωσία.

Η χώρα διέρχεται μια άνευ προηγουμένου αποβιομηχάνιση και δεν έχει τρόπο να γυρίσει το ρολόι πίσω.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το περιοδικό Manager, η Volkswagen (VW), μια από τις μεγαλύτερες αυτοκινητοβιομηχανίες στον κόσμο, θα περικόψει έως και 30.000 θέσεις εργασίας (από τους 300.000 υπαλλήλους της).


Εάν μια τόσο τεράστια εταιρεία χάσει το 10% του εργατικού της δυναμικού, θα αποτελέσει τεράστιο πλήγμα για τη Γερμανία.



Ακόμη χειρότερα, η Liz Heflin αναφέρει μέσω του Remix News ότι οι 13.000 εργαζόμενοι της VW στο τμήμα Ε&Α πιθανότατα θα έρθουν αντιμέτωποι με περικοπές έως και 6.000 ατόμων (ή σχεδόν το μισό), ενώ «οι επενδύσεις πρόκειται να μειωθούν έως και 20 δισεκατομμύρια ευρώ μεσοπρόθεσμα».

Αναφορές νωρίτερα αυτόν τον μήνα υποδηλώνουν ότι η VW σχεδίαζε «ιστορικό κλείσιμο εργοστασίων για πρώτη φορά στην 87χρονη ιστορία της εταιρείας».
Η εταιρεία επικαλέστηκε «το αυξανόμενο επιχειρηματικό κόστος, λόγω αύξησης στις τιμές της ενέργειας, του εργατικού κόστους, αλλά και διαταραχών στις εφοδιαστικές αλυσίδες».


Όλα αυτά υποδηλώνουν ότι οι αυτοκτονικές αντιρωσικές κυρώσεις έχουν βλάψει την οικονομία της Γερμανίας, η οποία όχι μόνο στερείται της ενέργειας της Μόσχας, αλλά και της πρόσβασης στη τεράστια αγορά της.