Του Καθηγητή ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΙΠΕΡΟΠΟΥΛΟΥ*
Διερωτήθηκα ρητορικά πριν μερικές δεκαετίες στο βιβλίο μου «Ένας Ψυχολόγος στο γήπεδο» τι είναι τελικά πιο δύσκολο και πιο συναρπαστικό – η πολιτική του ποδοσφαίρου ή το ποδόσφαιρο της πολιτικής;
Καθώς η έναρξη της αιφνίδιας πολιτικής αναμέτρησης εκλογών για το Εθνικό Κοινοβούλιο στις 4 Οκτωβρίου σχεδόν συνέπεσε φέτος με την έναρξη της ποδοσφαιρικής σαιζόν, και βλέποντας, τους Προέδρους των Κομμάτων μας συμβολικά ως «προπονητές» καταθέτω αυτήν την «blog-άποψη» μου με κάποιες σκέψεις στο θέμα των «προπονητών» και ξεκινώ με ένα εντυπωσιακά περιγραφικό ανέκδοτο...
Λίγο πριν τον σημαντικό αγώνα της ομάδας που διεκδικεί τον τίτλο από το “φαβορί” των τριών τελευταίων ετών ο τεχνικός ηγέτης της ομάδας - έκπληξης - της χρονιάς δίνει στους παίκτες του, με περισσή μυστικότητα, από ένα άσπρο χαπάκι μεγάλου μεγέθους.
Έκπληκτος ο νεαρός αθλητικογράφος που αντιλαμβάνεται την μυσταγωγική κίνηση πλησιάζει τον προπονητή με τον οποίο τον συνδέει και μία αίσθηση οικειότητας και του ζητά σχεδόν επιτακτικά να του εξηγήσει
“ τί ακριβώς είναι αυτά τα χάπια, ΝΤΟΠΑ;...”
“ Α, μπα, είναι αθώα χάπια συμπυκνωμένης ζάχαρης” του εξηγεί με εμφανέστατη ειλικρίνεια ο προπονητής
” Και τι καλό μπορεί να κάνει σε αυτούς τους ώριμους, γυμνασμένους αθλητές ένα χαπάκι συμπυκνωμένης ζάχαρης; “ ρωτά ο νεαρός δημοσιογράφος
“ Τίποτε απολύτως “ του απαντά ο προπονητής και συνεχίζει “ αλλά οι παίκτες μου πιστεύουν ότι τους βοηθά και έτσι παίζουν...καλύτερα!”
Ο αθλητικογράφος με διεγερμένο στο κρετσέντο, πλέον, το αίσθημα της περιέργειας δεν αντιστέκεται στον πειρασμό, πλησιάζει έναν παίκτη της ομάδας-έκπληξης για τον οποίο είχε κάνει και ειδικό αφιέρωμα στην εφημερίδα του και σχεδόν επιτακτικά του απαιτεί να του εξηγήσει..
“ Τι χαπάκι είναι αυτό που πήρες; “
Ο παίκτης με πρόδηλα τα σημάδια κάποιας ανησυχίας, κοιτά γύρω του στα κλεφτά, πλησιάζει τον δημοσιογράφο στο αυτί και του λέει ψιθυριστά
“ Είναι χαπάκι συμπυκνωμένης ζάχαρης....”
Τινάζεται με ξάφνιασμα ο δημοσιογράφος και με ορθάνοιχτα μάτια γεμάτος ειλικρινή απορία ρωτά τον φίλο του παίκτη,
“ καλά και σας βοηθούν εσάς απλά χαπάκια συμπυκνωμένης ζάχαρης;...”
“ Α , μπα “ απαντά με αφοπλιστική ειλικρίνεια ο παίκτης, και συνεχίζει “ Όμως ο προπονητής μας πιστεύει ότι μας βοηθούν και επειδή εμείς τον αγαπάμε τα παίρνουμε!...”
Θεμελιακό πρόβλημα για τον κάθε προπονητή είναι η κατανόηση της ψυχοσύνθεσης του κάθε παίκτη και η δημιουργία, μέσα από συστηματική δουλειά, ενός αρμονικού συνόλου όπου οι αδυναμίες και οι ικανότητες του καθενός αλληλοκαλύπτονται με τέτοιο τρόπο ώστε στο τέλος να παρουσιάζεται μιά ισορροπημένη ομάδα με προσωπικότητα, με δυναμισμό, με την θετική ψυχολογία που στοχεύει στη νίκη αλλά μπορεί να χειρισθεί με επάρκεια και το ενδεχόμενο της ήττας!
