Επιμένουν κάποιοι ότι αν οι μισθοί των Ελλήνων εργαζομένων εξομοιωθούν με τους αντίστοιχους μισθούς της Βουλγαρίας, τότε θα μας προκύψει η πολυπόθητη ανάκαμψη.
Να με συγχωρούν, αλλά εδώ έχουμε να κάνουμε ή με βλάκες ή με απατεώνες. Μόνο ένας βλάκας λέει κάτι τέτοιο και δεν μπορεί να εξηγήσει για ποιόν λόγο η Βουλγαρία που έχει μισθούς Βουλγαρίας δεν έχει γίνει Ελβετία. Κι επειδή δεν έχουμε να κάνουμε με βλάκες..
θα πρέπει να αναζητήσουμε την αιτία... Το «λάθος» που κάνουν είναι σκόπιμο:
θα πρέπει να αναζητήσουμε την αιτία... Το «λάθος» που κάνουν είναι σκόπιμο:
Μπερδεύουν τον δημόσιο τομέα με τον ιδιωτικό. Στον δημόσιο τομέα έπρεπε να γίνουν μειώσεις και μάλιστα σημαντικές. Και πάλι, όμως, όχι οριζόντια σε όλους τους δημοσίους υπαλλήλους. Υπάρχουν περιθώρια περικοπών από τον υπάλληλο του υπουργείου Οικονομίας που αμείβεται σαν να είναι στέλεχος πολυεθνικής. Από τον δάσκαλο, όμως, που αμείβεται έτσι κι αλλιώς με λίγα χρήματα, είναι άδικο να γίνονται μειώσεις επί μειώσεων.
Θα μπορούσαν να έχουν εξοικονομήσει πόρους απολύοντας τους δημοσίους υπαλλήλους που προσλάβανε τα τελευταία χρόνια από το παράθυρο, παρακάμπτοντας το ΑΣΕΠ. Αλλά δεν το έκαναν! Προτίμησαν να γενικεύσουν την αδικία σε όλη την κοινωνία από το να αντιμετωπίσουν την αλήθεια...
Κι έρχονται τώρα και βάζουν θέματα για τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα. Λες και αμείβονται με πριγκηπικούς μισθούς. Λες και το έχει ζητήσει κάποιος. Λες και με τον τρόπο αυτό θα αυξηθούν οι θέσεις εργασίας ή θα έρθουν επενδύσεις. Είναι ηλίου φαεινότερο ότι άλλα λένε και άλλα εννοούν...
Θα πρέπει, επίσης να σημειώσουμε ότι ο ιδιωτικός τομέας έχει ήδη πληρώσει βαρύτατο τίμημα στην κρίση, επειδή ακριβώς το πολιτικό προσωπικό της χώρας θέλησε να προστατεύσει τους κομματικούς του στρατούς. Κι εκεί η τρόικα δεν αντέδρασε, παρά το γεγονός ότι μπορούσε να αντιδράσει. Το ερώτημα είναι για ποιόν λόγο επιμένουν τόσο πολύ με τους μισθούς του ιδιωτικού τομέα.
Ο προφανής λόγος που επικαλούνται είναι εκείνος της «εσωτερικής υποτίμησης». Δεν θα μπούμε στην διαδικασία να αποδείξουμε αν κάτι τέτοιο θα ήταν ωφέλιμο ή όχι. Ωστόσο, αναρωτιόμαστε πως μπορεί να υποτιμήσει κανείς μισθούς που είναι ήδη υποτιμημένοι εδώ και πολλά χρόνια!
Ναι μεν δεν ήταν σε επίπεδα Βουλγαρίας, αλλά δεν ήταν και σε επίπεδα Ιταλίας ή Γερμανίας. Παρ΄ όλα αυτά, δεν ήρθαν επενδύσεις από την Γερμανία ή την Ιταλία. Στην Βουλγαρία και στην Ρουμανία, από την άλλη πλευρά, έγιναν επενδύσεις από ελληνικές επιχειρήσεις. Αυτές, όμως, δεν πραγματοποιήθηκαν λόγω των χαμηλών μισθών (με εξαίρεση τις βιοτεχνίες φασόν), αλλά λόγω της χαμηλής φορολογίας.
Κι είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιήθηκαν στις γειτονικές χώρες αντιμετώπισαν έντονο πρόβλημα στελέχωσης. Κι έτσι αναγκάστηκαν και μετέφεραν στελεχιακό δυναμικό από την Ελλάδα. Αυτό, άραγε, δεν το μετράει κανείς στο «κόστος»; Τέλος πάντων, αν θέλει κανείς να μιλήσει για επενδύσεις θα πρέπει να στρέψει την προσοχή του σε άλλα πράγματα, όπως οι φόροι, και όχι στους μισθούς. Ή καλύτερα όχι στους συγκεκριμένους μισθούς που έτσι κι αλλιώς είναι χαμηλοί...
Ποιος είναι λοιπόν ο λόγος που έχουν χαλάσει τον κόσμο με τους μισθούς του ιδιωτικού τομέα;
Πιστεύω ότι ο Γερμανικός ιμπεριαλισμός δεν μπορεί να μας συγχωρέσει το γεγονός της ανάπτυξης στον χώρο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν καταφέρει να διεισδύσουν σε αγορές στις οποίες οι εταίροι μας θα ήθελαν να παίζουν εκείνοι τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Δημιουργούν έτσι τις συνθήκες που θα εξαναγκάσουν τον επιχειρηματικό κόσμο της χώρας σε μία άτακτη υποχώρηση, προκειμένου να σωθούν οι επενδύσεις στην μητρόπολη των επιχειρήσεών τους! Η επιλογή της σύνθλιψης των μισθών του ιδιωτικού τομέα είναι συνταγή περαιτέρω ύφεσης και έχει έναν και μόνο σκοπό: Να εξαναγκάσει τις μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις να «κοντύνουν» στο εξωτερικό.
Η ανάκαμψη θα έρθει για πολλούς και διάφορους λόγους. Θα έχει σημασία, όμως, αν εκείνη την στιγμή οι τράπεζες θα είναι σε ελληνικά χέρια ή όχι. Αν θα έχουν θυγατρικές στο εξωτερικό ή αν βρίσκονται μόνο εντός των τειχών. Και μην νομίσει κανείς ότι αναφερόμαστε σε μακρινούς μελλοντικούς χρόνους. Η ταχύτητα των εξελίξεων μπορεί να είναι τέτοια που όταν ολοκληρωθούν οι αναγκαίες κινήσεις να είναι πλέον άσκοπη και η επιμονή στην λεγόμενη «εσωτερική υποτίμηση»...
Θανάσης Μαυρίδης / capital.gr