9 Δεκ 2012

Συνοπτική ενημέρωση για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των υπερχρεωμένων νοικοκυριών

Από τον οικονομολόγο Κώστα Πλαγάκο
Για την ελάφρυνση όσων υπερχρεώθηκαν με διάφορα δάνεια ψηφίστηκε ο νόμος 3869/2010. Στο κείμενο αυτό το blog koufalia.capitalblogs.gr και η εφημερίδα «ΕΝΟΤΗΤΑ» παρέχουν τις κυριότερες πληροφορίες για την εφαρμογή του νόμου, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις όσων ...
ενδιαφέρονται να υπαχθούν στις ρυθμίσεις του. Υπάρχουν και λεπτομέρειες νομικού χαρακτήρα, οι οποίες είναι εξειδικευμένες, δεν εμφανίζονται πάντοτε και αντιμετωπίζονται κατά περίπτωση από τους δικηγόρους και τα δικαστήρια. Δεν έχει νόημα να αναφερθούμε σε αυτές.
Στο νόμο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά δεν υπάγονται οι έμποροι με ατομική επιχείρηση ούτε οι εταιρίες, διότι για αυτούς υπάρχουν άλλες διαδικασίες, όπως π.χ. του άρθρου 99 του νόμου 3588/2007, με την οποία θα ασχοληθούμε σε άλλο κείμενο. Οι μη έμποροι μπορούν να συγκεντρώσουν για ρύθμιση όλες τις οφειλές τους, δηλαδή τα στεγαστικά, επισκευαστικά, καταναλωτικά δάνεια, οφειλές από πιστωτικές κάρτες κλπ ακόμη και τις οφειλές όχι μόνο προς τράπεζες αλλά προς άλλα πρόσωπα, ακόμη και προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Δεν επιτρέπεται όμως να ρυθμίσουν τα χρέη που γεννήθηκαν το τελευταίο έτος πριν την κατάθεση της αίτησης για την υπαγωγή στο νόμο αυτό, διότι ο νόμος θεωρεί ότι σε αυτή την περίπτωση ο οφειλέτης επίτηδες έλαβε δάνεια έχοντας ήδη σχεδιάσει την υπαγωγή του στο νόμο με σκοπό να μην τα πληρώσει. Επίσης, δεν επιτρέπεται να ρυθμιστούν ορισμένες υποχρεώσεις που απαριθμούνται αναλυτικά στο νόμο, όπως κάποιες υποχρεώσεις για αποζημίωση, χρέη από διοικητικά πρόστιμα, χρηματικές ποινές, φόρους, εισφορές και τέλη προς το δημόσιο, τους Ο.Τ.Α., τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και τους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης. Δεν έχει σημασία το ύψος των οφειλών. Υπάγονται και τα μικρά και τα μεγάλα χρέη.
Προϋπόθεση είναι ο οφειλέτης να έχει περιέλθει χωρίς δόλο σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του. Κάθε πρόσωπο μόνο μία φορά επιτρέπεται να υπαχθεί στο νόμο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά και όποιος το αποφασίσει πρέπει να είναι προσεκτικός, δηλαδή να εξετάσει, εάν τον συμφέρει. Επίσης, πρέπει να δηλώσει με ειλικρίνεια σε ποιους οφείλει και ποια ποσά, όπως επίσης και την περιουσιακή κατάστασή του, δηλαδή τα κάθε είδους εισοδήματα, τα ακίνητα και τα σημαντικά κινητά περιουσιακά στοιχεία του, π.χ. αυτοκίνητο, διότι εάν δεν το πράξει αλλά αποκρύψει π.χ. ορισμένα δάνεια ή ορισμένα εισοδήματα, κινδυνεύει να απορριφθεί η αίτησή του ως απαράδεκτη ή ως ανειλικρινής. Αν απορριφθεί η αίτηση από το δικαστήριο, νέα αίτηση μπορεί να κατατεθεί μόλις περάσει ένα έτος.
