youtube
"Ανειδίκευτος Ελληνας εργάτης που δεν μιλάει ξένη γλώσσα ψάχνει για δουλειά στο εξωτερικό". Η αγγελία αυτή, που δημοσιευόταν στις εφημερίδες τα περασμένα χρόνια, δεν έχει πλέον καμία απήχηση στους εργοδότες άλλων χωρών, οι οποίοι ζητούν εξειδικευμένο προσωπικό με άριστη γνώση της ξένης γλώσσας.
Ειδικότερα, όσοι αναζητήσουν δουλειά στην Ευρώπη, κυρίως μετά την οικονομική κρίση, θα πρέπει να έχουν δεξιότητες και μεγάλο μορφωτικό επίπεδο, όπως δηλώνουν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ οι πρόεδροι της Ομοσπονδίας Ελληνικών κοινοτήτων Γερμανίας και Σουηδίας, Κώστας Δημητρίου και Χαϊδευτός Κομνηνός αντίστοιχα.
"Εχει αυξηθεί τον τελευταίο καιρό ο αριθμός των ενδιαφερόμενων από την Ελλάδα, που μας ζητούν πληροφορίες για εύρεση εργασίας αλλά τούς ξεκαθαρίζουμε ότι, πλέον δεν ζητούνται ανειδίκευτοι, ακόμα και στα εστιατόρια. Προϋπόθεση είναι πάντα η γνώση της γλώσσας και η ειδίκευση σε έναν τομέα που να έχει ζήτηση στη Γερμανία, που εκτιμώ ότι είναι η ιατρική", λέει ο κ. Δημητρίου.
Ωστόσο, όπως προσθέτει, την τελευταία δεκαετία πιο πολλοί ήταν οι Έλληνες που επέστρεψαν στην πατρίδα τους παρά αυτοί που πήγαν να μείνουν και να εργαστούν στη Γερμανία, κατάσταση που μάλλον θα ανατραπεί, τα επόμενα χρόνια.
Γιατροί είναι και όσοι παραμένουν και βρίσκουν δουλειά, μετά τις σπουδές στη Σουηδία, σύμφωνα με τον κ. Κομνηνό, ο οποίος τονίζει ότι υπάρχει ζήτηση για γιατρούς σε μικρές πόλεις.
"Βλέπουμε τελευταία ένα αυξημένο ενδιαφέρον από Έλληνες που ζητούν δουλειά στη Σουηδία, αλλά οφείλουμε να τους πληροφορήσουμε ότι όσοι είναι ανειδίκευτοι θα δυσκολευτούν πολύ να βρουν εργασία", ξεκαθαρίζει.
Τη διαπίστωση ότι οι πολλοί Έλληνες, οι οποίοι σπουδάζουν στις ΗΠΑ, επιλέγουν να παραμείνουν εκεί, καθώς βρίσκουν δουλειά στο αντικείμενό τους, κάνει ο κ.Μουρατίδης, από το γραφείο ΣΑΕ στις ΗΠΑ.
"Από το 1970 δεν υπάρχει ουσιαστικά μετανάστευση, εκτός από πολλούς Έλληνες φοιτητές, που ήρθαν να σπουδάσουν και βρήκαν στη συνέχεια εργασία εδώ", αναφέρει.
Οι επισημάνσεις των ομογενών "αποτυπώνονται" γλαφυρότερα και στα αποτελέσματα έρευνας, σε δείγμα 2.734 ανθρώπων, που διενήργησε η Ερευνητική Μονάδα Περιφερειακής Ανάπτυξης και Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, με επιστημονικό υπεύθυνο τον Λόη Λαμπριανίδη, οικονομικό γεωγράφο, καθηγητή του πανεπιστημίου Μακεδονίας και βασικό συνεργάτη τον υποψήφιο διδάκτορα Νίκο Βογιατζή του πανεπιστημίου Μακεδονίας.
Οπως προκύπτει, η Ελλάδα φαίνεται πώς εξακολουθεί να "τρώει τα παιδιά της", όπως αναφέρει και η λαϊκή ρήση, και ειδικά όσους έχουν φτάσει στις ανώτατες βαθμίδες εκπαίδευσης, οι οποίοι αδυνατώντας να βρουν εργασία ανάλογη των προσόντων τους, στην ίδια την πατρίδα τους, μεταναστεύουν στο εξωτερικό . Στην έρευνα, που διήρκησε 9 μήνες και ολοκληρώθηκε τον Φλεβάρη του 2010, παρατηρήθηκε το φαινόμενο της "διαρροής εγκεφάλων", καθώς η απογοήτευση των πτυχιούχων για τη μη εύρεση ικανοποιητικής εργασίας στην Ελλάδα, φαίνεται στο γεγονός ότι, το 47,3% των ατόμων που πήραν όλα τα πτυχία τους στην Ελλάδα, δεν αναζήτησαν καθόλου δουλειά στη χώρα.
Το δείγμα της έρευνας αποτελείται από Έλληνες, πτυχιούχους ανώτερων και ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, ηλικίας 23-60 ετών, οι οποίοι έχουν εργαστεί στο παρελθόν στο εξωτερικό, για τουλάχιστον ένα χρόνο, ενώ σήμερα είτε έχουν επιστρέψει στην Ελλάδα είτε ζουν ακόμη στο εξωτερικό. Το 34% είναι γυναίκες και το 66% άντρες, το 84,1% ζει σήμερα στο εξωτερικό και το 15,9% στην Ελλάδα.
Οι πτυχιούχοι που εργάζονται στο εξωτερικό έχουν κάνει πολλές και καλές σπουδές, αφού το 73% έχει και μεταπτυχιακό τίτλο (master), το 51,2% έχει και διδακτορικό και όταν έπιασαν την πρώτη δουλειά τους στο εξωτερικό το 80,6% είχε τουλάχιστον μεταπτυχιακό τίτλο.
