Η χώρα που έχει μια σειρά από αναλογίες με την Ελλάδα και που μπορεί να χρησιμεύσει σαν σύγκριση, είναι το Ισραήλ.
Ποιές είναι οι αναλογίες;
◦Ανάλογος πληθυσμός
◦Μια γλώσσα που δε μιλιέται από κανέναν άλλον.
◦Θερμό κλίμα που υποτίθεται σε κάνει πιο αργό και πιο τεμπέλη
◦Κακές σχέσεις με τις γειτονικές χώρες
◦Μεγάλη ομογένεια ανά την υφήλιο και κυρίως στην Αμερική
Έχει βέβαια και μεγάλες διαφορές αλλά δεν είναι οι ομοιότητες ή οι διαφορές αυτές από τις οποίες...
θέλω ν’ αντλήσω συμπεράσματα. Η κύρια παρατήρηση για το Ισραήλ είναι ότι δεν έχει ούτε μεγάλη εσωτερική αγορά, ούτε μια δυνητική περιφερειακή αγορά. Γι αυτό όλα τα ισραηλινά startup στοχεύουν εξαρχής στην Αμερικάνικη αγορά κι από κει στον κόσμο.
Κι επειδή όπως συμβαίνει πολλές φορές, λέμε κάτι και μετά συνειδητοποιούμε τι είπαμε κι αρχίζουμε να το σκεφτόμαστε περισσότερο, έτσι κι εδώ, μετά απ’ αυτή τη διατύπωση άρχισα ν’ αναρωτιέμαι τι είναι αυτό που διαθέτει το Ισραήλ και το κάνει τόσο μοναδικό στην παραγωγή startups και καινοτομίας που άλλες, προηγμένες χώρες δεν μπορούν να πλησιάσουν καν, πολύ περισσότερο εμείς.
Ψάχνοντας τη διεθνή βιβλιογραφία να βρω μια απάντηση έπεσα πάνω στο βιβλίο των Dan Senor και Saul Singer Startup Nation που επιχειρεί ν’ απαντήσει ακριβώς αυτό το ερώτημα.
Το βιβλίο είναι περισσότερο ένα εκτεταμένο δημοσιογραφικό αφιέρωμα παρά μια ακαδημαϊκή μελέτη. Απ’ αυτή την άποψη, ελέγχεται ως προς τη μεθοδολογία και τα εξαγόμενα συμπεράσματα. Επειδή όμως η προσέγγιση που ακολούθησαν οι συγγραφείς του καθ’ υπόδειξιν του εκδότη τους, είναι να χρησιμοποιήσουν περισσότερo story telling και λιγότερο ακαδημαϊκή επιχειρηματολογία, συνιστά ένα ευχάριστο, μερικές φορές συναρπαστικό ανάγνωσμα.
Για να καταλάβουμε τι νέο φέρνει το βιβλίο σαν εξήγηση, πρέπει πρώτα να επιχειρήσουμε ν’ απαντήσουμε το ερώτημα μόνοι μας και μετά να συγκρίνουμε τις απαντήσεις. Στη δική μου σκέψη πριν το βιβλίο, η ιδιαιτερότητα του Ισραήλ εξηγείτο από τρεις παράγοντες:
◦την υψηλή επίδοση των Εβραίων στις επιστήμες πριν κι εκτός Ισραήλ
◦την ανάπτυξη στρατιωτικής βιομηχανίας και τεχνολογίας
◦στην αμερικάνικη βοήθεια
Κι οι τρεις αυτές εξηγήσεις συμφωνούν με κάποια από τα συμπεράσματα των συγγραφέων, αλλά είναι υποσύνολο.
Το startup nation παρουσιάζει περίπου τη σημερινή κατάσταση ως νομοτελειακή: είναι το αποτέλεσμα μιας συγκεκριμένης πολιτικής κατάστασης (ένα λαό που νοιώθει περικυκλωμένος και χωρίς διέξοδο από ξηράς πουθενα), μιας δεδομένης στρατιωτικής αντιπαράθεσης με το σύνολο του αραβικού κόσμου (εδώ μπαίνουν οι Ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις) και μιας νοοτροπίας στάση ζωής που συμπυκνώνεται στη λέξη chutzpah, που το μόνο ελληνικό κάπως αντίστοιχο της που μπορώ να σκεφτώ είναι ο ‘τσαμπουκάς’ με περισσότερο την καλή και λιγότερο την κακή του διάσταση.