Ενα βασικό επίσης πρόβλημα για τον κάθε προπονητή αποτελεί και το προγενέστερο βίωμα κάθε παίκτη του. Αυτήν την δυναμική προβληματισμού την αποκαλώ, χωρίς να παρεξηγηθώ από τους φίλους προπονητές του ποδοσφαίρου και κάθε άλλου ομαδικού σπορ, στους οποίους έχω κάνει πολλά εκπαιδευτικά σεμινάρια κατά κύριο λόγο εδώ στον Βορειοελλαδικό χώρο “ το σύνδρομο του προπονητή.!”
Είναι αναμφισβήτητη αλήθεια ότι ελάχιστοι παίκτες γεννιούνται, ζούνε και ωριμάζουν φορώντας την ίδια φανέλα σε ολόκληρη την καριέρα τους. Η πλειοψηφία ξεκινά με ένα Σύλλογο ή ΠΑΕ διδάσκεται τα βασικά από κάποιον προπονητή και μέσα σε διάστημα μερικών ετών αλλάζει αρκετές φορές την φανέλα του αλλά κατά κύριο λόγο, με συχνότητα που προσιδιάζει την παροιμία της“ αλλαγής υποκαμίσων” αλλάζει προπονητές καθώς στον ελλαδικό χώρο ο προπονητής διεκδικεί τον εναλλασσόμενο ρόλο του “ στρατηλάτη, νικητή και τροπαιούχου” και μετά “ του αποτυχημένου αποδιοπομπαίου ...τράγου “
Να σταματήσουν, λοιπόν, οι μεταγραφές παικτών ή οι μετακινήσεις προπονητών; Ε. ΟΧΙ, βέβαια! Ομως οι προπονητές είναι και αυτοί άνθρωποι, έχουν τα δικά τους βιώματα και φιλοδοξίες, τις προσωπικές εμπειρίες και “μπακ γκράουντ”. Επιπρόσθετα ο κάθε παίκτης που μαθητεύει σε ένα δεδομένο προπονητή “μαθαίνει” συγκεκριμένα πράγματα που ξεκινούν από τις ασκήσεις μυοσκελετικής βελτίωσης και φτάνουν στην στρατηγική και τις τεχνικές της ανάπτυξης ενός παιχνιδιού.
Και ξαφνικά συμβαίνει να “παραιτηθεί” ο συγκεκριμένος προπονητής
(επειδή οι παράγοντες που κινούν τα νήματα από το παρασκήνιο φρονούν ότι έτσι τους συμφέρει ή άλλες φορές ότι αυτοί ξέρουν καλύτερο ποδόσφαιρο από τον προπονητή ) και να αναλάβει την ομάδα ένας άλλος. Ετσι οι παίκτες βρίσκονται αντιμέτωποι με ένα άλλο “ δάσκαλο” ο οποίος, δικαιωματικά, έχει την δικιά του προσωπικότητα, τις δικές του τεχνικές και στρατηγική, τις δικές του πεποιθήσεις και χούγια...
Τι σημαίνει αυτό από την δικιά μου οπτική γωνιά, της κοινωνικής ψυχολογίας των σπορ και της άθλησης; Νομίζω ότι το ερώτημα μπορεί να το απαντήσει σωστά και ο πιό...άσχετος φίλαθλος ή οπαδός. Θα μου πείτε, μα οι παίκτες δεν είναι μαθητούδια και σχολιαρόπαιδα, είναι ώριμοι άνδρες, είναι επαγγελματίες είναι άτομα που μπορεί να προσαρμοσθούν εύκολα στις νέες προοπτικές στον νέο τεχνικό τους ηγέτη.
Είναι, όμως, έτσι ακριβώς τα πράγματα;
Μήπως πρέπει να θυμηθούμε αυτό που με περισσή εμπειρική σοφία έχει συνοψίσει σε μια φράση ο ελληνικός λαός μέσα από πολυετείς εμπειρίες και που λέει “με όποιον δάσκαλο θα κάτσεις τέτοια γράμματα θα μάθεις;” Και εάν συμβεί, όπως πράγματι συμβαίνει στην πατρίδα μας, να αλλάξεις πολλούς δασκάλους είναι άγνωστο ποιά χούγια και ποιές συνήθειες θα πρέπει να αλλάξει ο επόμενος προπονητής που αναλαμβάνει την ομάδα στην προσπάθειά του να δημιουργήσει ένα “ σωστό, συλλογικά αρμονικό σύνολο. “
Το “σύνδρομο του προπονητή” αποτελεί ένα πρόσθετο αρνητικό βίωμα μέσα στα τόσα και τόσα που κάνουν το ποδόσφαιρο στη χώρα μας να μην έχει φτάσει εκεί που θα μπορούσε!
Με ΦΩΤΕΙΝΗ φυσικά εξαίρεση τον Όττο Ρεχάγκελ και το Εθνικό μας συγκρότημα!...
