1 Σεπ 2009

Μιχάλης Τρεμόπουλος: "Αβασάνιστη αναπαραγωγή σεναρίων συνωμοσίας"


ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΒΟΥΛΕΥΤΗ ΤΩΝ ΟΙΚΟΛΟΓΩΝ-ΠΡΑΣΙΝΩΝ ΜΙΧΑΛΗ ΤΡΕΜΟΠΟΥΛΟΥ:

"Πολιτικά, επιχειρηματικά και άλλα συμφέροντα που ανησυχούν ότι η προοπτική εκλογής των Οικολόγων Πράσινων και στην ελληνική Βουλή θα έκανε αδύνατες τις μονοκομματικές αυτοδυναμίες, επιχειρούν να αμφισβητήσουν ακόμη και την ευαισθησία μας για την τεράστια οικολογική καταστροφή στην Αττική.

Στη δυσφημιστική αυτή εκστρατεία, ορισμένα μέσα ενημέρωσης χρησιμοποιούν και πρόσωπα που κάποια στιγμή συστρατεύθηκαν μαζί μας και σύντομα αποστασιοποιήθηκαν για δικούς τους λόγους.

Οι Οικολόγοι Πράσινοι είναι κόμμα ανοικτό στην κριτική, ακόμη και τη μη εποικοδομητική. Απορρίπτουν όμως κατηγορηματικά την αβασάνιστη αναπαραγωγή σεναρίων συνωμοσίας, όπως γίνεται στη συνέντευξη του ποιητή Νάνου Βαλαωρίτη σε κυριακάτικη εφημερίδα. Το γεγονός πάντως αυτό δε μειώνει την εκτίμησή μας για την πνευματική του συνεισφορά καθώς και για τη συμβολή του στις εθνικές εκλογές του 2007".

Το επίμαχο άρθρο στην αγγλόφωνη εφημερίδα "Balkan Horizons" που θεωρείται η μοναδική απόδειξη "σιτισμού" του Μιχάλη Τρεμόπουλου, από τον George Soros, στα ελληνικά:


Η κατάσταση του περιβάλλοντος στην Ελλάδα

Του Μιχάλη Τρεμόπουλου

Η φύση στάθηκε απλόχερη στην Ελλάδα. Στο τρίστρατο ανάμεσα στην Ευρώπη, την Ασία και την Αφρική, συνδυάζει με τρόπο μοναδικό στοιχείο από τις τρεις ηπείρους.

Από τα έλατα των ψηλών βουνών της Πίνδου μέχρι τους φοίνικες της Κρήτης, έξη χιλιάδες είδη φυτών επιβίωσαν μέσα στους αιώνες. Και πολλά από τα σπάνια ή ενδημικά είδη ζώων και φυτών βρίσκουν καταφύγιο στα αμέτρητα νησιά της χώρας, που μαζί με τις μοναδικές στεριανές ακτές συμπληρώνουν μια ακτογραμμή μήκους 16.000 χιλιομέτρων. Πρόκειται για έναν αναντικατάστατο πλούτο, που- δυστυχώς- τις τελευταίες δεκαετίες έχει αρχίσει να μειώνεται, να καταστρέφεται, να πέφτει θύμα στο βωμό μίας αλόγιστης ανάπτυξης.


Αστικό και βιομηχανικό περιβάλλον


Η έντονη αστυφιλία που κυριάρχησε στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, διόγκωσε τα μεγάλα αστικά κέντρα και ιδιαίτερα την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη.

Η πολεοδομική υποβάθμιση και η ατμοσφαιρική ρύπανση, η καταστροφή των ελεύθερων χώρων και του πρασίνου μέσα και έξω από τις πόλεις, , η παραγωγή και η -συχνά ανεξέλεγκτη- εναπόθεση στερεών και υγρών αποβλήτων, η διαχείριση των αστικών απορριμμάτων, η αυθαίρετη δόμηση, η κυριαρχία του Ι.Χ. αυτοκινήτου και το κυκλοφοριακό αδιέξοδο είναι προβλήματα πια τόσο μεγάλα, που δεν επιδέχονται άμεσες και εύκολες λύσεις.

