Διαγραφή του χρέους και καταγγελία του Μνημονίου ζητούν οι
Ανεξάρτητοι Έλληνες και πολλοί άλλοι που στο άκουσμα των επερχόμενων μέτρων
ζαλίζονται από το βάρος των υποχρεώσεων. Και όταν κάτι είναι βαρύ απλά δεν το
σηκώνουμε, λέει η λογική. Αν όμως τα βάρη είναι δικά μας, είναι ...
οικογενειακά,
είναι ένα ανάπηρο παιδί, είναι ένας κατάκοιτος γέρος, είναι μια δύσκολη δουλειά
σε μεταλλείο, είναι ο επαγγελματικός ανταγωνισμός με την Κίνα, είναι οτιδήποτε
δυσκολότερο από αυτό που μάθαμε να κάνουμε και να ζούμε μέχρι τώρα, τι κάνουμε;
Από την άλλη αν μπουν όσοι προτείνουν τη διαγραφή του χρέους
στη θέση των δανειστών, αν για παράδειγμα έχουν δανείσει κάποιον συγγενή τους
με ένα σημαντικό ποσό κι αυτός χρεοκόπησε, χρωστώντας όχι μόνον στους ίδιους
αλλά σε όλο το σόι, τι γνώμη θα σχηματίσει όλος ο κοινωνικός περίγυρος για τον
ασυνεπή οφειλέτη; Αφού χρεώθηκε μέχρι το λαιμό, συνέχισε να ζητά δανεικά αλλά
και δουλειά για να ξεχρεώσει, χωρίς όμως να πουλά ούτε ένα χωράφι, ούτε ένα
αυτοκίνητο, χωρίς να προσπαθεί να βρει μια δεύτερη δουλειά, χωρίς να περιορίζει
την καλοπέραση και τις σπατάλες. Πώς θα αισθανόσασταν λοιπόν ως δανειστής αν
μαθαίνατε από το συγγενή σας ότι προσπάθησε μεν αλλά δεν είναι σε θέση να σας
επιστρέψει τα οφειλόμενα και αποφασίζει να μη σας τα επιστρέψει ποτέ;
Στη θέση του οφειλέτη είναι στην πράξη το Ελληνικό κράτος
αλλά στη θέση των δανειστών δεν είναι
πλέον κάποια απρόσωπα κερδοσκοπικά funds, αλλά είναι οι ευρωπαίοι φορολογούμενοι, οι συγγενείς μας.
Οι οποίοι βαρέθηκαν να μας ακούνε να ζητάμε δανεικά χωρίς να κάνουμε ουσιαστικά
τίποτα για να βελτιώσουμε τα οικονομικά μας, χωρίς να αξιοποιούμε ούτε καν τη
δουλειά (ΕΣΠΑ) που μας προσέφεραν.
Αντίθετα ψάχνουμε για κάθε μορφής δικαιολογία, την
προηγούμενη κυβέρνηση, την παγκόσμια συνομωσία, τους συνδικαλιστές, την
εργοδοσία, τις τράπεζες και το χειρότερο μεγάλο τμήμα της κοινωνίας βρίζει
κιόλας τους συγγενείς δανειστές και ψάχνει για άλλη οικογένεια, για να
ξεζουμίσει κι αυτή, λες και δεν έμαθε τα καθέκαστα όλη η γειτονιά.
Μετά απ’ όλα αυτά όταν έρχεται η ώρα της επιστροφής των
δανεικών, της εξυπηρέτησης των υποχρεώσεων, της επαναδιαπραγμάτευσης απορούμε
γιατί δεν μας δίνουν κι άλλα και μπροστά στην πίεση των μέτρων αρχίζουμε τα
«αυτή δεν είναι η Ευρώπη της αλληλεγγύης», «δεν εκχωρούμε την Ελλάδα σε κανένα»
κ.α. γραφικά.
Το πρόβλημά μας είναι ότι δεν είμαστε μια ανώνυμη εταιρία
που θα μπει στο άρθρο 99 ή θα κηρύξει πτώχευση, που απλά θα αφήσει απλήρωτους
εργαζόμενους, ακάλυπτους προμηθευτές, διαμαρτυρημένα δάνεια και αν όλα πάνε
καλά, στο μέλλον, με ένα άλλο όνομα και με ακέραια την προσωπική περιουσία μας
θα μπορέσουμε να επιχειρήσουμε ξανά. Το ζήτημα είναι ότι είμαστε Έλληνες, με
ταυτότητα και συνέπεια. Είμαστε αυτοί που κάποτε μαλώναμε στις ταβέρνες για να
πληρώσουμε πρώτοι το λογαριασμό, που δεν δεχόμασταν μύγα στο σπαθί μας και τώρα
σφυρίζουμε αδιάφορα και την κάνουμε με ελαφρά πηδηματάκια.
Όσοι δεν απορρίφθηκαν από ξένο εργοδότη γιατί ήταν Έλληνες,
όσοι δεν απορρίφθηκαν σε διεθνή διαγωνισμό γιατί είχαν εγγυητική από Ελληνική
τράπεζα, όσοι δεν μπόρεσαν να εξάγουν προϊόντα γιατί ήταν Ελληνικά, μπορούνε
ίσως να το κάνουνε… Και εμείς που παίζουμε αυτό το παιχνίδι, ενήλικες είμαστε, όπως
επιλέξαμε ή παρασυρθήκαμε και φτάσαμε ως εδώ, ίσως να μπορούμε να το κάνουμε...
Οι νεότερες γενιές όμως που θα έχουν το στίγμα του μπαταχτσή για πολλές δεκαετίες
τι μας χρωστάνε;