29 Απρ 2011

Σκέψεις για την πιστωτική πολιτική των τραπεζών και τις σχέσεις τους με το Ελληνικό Δημόσιο

Του Κώστα Πλαγάκου, Οικονομολόγου
Προέδρου Δημοτικού Συμβουλίου Χαλκηδόνος

Με αφορμή την είδηση για το σχέδιο επέκτασης των εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου υπέρ των τραπεζών κατά ποσό 30 δις ευρώ και τις υποχρεώσεις που θα αναλάβουν οι τράπεζες έναντι του Δημοσίου προκειμένου να λάβουν την παραπάνω ενίσχυση θα ήθελα να εκθέσω κάποιες σκέψεις.

Εφόσον οι τράπεζες αποτελούν βασικό πυλώνα της οικονομίας και η ενίσχυσή τους αποτελεί βασική επιλογή πολλών κυβερνήσεων στο δυτικό κόσμο, τα ανταλλάγματα που θα δώσουν οι ελληνικές τράπεζες δεν πρέπει να εξαντληθούν στην υπόσχεση για τόνωση της οικονομίας μέσω της ενίσχυσης της οικονομικής ρευστότητας. Με άλλα λόγια δεν πρέπει να...
αναλάβουν την υποχρέωση να δώσουν απλώς περισσότερα δάνεια, για να ενισχύσουν την αγορά καθώς ναι μεν η ενίσχυση της αγοράς με «ζεστό» χρήμα βοηθάει τις επιχειρήσεις και ολόκληρη την εθνική οικονομία πλην όμως τα δάνεια πρέπει να δίνονται με σοβαρά οικονομοτεχνικά, δηλαδή τεχνοκρατικά κριτήρια και όχι ως αποτέλεσμα δέσμευσης των τραπεζών έναντι της πολιτικής εξουσίας. Στην περίπτωση αυτή, όταν δηλαδή οι τράπεζες δανειοδοτούν εύκολα τους πελάτες τους απλώς και μόνο γιατί το ζήτησε η κυβέρνηση, παρατείνεται χρονικά και επιτείνεται σε ένταση ο φαύλος κύκλος της υπερχρέωσης των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, διότι λείπουν οι ουσιαστικές προϋποθέσεις για την επιστροφή των δανείων, δηλαδή η ύπαρξη οικονομικού αντικειμένου, με άλλα λόγια παραγωγής, που θα δημιουργήσει πλούτο, με τον οποίο θα εξοφλήσουν οι οφειλέτες τα δάνειά τους. Τελικά, εάν οι τράπεζες χορηγούν περισσότερα δάνεια επειδή και μόνο το ζήτησε η κυβέρνηση, το αποτέλεσμα θα είναι να γίνονται περισσότερες κατασχέσεις και περισσότεροι πλειστηριασμοί στο μέλλον, επειδή οι δανειολήπτες δεν θα μπορούν να τα εξοφλήσουν. Η πολιτική του εύκολου δανεισμού δεν χρειάζεται περισσότερη ανάλυση, διότι τώρα όλοι γνωρίζουμε πλέον που οδηγεί.

Επίσης, το αντάλλαγμα που θα κληθούν να καταβάλουν οι τράπεζες για να αποκτήσουν μεγαλύτερη κρατική ενίσχυση, οποιασδήποτε μορφής, δεν πρέπει να εξαντλείται στην προσωρινή ανακούφιση των δανειοληπτών. Εδώ και χρόνια η Βουλή κατά καιρούς ψηφίζει νόμους, με τους οποίους επιτυγχάνεται η προσωρινή ανακούφιση των δανειοληπτών, κυρίως με την αναστολή των πλειστηριασμών για μερικούς μήνες και τον επανακαθορισμό του ύψους των οφειλών με σκοπό τη διαγραφή των υπέρμετρων τόκων. Ασφαλώς πρόκειται για θετικά μέτρα όμως με αυτά δεν λύνεται το πρόβλημα, διότι εάν λυνόταν, δεν θα χρειαζόταν να επαναλαμβάνονται κάθε χρόνο. Αυτά τα μέτρα προσφέρουν μερικές φορές κάποια διευκόλυνση αλλά τις περισσότερες φορές παράταση της αγωνίας όσων αδυνατούν να εξοφλήσουν τις οφειλές τους.