Η επέκταση των οικισμών, συχνά με αυθαίρετο τρόπο-ιδιαίτερα στις παραθεριστικές περιοχές- συνδυάζεται με τις αυξημένες δασικές πυρκαγιές, τις αυθαίρετες καταπατήσεις και τη ρύπανση. Ήδη το 60% του ελληνικού πληθυσμού, το 90% του τουρισμού και το 70% της βιομηχανίας φιλοξενείται στις παράκτιες ζώνες επιβαρύνοντας το περιβάλλον.

Σε σύγκριση με τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ελλάδα έχει άσχημες επιδόσεις, ιδιαίτερα στην ποιότητα του αστικού και του βιομηχανικού περιβάλλοντος. Έτσι, η Ελλάδα είναι πρώτη σε κατά κεφαλή παραγωγή τσιμέντου αλλά τελευταία στην εξοικονόμηση ενέργειας, εκπέμπει το περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα ανά παραγόμενη κιλοβατώρα και είναι τελευταία στην ανάπτυξη των σιδηροδρομικών μεταφορών. Η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη έχουν το μικρότερο ποσοστό πρασίνου ενώ είναι γνωστή η επιβάρυνση της ατμόσφαιρας της Αττικής με το φωτοχημικό νέφος.


Γεωργία και φύση


Η γεωργία γίνεται ολοένα και πιο εντατική και χημικοσυντηρούμενη. Η κατανάλωση χημικών λιπασμάτων αυξάνει κάθε χρόνο με ρυθμό 2% ενώ των χημικών φυτοφαρμάκων με 3-4%. Η ελληνική γεωργία είναι η πιο σπάταλη σε νερό ενώ βρίσκεται στην τελευταία θέση της Ε.Ε. όσον αφορά τις βιοκαλλιέργειες, με μόλις το 0,5% των καλλιεργειών. Υπάρχουν αξιοσημείωτα φαινόμενα ερημοποίησης, όχι όμως όσα στην Ιαπωνία και την Πορτογαλία.

Η κατάσταση στην άγρια φύση της Ελλάδας είναι καλύτερη από άλλες χώρες της Ε.Ε. αλλά υπάρχουν τάσεις επιδείνωσης. Δρόμοι ανοίγονται παντού, τα οικοσυστήματα τεμαχίζονται και παρθένες εκτάσεις «αξιοποιούνται».

Στην Ελλάδα υπάρχουν 10 εθνικοί δρυμοί, πλούσιοι αλλά αφημένοι στην τύχη τους. Υπάρχουν καταγραμμένοι, ακόμη, περίπου 400 υγρότοποι, με συνολικό εμβαδό πάνω από δύο εκατομμύρια στρέμματα. Οι 11 από αυτούς προστατεύονται μάλιστα και από τη Διεθνή Συνθήκη Ramsar ενώ 300 περίπου οικότοποι έχουν ενταχθεί στο ευρωπαϊκό δίκτυο προστασίας Natura 2000.

Στόχος της περιβαλλοντικής πολιτικής πρέπει να είναι το να οριοθετηθούν οι υγρότοποι επακριβώς, να διατηρηθούν σε έκταση και σε ποιότητα και να συνδυαστούν αρμονικά με τις ανθρώπινες δραστηριότητες, μια και χωρίς τους υγρότοπους δε νοείται νερό και συνεπώς γεωργία.

Στόχο πρέπει να αποτελεί και ο περιορισμός των καταστροφικών μεθόδων κτηνοτροφίας και αλιείας.


Η θεσμική προστασία του περιβάλλοντος


Η πολιτική προστασίας από το υπουργείο Περιβάλλοντος (Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.) έχει μεταφερθεί, σε κάποιο βαθμό, στα 52 εκλεγμένα Νομαρχιακά Συμβούλια της χώρας, σημαντικές αρμοδιότητες όμως έχουν και οι 16 διορισμένοι Περιφερειάρχες. Η επιτήρηση και ο έλεγχος γίνονται με έναν μη ικανοποιητικό τρόπο, γιατί δεν έχει αναπτυχθεί ένα πλήρες και αυστηρό σύστημα ελέγχου στις νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις αλλά και στους άλλους εμπλεκόμενους φορείς.

Η προστασία του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος είναι κατοχυρωμένη στην Ελλάδα από το Σύνταγμα του 1975. Μετά την πλήρη ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα το 1981, μια σειρά από ρυθμίσεις και σημαντικές οδηγίες για την προστασία του περιβάλλοντος ενσωματώθηκαν στην ελληνική νομοθεσία. Από το 1986, άλλωστε, ισχύει και ο ελληνικός νόμος-πλαίσιο για το περιβάλλον.