Αυτό που βρήκα πραγματικά καινούργιο κι ενδιαφέρον, έως απροσδόκητο, είναι το ότι ο Ισραηλινός στρατός είναι σε μεγάλο βαθμό, χαλαρής ιεραρχίας, επιτρέπει -όχι επιτρέπει, αναμένει- πρωτοβουλίες και προτρέπει προς τον αυτοσχεδιασμό. Η θητεία είναι υποχρεωτική και υπηρετείται πριν απ’ οποιεσδήποτε σπουδές, οι φαντάροι όμως έχουν το ΄δικαίωμα’ να κατακρίνουν έναν ανώτερο τους αν δεν του αναγνωρίσουν αξία ανάλογη της θέσης του, πράγμα που μπορεί να οδηγήσει πολλές φορές στην αποπομπή του. Αυτό το χαρακτηριστικό δεν περιορίζετα στον Ισραηλινό στρατό. Είναι χαρακτηριστικό της Ισραηλινής κοινωνίας.
Το 1991 επισκέφτηκα την Intel, νεόκοπος yuppie τότε. Οι τρεις κουστουμαρισμένοι Έλληνες ήμασταν σαν τη μύγα μες το γάλα. Δεν είδαμε πουθενά κουστούμι. Ρωτήσαμε και μας είπαν ότι μόνο σε καμιά τράπεζα μπορεί να συναντήσουμε. Εμείς είμασταν οι yuppies μιας ασήμαντης διεθνώς ελληνικής εταιρείας, κι εκείνοι ήταν τα φρικιά του εργοστασίου που άλλαξε την πορεία της Intel παγκοσμίως. Τι σύγκριση!
Κοιτόντας πίσω στην ιστορία του Ισραήλ διακρίνει κανείς δύο περιόδους: την περίοδο των ιδρυτών και του κρατισμού και την περίοδο μετά το 1985 όπου συντελούνται οι αλλαγές που οδηγούν στο φαινόμενο του startup nation. Στην πρώτη περίοδο το κράτος είναι τα πάντα: Ο Ben Gurion πρώτος πρωθυπουργός και πατέρας του Ισραηλινού κράτους έχει ρίζες στην Ρωσιά κι έχει εμποτιστεί με τις ιδέες του σοσιαλισμού. Έτσι το κράτος είναι ο μεγάλος πατέρας, οι υποδομές είναι κρατική υπόθεση, οι μεγάλες βιομηχανίες είναι κρατικές κτλ
Το μοντέλο αυτό δουλεύει αρκετά καλά μέχρι τα μέσα του ’80 οπότε και ξεσπάει η μεγάλη κρίση πληθωρισμού με τριψήφια νούμερα και το Ισραήλ αναγκάζεται να ζητήσει βοήθεια από την Αμερική όπου με τις συμβουλές ενός οικονομολόγου του ΔΝΤ (θυμίζει τίποτα;) θέτει τις βάσεις για τη μετεξέλιξη της οικονομίας σε μια που το βάρος το έχει ο ιδιωτικός τομέας, η επιχειρηματικότητα κι οι εξαγωγές. Η μετάβαση δεν είναι χωρίς αντιδράσεις αλλά δεν είναι και δύσκολη. Γιατί η καινοτομία κι η εφευρετικότητα δεν ήταν άγνωστες στις κρατικά ελεγχόμενες ή παρακινούμενες προσπάθειες κι απλά καναλαρίστηκαν αλλού.
Μια ενδιαφέρουσα σύγκριση αποτελεί η δημιουργία Venture Capital εταιρειών στο Ισραήλ η οποία επιτεύχθηκε μ’ ένα τρόπο ανάλογο μ’ αυτόν που επιχειρήσαμε να μιμηθούμε κι εμείς με το ΤΑΝΕΟ: η κυβέρνηση έβαζε μέρος του κεφαλαίου (40% αν θυμάμαι καλά) αν κατάφερναν οι ιδιώτες να προσελκύσουν άλλα κεφάλαια, κυρίως από το εξωτερικό. Το πρόγραμμα αυτό είχε τεράστια επιτυχία και δημιούργησε ένα διεθνή κλάδο από το μηδέν. Τα διάφορα exits στο Ισραήλ, συνήθως μέσω πώλησης των startup σε μεγάλες πολυεθνικές, μετρώνται σε δις δολλάρια.