*Ο καθηγητής ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΙΠΕΡΟΠΟΥΛΟΣ θα είναι ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΣ υποψήφιος Δήμαρχος Θεσσαλονίκης στις εκλογές του Οκτώβρη 2010
Διερωτήθηκα ρητορικά πριν μερικές δεκαετίες στο βιβλίο μου «Ένας Ψυχολόγος στο γήπεδο» τι είναι τελικά πιο δύσκολο και πιο συναρπαστικό – η πολιτική του ποδοσφαίρου ή το ποδόσφαιρο της πολιτικής;
Καθώς η έναρξη της αιφνίδιας πολιτικής αναμέτρησης εκλογών για το Εθνικό Κοινοβούλιο στις 4 Οκτωβρίου σχεδόν συνέπεσε φέτος με την έναρξη της ποδοσφαιρικής σαιζόν, και βλέποντας, τους Προέδρους των Κομμάτων μας συμβολικά ως «προπονητές» καταθέτω αυτήν την «blog-άποψη» μου με κάποιες σκέψεις στο θέμα των «προπονητών» και ξεκινώ με ένα εντυπωσιακά περιγραφικό ανέκδοτο...
Λίγο πριν τον σημαντικό αγώνα της ομάδας που διεκδικεί τον τίτλο από το “φαβορί” των τριών τελευταίων ετών ο τεχνικός ηγέτης της ομάδας - έκπληξης - της χρονιάς δίνει στους παίκτες του, με περισσή μυστικότητα, από ένα άσπρο χαπάκι μεγάλου μεγέθους.
Έκπληκτος ο νεαρός αθλητικογράφος που αντιλαμβάνεται την μυσταγωγική κίνηση πλησιάζει τον προπονητή με τον οποίο τον συνδέει και μία αίσθηση οικειότητας και του ζητά σχεδόν επιτακτικά να του εξηγήσει
“ τί ακριβώς είναι αυτά τα χάπια, ΝΤΟΠΑ;...”
“ Α, μπα, είναι αθώα χάπια συμπυκνωμένης ζάχαρης” του εξηγεί με εμφανέστατη ειλικρίνεια ο προπονητής
” Και τι καλό μπορεί να κάνει σε αυτούς τους ώριμους, γυμνασμένους αθλητές ένα χαπάκι συμπυκνωμένης ζάχαρης; “ ρωτά ο νεαρός δημοσιογράφος
“ Τίποτε απολύτως “ του απαντά ο προπονητής και συνεχίζει “ αλλά οι παίκτες μου πιστεύουν ότι τους βοηθά και έτσι παίζουν...καλύτερα!”
Ο αθλητικογράφος με διεγερμένο στο κρετσέντο, πλέον, το αίσθημα της περιέργειας δεν αντιστέκεται στον πειρασμό, πλησιάζει έναν παίκτη της ομάδας-έκπληξης για τον οποίο είχε κάνει και ειδικό αφιέρωμα στην εφημερίδα του και σχεδόν επιτακτικά του απαιτεί να του εξηγήσει..
“ Τι χαπάκι είναι αυτό που πήρες; “
Ο παίκτης με πρόδηλα τα σημάδια κάποιας ανησυχίας, κοιτά γύρω του στα κλεφτά, πλησιάζει τον δημοσιογράφο στο αυτί και του λέει ψιθυριστά
“ Είναι χαπάκι συμπυκνωμένης ζάχαρης....”
Τινάζεται με ξάφνιασμα ο δημοσιογράφος και με ορθάνοιχτα μάτια γεμάτος ειλικρινή απορία ρωτά τον φίλο του παίκτη,
“ καλά και σας βοηθούν εσάς απλά χαπάκια συμπυκνωμένης ζάχαρης;...”
“ Α , μπα “ απαντά με αφοπλιστική ειλικρίνεια ο παίκτης, και συνεχίζει “ Όμως ο προπονητής μας πιστεύει ότι μας βοηθούν και επειδή εμείς τον αγαπάμε τα παίρνουμε!...”
Θεμελιακό πρόβλημα για τον κάθε προπονητή είναι η κατανόηση της ψυχοσύνθεσης του κάθε παίκτη και η δημιουργία, μέσα από συστηματική δουλειά, ενός αρμονικού συνόλου όπου οι αδυναμίες και οι ικανότητες του καθενός αλληλοκαλύπτονται με τέτοιο τρόπο ώστε στο τέλος να παρουσιάζεται μιά ισορροπημένη ομάδα με προσωπικότητα, με δυναμισμό, με την θετική ψυχολογία που στοχεύει στη νίκη αλλά μπορεί να χειρισθεί με επάρκεια και το ενδεχόμενο της ήττας!
Ενα βασικό επίσης πρόβλημα για τον κάθε προπονητή αποτελεί και το προγενέστερο βίωμα κάθε παίκτη του. Αυτήν την δυναμική προβληματισμού την αποκαλώ, χωρίς να παρεξηγηθώ από τους φίλους προπονητές του ποδοσφαίρου και κάθε άλλου ομαδικού σπορ, στους οποίους έχω κάνει πολλά εκπαιδευτικά σεμινάρια κατά κύριο λόγο εδώ στον Βορειοελλαδικό χώρο “ το σύνδρομο του προπονητή.!”