Απαιτείται μόνιμη και έντιμη ρύθμιση των σχέσεων των τραπεζών με τους κάθε μορφής δανειολήπτες και η επέκταση του πακέτου της ενίσχυσης των ελληνικών τραπεζών με το ποσόν των 30 δις ευρώ, την οποία συζητάει ο υπουργός οικονομίας, αποτελεί κατάλληλη χρονική συγκυρία. Ο κύριος και βασικός άξονας, όμως, πρέπει να είναι η θέσπιση οροφής για το συνολικό ύψος της οφειλής. Δηλαδή πρέπει να θεσπισθεί με νόμο ότι το συνολικό ποσό της οφειλής περιλαμβανομένων τόκων συμβατικών και υπερημερίας, προμηθειών, επιρριπτομένων φόρων, εξόδων και κάθε λογής επιβαρύνσεων δεν θα επιτρέπεται να υπερβαίνει σε καμία περίπτωση ορισμένο ύψος όσο και αν καθυστερήσει η εξόφληση του δανείου. Αυτό το ύψος μπορεί να ορισθεί π.χ. στο ενάμισι ή στο διπλάσιο του κεφαλαίου του δανείου ή σε κάποιο άλλο ύψος που θα αποφασισθεί. Έτσι και οι τράπεζες θα εισπράττουν ικανοποιητικό τόκο και οι οφειλές των δανειοληπτών δεν θα μεγεθύνονται υπερβολικά με συνέπεια τον οικονομικό εξανδραποδισμό και την απώλεια των περιουσιών τους. Έτσι η χορήγηση δανείων θα γίνεται με σοβαρότερα κριτήρια, διότι οι τράπεζες θα γνωρίζουν ότι δεν θα μπορούν να αποβλέπουν στην απόκτηση της ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη αλλά πρέπει να αποβλέπουν και να τον καθοδηγούν στην ορθή επιχειρηματική και εν γένει οικονομική συμπεριφορά, ώστε μετά από μερικά χρόνια να εισπράξουν τα χρήματά τους αυξημένα το πολύ κατά το ποσόν που θα επιτρέπει η οροφή που προτείνουμε και το οποίο θα είναι αρκετά σημαντικό.

Επιπλέον, με τη θέσπιση της οροφής που προτείνουμε, εάν κάποιος σταματήσει να πληρώνει τις δόσεις που οφείλει, δεν θα συμφέρει στην τράπεζα να καθυστερεί τη διαδικασία είσπραξης της απαίτησής της, φαινομενικά βοηθώντας τον οφειλέτη αλλά στην πράξη με αύξηση της οφειλής του, ώστε αν και καθίσταται γνωστό από νωρίς ότι δεν μπορεί να εξοφλήσει, η τράπεζα να του χαρίζει χρόνο και τελικά αυτός να βρίσκεται να οφείλει περισσότερα με το συνυπολογισμό των υψηλών τόκων που «τρέχουν» διαρκώς. Και αυτό διότι θα είναι γνωστό ότι όσο και αν καθυστερήσει η αποπληρωμή, το τελικό ύψος της οφειλής και επομένως το όφελος της μίας πλευράς και η απώλεια της άλλης δεν θα υπερβαίνει ορισμένο ύψος. Αυτό έχει επιτευχθεί σε μεγάλο βαθμό με τα νομοθετικά μέτρα που προαναφέρθηκαν και επαναλαμβάνονται κάθε χρόνο. Δεν είναι όμως μόνιμα μέτρα και κανείς δεν εγγυάται ότι θα επαναλαμβάνονται διαρκώς. Αυτό που χρειάζεται η αγορά δεν είναι η επίδειξη γενναιοδωρίας ή φιλολαϊκής συμπεριφοράς από την εκάστοτε κυβέρνηση σε μία σχεδόν κατεστραμμένη οικονομία αλλά οι σταθεροί, δίκαιοι και βιώσιμοι κανόνες, οι οποίοι θα συνδυάζουν ρεαλιστικά τα συμφέροντα και των δύο μερών και θα καθιστούν περίπου προβλέψιμη την εξέλιξη της πίστωσης στο μέλλον ακόμη και αν τα πράγματα εξελιχθούν δυσμενώς για το δανειολήπτη.

Η ιδέα αυτή ίσως είναι ασυνήθιστη για την οικονομική πραγματικότητα της χώρας και ασφαλώς θα μπορούσε να διατυπωθεί αντίλογος με επιχειρήματα οικονομικής φύσης. Το βέβαιο όμως είναι ότι η κρίσιμη κατάσταση, στην οποία βρίσκεται η οικονομία και ιδίως ο κίνδυνος περαιτέρω αποδιοργάνωσης, δηλαδή διάλυσης και άλλων επιχειρήσεων και περισσότερων απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα απαιτεί τη χάραξη σοβαρής πιστωτικής πολιτικής με υπέρβαση του τρόπου σκέψης και των αξιών που συνοδεύουν μέχρι σήμερα τους εμπλεκόμενους φορείς.

http://taxalia.blogspot.com/
 
Copyright © 2015 Taxalia Blog - Θεσσαλονίκη