Στη Συνθήκη του Μάαστριχτ, το Φεβρουάριο του 1992 η Ευρωπαϊκή Ένωση έθεσε ως κύριο στόχο την προώθηση της «βιώσιμης ή αειφόρου ανάπτυξης»(sustainable development) και το 1993 ενσωμάτωσε την περιβαλλοντική διάσταση στους κρίσιμους τομείς της βιομηχανίας, της ενέργειας, των μεταφορών της γεωργίας και του τουρισμού, υπό το πρίσμα όμως της οικονομικής αποδοτικότητας.

Με βάση τις αρχές αυτές, η ελληνική προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης το πρώτο εξάμηνο του 1994 προώθησε, στο πλαίσιο της "αειφόρου" ανάπτυξης, κάποιες δράσεις που ενδιέφεραν ιδιαίτερα το μεσογειακό Νότο και αφορούσαν τις παράκτιες ζώνες, το θαλάσσιο περιβάλλον, τα νησιά και τον εναλλακτικό τουρισμό.

Ήδη από το 1990 έχουν θεσμοθετηθεί στην Ελλάδα οι Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, που πρέπει να γίνονται πριν από κάθε έργο ή δραστηριότητα και να δημοσιοποιούνται. Οφείλουν όμως να αναβαθμιστούν και να εξασφαλίζουν όντως τη συμμετοχή και την ενημέρωση των πολιτών και των φορέων, σε συνδυασμό με τον έλεγχο της εφαρμογής τους.

Παράλληλα όμως, ο κάθε πολίτης, όταν πιστεύει ότι για οποιοδήποτε λόγο βλάπτεται το περιβάλλον, έχει δικαίωμα μέσω καταγγελιών -είτε ατομικά είτε συλλογικά- να προσφύγει στα ελληνικά ή και τα ευρωπαϊκά δικαστήρια. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η ευαισθησία και οι αποφάσεις του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου της χώρας, του Συμβουλίου της Επικρατείας. Κάποιες υποθέσεις έχουν φτάσει και στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Οι περισσότερες καταγγελίες αφορούν τη διαχείριση αστικών και βιομηχανικών αποβλήτων, την ύπαρξη ή την επάρκεια μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων ή την ανεπαρκή προστασία βιοτόπων. Την τελευταία πενταετία όμως οι υποθέσεις παραβιάσεων της κοινοτικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας έχουν μειωθεί στο ένα πέμπτο. Αντίστοιχα θέματα υποβάλλονται και στο νεότευκτο θεσμό του «συνηγόρου του πολίτη».


Οι προοπτικές


Η ρύπανση δε γνωρίζει σύνορα. Γι’ αυτό και η Ελλάδα οφείλει να συμμετέχει και να συνεργάζεται σε μεσογειακό και βαλκανικό επίπεδο σ’ όλες τις προσπάθειες αντιμετώπισης της διασυνοριακής ρύπανσης και ιδιαίτερα της πυρηνικής (Κοζλοντούι, Ακούγιου), για την οποία έχει εκφράσει την πλήρη αντίθεσή της.

Το Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. έχει υποστηρίξει ότι η Ελλάδα έχει όλες τις δυνατότητες να αναδειχθεί σε «Ζώνη του ΄Ηλιου» και να κατοχυρωθεί σε «Πολιτισμικό και Οικολογικό Απόθεμα της Ευρώπης». Το ερώτημα είναι αν έχει τη βούληση να συγκρουστεί με τα μεγάλα και μικρά συμφέροντα και να αντισταθεί στις αναπτυξιολάγνες νοοτροπίες.

Είναι σαφές πια ότι το μέλλον δεν περιμένει. Και το περιβάλλον δεν μπορεί να υποτάσσεται στις στενά οικονομικές επιδιώξεις. Ολοένα και περισσότεροι συνειδητοποιούν ότι αυτό, που ονομάζουν «αειφόρο ανάπτυξη», προϋποθέτει σημαντικές αλλαγές στους στόχους και τους σχεδιασμούς της παραγωγής, στα καταναλωτικά πρότυπα στη συμπεριφορά και στον τρόπο ζωής των ανθρώπων. Και εκεί ακριβώς συναντιούνται με την προβληματική της οικολογίας και του οικολογικού κινήματος.
 
Copyright © 2015 Taxalia Blog - Θεσσαλονίκη