Συγκεκριμένα, τα τυπικά προσόντα πριν από την έναρξη της πρώτης εργασίας στο εξωτερικό, έχουν ως εξής: 1ο Πτυχίο: 17,3%, 2ο Πτυχίο: 2,2%, 1ο Master: 43,9%, 2ο Master: 11,4%, PhD: 25,3%. Μάλιστα, το 41% έχει κάνει πάρα πολύ καλές σπουδές, έχοντας φοιτήσει στα 100 καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου!
Η πλειονότητα όσων δουλεύουν στο εξωτερικό, έχει κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στο εξωτερικό, ενώ το 29% έχει πραγματοποιήσει το σύνολο των σπουδών του σε ξένα ιδρύματα. Μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό (14,3%) εργάστηκαν στο εξωτερικό, χωρίς προηγουμένως να έχουν κάνει κάποιες σπουδές εκεί.
Οι περισσότεροι, προτού αποφασίσουν να φύγουν ή να παραμείνουν στο εξωτερικό για εργασία, δεν αναζήτησαν καν δουλειά στην Ελλάδα. Οι υπόλοιποι, που αναζήτησαν εργασία, το έκαναν για μικρό σχετικά διάστημα και συγκεκριμένα, το 62% για λιγότερο από 6 μήνες, το 19,5% για 6-12 μήνες και το 18,5% για διάστημα μεγαλύτερο του ενός έτους.
"Τα αποτελέσματα της έρευνας καταδεικνύουν το αδιέξοδο της ελληνικής αγοράς, όπου παρατηρείται χαμηλή ζήτηση για επιστημονικό προσωπικό, παρά την υπερπροσφορά πτυχιούχων", εξηγεί, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο κ.Λαμπριανίδης.
"Είναι χαρακτηριστικό", συμπληρώνει, "ότι η ανεργία στην Ελλάδα δεν μειώνεται όσο αυξάνεται το εκπαιδευτικό επίπεδο, δεδομένο που είναι αντίστροφο στις αναπτυγμένες χώρες".
Η βασική αιτία της διαρροής εγκεφάλων, σύμφωνα με τον κ. Λαμπριανίδη, είναι "ότι η Ελλάδα δεν έχει μετακινηθεί στην αλυσίδα παραγωγής της αξίας ώστε να παράγει πιο σύνθετα προϊόντα και υπηρεσίες (έντασης γνώσης/ τεχνολογίας)".
Προσόντα σε ευρωπαϊκή ...ζήτηση
Τρία είναι τα επιστημονικά πεδία, στα οποία υπάρχει, κυρίως, συγκέντρωση Ελλήνων επιστημόνων στο εξωτερικό, σύμφωνα με την έρευνα, που αναδεικνύει την κατάσταση σε 74 χώρες και 532 πόλεις, όπου εργάστηκε το σύνολο του δείγματος.
Πρώτα στην λίστα προτίμησης των ξένων εργοδοτών, σε ποσοστό 33%, είναι τα οικονομικά, η διοίκηση επιχειρήσεων και τα νομικά, ακολουθούν ο προγραμματισμός ηλεκτρονικών υπολογιστών, η φυσική και η χημεία και τέλος, μηχανικοί, και μηχανικοί ηλεκτρονικών υπολογιστών έχουν εργαστεί ή εργάζονται σε ποσοστό 23% στο εξωτερικό.
Λιγότερες απολαβές περιμένουν, πάντως, όσους επιλέξουν να επιστρέψουν στην Ελλάδα αφού, όπως προκύπτει, από όσους ζουν σήμερα στην Ελλάδα το 39,4% έχει εισόδημα μικρότερο από 25.000 ευρώ και το 34,4% μεγαλύτερο από 40.000 ευρώ. Πολύ διαφορετική είναι η εικόνα για όσους ζουν στο εξωτερικό, καθώς ποσοστό μόλις 9,2% έχει εισόδημα μικρότερο από 25.000 ευρώ, ενώ το 68,4% έχει εισόδημα μεγαλύτερο από 40.000 ευρώ.
Αυτοί που έχουν επιστρέψει στην Ελλάδα παρέμειναν στο εξωτερικό κατά μέσο όρο 10,5 χρόνια, συμπεριλαμβανομένων των σπουδών και της εργασίας.
"Οι βασικότεροι λόγοι που οδήγησαν στην επιστροφή στα πάτρια εδάφη είναι ότι βρίσκονται μακριά από τους οικείους τους, νοσταλγούν τη ζωή στην Ελλάδα και θέλουν να ξεφύγουν από τις άσχημες καιρικές συνθήκες" υπογραμμίζει ο κ.Λαμπριανίδης.
Και συνεχίζει: "Είναι αναγκαία η αλλαγή του αναπτυξιακού μοντέλου στην χώρα μας με την παράλληλη προώθηση της έρευνας, κάτι που θα συντελέσει στην εξομάλυνση προσφοράς και ζήτησης στην αγορά εργασίας των πτυχιούχων στην Ελλάδα και θα μειώσει τη διαρροή εγκεφάλων".
Σύμφωνα με τον καθηγητή, όσοι επιλέξουν να παραμείνουν στο εξωτερικό θα μπορούσαν να αποτελέσουν τους καλύτερους "πρεσβευτές" της χώρας μας και να συμβάλουν, έστω και από μακριά, μέσα από ουσιαστικές συνεργασίες, στη μεταφορά τεχνογνωσίας στην Ελλάδα.
ΑΠΕ