Η επένδυση στην Παιδεία αποτελεί το συντομότερο δρόμο για την έξοδο της χώρας από την κρίση. Η ενίσχυση, οικονομική και ηθική, της εκπαίδευσης και των λειτουργών της εγγυάται την ποιότητα της παρεχόμενης γνώσης και των απαραίτητων εφοδίων στη νέα γενιά της Πατρίδας μας. Η αντιαναπτυξιακή πολιτική της Κυβέρνησης πλήττει με το χειρότερο τρόπο τοΥπουργείο Παιδείας καθώς στο όνομα της εξοικονόμησης πόρων περικόπτονται αδιακρίτως χρηματοδοτήσεις, επιδόματα, διοικητικές δομές και διορισμοί, χωρίς σχέδιο και
διαβούλευση.Πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί το δελτίο τύπου με το οποίο η Κυβέρνηση εξαγγέλλει ουσιαστικά την κατάργηση των Γραφείων Εκπαίδευσης και των Ολιγοθέσιων Σχολειών. Η ανακοίνωση αυτή του Υπουργείου έρχεται σε συνέχεια δημοσιευμάτων του τύπου («Έθνος της Κυριακής» 28/11/2010 σελ.8) και σχετικής συνέντευξης της Υπουργού.
Αξίζει να σημειωθεί ότι για το ίδιο θέμα, ασκώντας το δικαίωμα του Κοινοβουλευτικού Ελέγχου, είχα καταθέσει Ερώτηση στη Βουλή στις 29/6/2010 (ΑΠ. 12298) για την οποία δεν έλαβα ΚΑΜΙΑ απάντηση, παρά το γεγονός ότι βάσει του Κανονισμού της Βουλής ο Υπουργός οφείλει να απαντήσει εντός 15 ημερών σε ερωτώντα Βουλευτή.
Η άκριτη κατάργηση υπηρεσιών και σχολικών μονάδων, χωρίς την απαιτούμενη μελέτη και διαβούλευση, θα οδηγήσει από τη μία, στην υποβάθμιση της παρεχόμενης εκπαίδευσης, χωρίς από την άλλη, να αποδώσει τα ανάλογα οικονομικά οφέλη στο Υπουργείο. Η έλλειψη στρατηγικής και οράματος για την Παιδεία οδηγεί στον ευτελισμό των θεσμών και σε μία λογιστική αντιμετώπιση των εκπαιδευτικών και των μαθητών. Η κατάργηση Γραφείων, θεσμών και υπηρεσιών του Υπουργείου και πολύ περισσότερο η κατάργηση και υποβάθμιση σχολικών μονάδων μειώνει το κόστος σε απόλυτους αριθμούς αλλά καταδικάζει στην απομόνωση περιοχές της περιφέρειας, αναγκάζει τους εκπαιδευτικούς αλλά και τους γονείς των μαθητών να διανύουν μεγάλες αποστάσεις προκειμένου να εξυπηρετηθούν από τις διοικητικές υπηρεσίες, αυξάνει το κόστος μεταφοράς των μαθητών ιδιαίτερα στις ορεινές και νησιωτικές περιοχές.
Η ορθολογική κατανομή του προσωπικού, εκπαιδευτικού και διοικητικού, καθώς και η αναδιάρθρωση των υπηρεσιών του Υπουργείου Παιδείας αποτέλεσε στόχο της πολιτικής του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κατά την περίοδο 2007-2009. Για το σκοπό αυτό, συστάθηκαν επιστημονικές επιτροπές που μελέτησαν το πρόβλημα, συνομιλήσαμε με τους συνδικαλιστικούς φορείς της εκπαίδευσης και της διοίκησης, αξιοποιήσαμε την εμπειρία των διοικητικών υπαλλήλων του Υπουργείου και καταλήξαμε σε ένα σχέδιο που η σταδιακή εφαρμογή του οδήγησε αφενός σε εξοικονόμηση πόρων χωρίς παράλληλα να πλήττει τις παρεχόμενες υπηρεσίες στο μαθητή, καθώς το σχολικό έτος 2008-2009 ξεκίνησε με τους εκπαιδευτικούς στα σχολεία και τα βιβλία να περιμένουν τους μαθητές. Παράλληλα, μέσα από συστηματική διαβούλευση καταλήξαμε στην προετοιμασία ενός σύγχρονου και αποτελεσματικού νέου Σχεδίου Οργανισμού του Υπουργείου, ο οποίος μείωνε το λειτουργικό κόστος της κεντρικής υπηρεσίας του ΥΠΕΠΘ περισσότερο από 500.000 Ευρώ το χρόνο. Παρότι το σχετικό Προεδρικό Διάταγμα έφτασε μέχρι το ΣΤΕ δυστυχώς δεν αξιοποιήθηκε από την νέα πολιτική ηγεσία. Αντίθετα, μετά από ένα χρόνο αδράνειας η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου καταθέτει «σχέδιο προτάσεων» για έναν προσχηματικό διάλογο, η καταληκτική ημερομηνία του οποίου είναι 10 ημέρες μετά τη δημοσίευση των προτάσεων γεγονός που από μόνο του απαξιώνει τη διαδικασία.
Ε Ρ Ω Τ Α Τ Α Ι
η κ. Υπουργός
1. Σε ποιες επιστημονικές μελέτες βασίζεται η εισήγηση του Υπουργείου για την κατάργηση των Γραφείων Εκπαίδευσης, τη συγχώνευση και συρρίκνωση των Διευθύνσεων;
2. Τι ποσά υπολογίζεται ότι θα εξοικονομηθούν σε περίπτωση εφαρμογής του προτεινόμενου πλαισίου;
3. Πού θα απορροφηθεί το προσωπικό των υπό κατάργηση ή συγχώνευση υπηρεσιών;
4. Τι πρόκειται να συμβεί με το νέο οργανισμό της κεντρικής υπηρεσίας;
Αθήνα, 03 / 12 / 2010
Ο ερωτών ΒουλευτήςΕυριπίδης Σ. Στυλιανίδης
Βουλευτής Ροδόπης
Βουλευτής Ροδόπης