24 Νοε 2025

Γρηγόρης Μπιθικώτσης: Ο… υδραυλικός που έγινε η μεγαλύτερη λαϊκή φωνή


Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης είδε το φως του ήλιου στις 11-12-1922 στο Περιστέρι, όγδοο και τελευταίο παιδί του Γιάννη και της Τασίας, τότε που η Ελλάδα μετρούσε τις πληγές της από τη Μικρασιατική Καταστροφή…

Οι γονείς του τον έστειλαν να γίνει υδραυλικός, αλλά εκείνος το έσκαγε κι έτρεχε να ακούσει Βαμβακάρη, Παγιουμτζή και Χιώτη…

Τάσος Κ. Κοντογιαννίδης
Μετά ήρθαν τα μαύρα χρόνια της Κατοχής με την πείνα και την εξαθλίωση.
Τραγουδούσε εδώ κι εκεί για ένα κομμάτι ψωμί. Μέχρι φύλακας σε αμπέλια είχε κάνει στο Βαρθολομιό Ηλείας.
Εκεί αρρώστησε από ελονοσία και τον έσωσε ο γιατρός Σπεντζάρης με τα κινίνα που του έδωσε…

Δύο γάμους τέλεσε ο Μπιθικώτσης, και έφερε στον κόσμο από τον πρώτο την Άννα και την Τασία και από το δεύτερο τον Γρηγόρη.


Η Άννα, με θετική παρουσία στη δημοσιογραφία και την πολιτική, δημιούργησε τη Λαϊκή Ορχήστρα Μπιθικώτση, με την οποία διατηρεί άσβεστη τη μνήμη του πατέρα της με συναυλίες που διοργανώνει.

Σε μία μάλιστα, το 2007 στη Σταυρούπολη Ξάνθης, ήταν παρών και ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος, φίλος του Γρηγόρη, που συνεχάρη στο τέλος την Άννα που διατηρεί και προβάλλει το έργο του πατέρα της.

Ο Μπιθικώτσης, αφού ηχογραφεί το 1947 το πρώτο τραγούδι του, «Το καντήλι τρεμοσβήνει», παρουσιάζεται στρατιώτης στο ΚΕΒΟΠ (Χαϊδάρι), και λίγο μετά θα βρεθεί στο Α’ Τάγμα Μακρονήσου.




Στη Λέσχη Αξιωματικών τον είδε η βασίλισσα Φρειδερίκη να παίζει μ’ ένα παλιό μπουζούκι με μία μόνο χορδή και να τραγουδά «Κάποια μάνα αναστενάζει» του Τσιτσάνη. «Τι όργανο είναι αυτό;», τον ρώτησε. «Μπουζούκι, μεγαλειοτάτη», απάντησε.

«Όργανο που διασκεδάζει το λαό… Έχει μία χορδή, γιατί δεν υπάρχει χρήμα για τις άλλες», συμπλήρωσε. Ύστερα από λίγες μέρες η Φρειδερίκη τού έστειλε δώρο καινούργιο μπουζούκι με τρία ζεύγη χορδών.


Εκείνο το διάστημα ο Μπιθικώτσης θα γνωριστεί και με τον εξόριστο Μίκη Θεοδωράκη.

Στο στρατιωτικό ΡΕΟ που μετέφερε τους εξόριστους στη Μακρόνησο, φρουρά ήταν ο Μπιθικώτσης.

Στο Μαρκόπουλο έκαναν στάση, και εκεί ο Γρηγόρης γέμισε το παγούρι του νερό στη βρύση και έδωσε στον διψασμένο Μίκη να δροσιστεί. Ήταν η πρώτη επαφή. Η δεύτερη στη Μακρόνησο, όταν άκουσε ο Μίκης τον Γρηγόρη να τραγουδά.


Τα χρόνια που ακολούθησαν ήταν μεστά καλλιτεχνικής δουλειάς και συνεργασίας με τους Χατζιδάκι, Τσιτσάνη, Βαμβακάρη, Κολοκοτρώνη και προέκυψαν επιτυχίες, όπως «Γαρύφαλλο στ’ αυτί», «Αντιλαλούν οι φυλακές», «Στα Τρίκαλα τα δυο στενά», «Χωρίσαμε ένα δειλινό», «Φραγκοσυριανή».

Το 1960 ο Μίκης Θεοδωράκης βρίσκει τη φωνή του Μπιθικώτση να δένει στα δημιουργήματά του «Δραπετσώνα», «Μυρτιά», «Στο περιγιάλι το κρυφό», και μετά στις διαχρονικές επιτυχίες που ρίζωσαν στην καρδιά του λαού μας: «Άξιον Εστί» (Οδυσσέα Ελύτη), «Επιφάνεια» (Γεωργίου Σεφέρη), «Επιτάφιος» (Γιάννη Ρίτσου).



«Η φιλοσοφία», έλεγε ο Μπιθικώτσης, «είναι η παρηγοριά των δυστυχισμένων και το τραγούδι το παυσίπονο του ψυχικού πόνου».

Και για το ποιος είναι ο καλύτερος τραγουδιστής, Καζαντζίδης ή Μπιθικώτσης, είπε την ιστορική φράση για να δείξει τη μεταξύ τους διαφορά.

«Εγώ με τον Στέλιο είμαστε οι πρώτοι. Διαφέρουμε όμως στο εξής. Εγώ είμαι η Αστυνομία Πόλεων και ο Καζαντζίδης η Χωροφυλακή…».

*Αναδημοσίευση από τη «Βραδυνή της Κυριακής»
 
Copyright © 2015 Taxalia Blog - Θεσσαλονίκη