Για να ξαναγυρίσω στις συγκρίσεις με την Ελλάδα, γιατί για να βγάλω συμπεράσματα γι αυτήν αποσκοπούσε η ανάγνωση, αυτό που διαπιστώνω είναι ότι ενώ υπάρχουν πολλές πολιτικές, οικονομικές και ιστορικές αναλογίες εκείνο που διαφέρει ουσιαστικά είναι αυτό το χαρακτηριστικό της ανοχής της αποτυχίας, της προτροπής προς τον αυτοσχεδιασμό, της αξιοκρατίας και της τόλμης. Που ενώ φαίνεται να είναι πολιτισμικό χαρακτηριστικό (o ελληνικός δείκτης αποφυγής αβεβαιότητας είναι ο μεγαλύτερος στον κόσμο) στην πραγματικότητα είναι αποτέλεσμα μιας ιστορικής συγκυρίας και διαμόρφωσης. Αρκεί να θυμηθούμε το από που ξεκίνησε κι αναπτύχθηκε ο μόνος πραγματικά παγκόσμιος κλάδος της ελληνικής οικονομίας, η ναυτιλία: οι ναυτικές δυνάμεις μας πάντα είχαν πατρίδα τα νησιά. Μ’ εξαίρεση το Γαλαξείδι (και τον Πειραιά που είναι αποτέλεσμα διοικητικής ρύθμισης = λιμάνι της πρωτεύουσας), όλη η εφοπλιστική παράδοση έχει σχέση με τα νησιά και δη τα μικρά νησιά. Γιατί; Γιατί εκεί και τότε η θάλασσα ήταν η μόνη διέξοδος προς ένα καλύτερο μέλλον. Ήταν δρόμος για μετανάστευση αλλά και δρόμος για ανάπτυξη. Πολλοί διάλεξαν το πρώτο. Όσοι όμως ακολούθησαν το δεύτερο, δημιούργησαν το φαινόμενο της ελληνικής ναυτιλίας. Και το δημιούργησαν αυτοσχεδιάζοντας, τολμώντας, ίσως όχι μόνο με θεμιτά μέσα, αλλά πάντως τολμώντας. Στη συνέχεια, καθώς η Ελλάδα ‘πλούτιζε’, καθώς ο τουρισμός έδωσε άλλες επιλογές στα νησιά, ο εφοπλισμός ‘μετανάστευσε’ διατηρώντας μόνο την ελληνική καταγωγή. Όλα τα λοιπά έγιναν διεθνή: καράβια, κεφάλαια, πληρώματα.
Στην Ελλάδα του 2010, του μνημονίου και του αβέβαιου ορίζοντα δεκαετίας ή εικοσαετίας, βλέπω να ξαναδημιουργείται μια συνθήκη πρόκληση, μια συνθήκη που απαιτεί μια ανάλογη διέξοδο υπέρβαση. Δεν είμαστε περικυκλωμένοι όπως το Ισραήλ, αλλά είμαστε το ίδιο εγκλωβισμένοι. Η ιθύνουσα τάξη της χώρας είναι μια παραπαίουσα τάξη και δεν μπορεί κανείς ν’ αναμένει τίποτα απ’ αυτήν, όπως δεν ανέμεναν οι Έλληνες των νησιών τίποτα από την Οθωμανική διοίκηση. Η πρόκληση για μας, τους νέους ‘νησιώτες’ παραμένει η ίδια όπως και με τους παλιούς. Ήδη μια ομάδα άρχισε τη μετανάστευση. Μένει να δούμε αν θα γεννηθεί η δεύτερη, αυτή που θα υπερβεί την κρίση και θα δημιουργήσει.
Πηγή: http://metablogging.gr/2010/10/startup-nation/