Είναι αναμφισβήτητη αλήθεια ότι ελάχιστοι παίκτες γεννιούνται, ζούνε και ωριμάζουν φορώντας την ίδια φανέλα σε ολόκληρη την καριέρα τους. Η πλειοψηφία ξεκινά με ένα Σύλλογο ή ΠΑΕ διδάσκεται τα βασικά από κάποιον προπονητή και μέσα σε διάστημα μερικών ετών αλλάζει αρκετές φορές την φανέλα του αλλά κατά κύριο λόγο, με συχνότητα που προσιδιάζει την παροιμία της“ αλλαγής υποκαμίσων” αλλάζει προπονητές καθώς στον ελλαδικό χώρο ο προπονητής διεκδικεί τον εναλλασσόμενο ρόλο του “ στρατηλάτη, νικητή και τροπαιούχου” και μετά “ του αποτυχημένου αποδιοπομπαίου ...τράγου “
Να σταματήσουν, λοιπόν, οι μεταγραφές παικτών ή οι μετακινήσεις προπονητών; Ε. ΟΧΙ, βέβαια! Ομως οι προπονητές είναι και αυτοί άνθρωποι, έχουν τα δικά τους βιώματα και φιλοδοξίες, τις προσωπικές εμπειρίες και “μπακ γκράουντ”. Επιπρόσθετα ο κάθε παίκτης που μαθητεύει σε ένα δεδομένο προπονητή “μαθαίνει” συγκεκριμένα πράγματα που ξεκινούν από τις ασκήσεις μυοσκελετικής βελτίωσης και φτάνουν στην στρατηγική και τις τεχνικές της ανάπτυξης ενός παιχνιδιού.
Και ξαφνικά συμβαίνει να “παραιτηθεί” ο συγκεκριμένος προπονητής
(επειδή οι παράγοντες που κινούν τα νήματα από το παρασκήνιο φρονούν ότι έτσι τους συμφέρει ή άλλες φορές ότι αυτοί ξέρουν καλύτερο ποδόσφαιρο από τον προπονητή ) και να αναλάβει την ομάδα ένας άλλος. Ετσι οι παίκτες βρίσκονται αντιμέτωποι με ένα άλλο “ δάσκαλο” ο οποίος, δικαιωματικά, έχει την δικιά του προσωπικότητα, τις δικές του τεχνικές και στρατηγική, τις δικές του πεποιθήσεις και χούγια...
Τι σημαίνει αυτό από την δικιά μου οπτική γωνιά, της κοινωνικής ψυχολογίας των σπορ και της άθλησης; Νομίζω ότι το ερώτημα μπορεί να το απαντήσει σωστά και ο πιό...άσχετος φίλαθλος ή οπαδός. Θα μου πείτε, μα οι παίκτες δεν είναι μαθητούδια και σχολιαρόπαιδα, είναι ώριμοι άνδρες, είναι επαγγελματίες είναι άτομα που μπορεί να προσαρμοσθούν εύκολα στις νέες προοπτικές στον νέο τεχνικό τους ηγέτη.
Είναι, όμως, έτσι ακριβώς τα πράγματα;
Μήπως πρέπει να θυμηθούμε αυτό που με περισσή εμπειρική σοφία έχει συνοψίσει σε μια φράση ο ελληνικός λαός μέσα από πολυετείς εμπειρίες και που λέει “με όποιον δάσκαλο θα κάτσεις τέτοια γράμματα θα μάθεις;” Και εάν συμβεί, όπως πράγματι συμβαίνει στην πατρίδα μας, να αλλάξεις πολλούς δασκάλους είναι άγνωστο ποιά χούγια και ποιές συνήθειες θα πρέπει να αλλάξει ο επόμενος προπονητής που αναλαμβάνει την ομάδα στην προσπάθειά του να δημιουργήσει ένα “ σωστό, συλλογικά αρμονικό σύνολο. “
Το “σύνδρομο του προπονητή” αποτελεί ένα πρόσθετο αρνητικό βίωμα μέσα στα τόσα και τόσα που κάνουν το ποδόσφαιρο στη χώρα μας να μην έχει φτάσει εκεί που θα μπορούσε!
Με ΦΩΤΕΙΝΗ φυσικά εξαίρεση τον Όττο Ρεχάγκελ και το Εθνικό μας συγκρότημα!...
*Ο καθηγητής ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΙΠΕΡΟΠΟΥΛΟΣ θα είναι ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΣ υποψήφιος Δήμαρχος Θεσσαλονίκης στις εκλογές του Οκτώβρη 2010