Η διαδικασία ξεκινάει με τη συμπλήρωση ορισμένων εντύπων, στα οποία πρέπει να γραφούν με συγκεκριμένο τρόπο η οικογενειακή κατάσταση, τα οικονομικά στοιχεία του οφειλέτη, δηλαδή οι υποχρεώσεις, η περιουσία και τα εισοδήματά του. Επίσης, πρέπει να συμπληρωθεί έντυπο με υποβολή πρότασης προς τους πιστωτές, για να την εξετάσουν και εάν τη δεχθούν, δεν ακολουθεί δίκη. Επειδή αυτή η διαδικασία είναι τεχνική και τυποποιημένη ο νόμος ορίζει ότι πρέπει να γίνει με τη βοήθεια δικηγόρου ή κάποιου φορέα με πιο χαρακτηριστικές τις ενώσεις καταναλωτών. Η διαδικασία αυτή που προηγείται υποχρεωτικά από τη διεξαγωγή της δίκης, συνήθως είναι ανεπιτυχής αφ’ ενός διότι οι οφειλέτες προτείνουν την απαλλαγή τους από το μεγαλύτερο μέρος των οφειλών τους και δέχονται να πληρώσουν πολύ λίγα χρήματα έναντι αυτών που οφείλουν και από την άλλη οι τράπεζες δεν επιθυμούν να χάσουν εκουσίως το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων που δικαιούνται. Γι’ αυτό μπαίνουμε στο δεύτερο στάδιο, δηλαδή σε δίκη στο ειρηνοδικείο.
Το ειρηνοδικείο εξετάζει πόσο είναι το άθροισμα όλων των χρεών, πόσα χρήματα χρειάζεται κάθε μήνα ο οφειλέτης, για να καλύψει τις βασικές ανάγκες της οικογένειάς του και ορίζει ότι τα χρήματα αυτά θα τα κρατάει αυτός, για να ζήσει. Τα υπόλοιπα χρήματα του μισθού, της σύνταξης και γενικώς των εισοδημάτων του θα κατανέμονται σύμμετρα για την εξόφληση των χρεών, δηλαδή αναλόγως του μεγέθους της απαίτησης κάθε πιστωτή, σύμφωνα με συγκεκριμένες μαθηματικές πράξεις που κάνει το δικαστήριο. Επίσης, διατάσει την πώληση της περιουσίας, για να μειωθεί το χρέος, εκτός εάν η περιουσία είναι μικρής αξίας και η εκποίησή της δεν θα προσφέρει τίποτε, π.χ. ένα παλιό αυτοκίνητο ή ένα μικρό ποσοστό εξ αδιαιρέτου σε ένα χωράφι. Η ρύθμιση που αποφασίζει το δικαστήριο διαρκεί τέσσερα χρόνια.
Επίσης, πολύ σημαντικό είναι ότι ο νόμος προνοεί, ώστε να μην πωληθεί η κύρια κατοικία του οφειλέτη, διότι έτσι ναι μεν θα μειωνόταν κατά πολύ τα χρέη του αλλά θα κινδύνευε να μείνει άστεγος. Εάν λοιπόν, η κύρια κατοικία του είναι στο δικό του όνομα, μπορεί να ζητήσει να μην διαταχθεί η εκποίησή της. Τότε το δικαστήριο, για να διασωθεί το σπίτι, τον υποχρεώνει να καταβάλει στους πιστωτές σε δόσεις ποσοστό 85% της εμπορικής αξίας του σπιτιού εντός χρόνου το πολύ είκοσι ετών. Αυτό φυσικά συμβαίνει εάν μέσα στα τέσσερα χρόνια που προαναφέρθηκαν δεν εξοφλήθηκαν όλες οι ορισμένες οφειλές. Εάν οι οφειλές είναι πολλές, όπως συνήθως συμβαίνει, μάλλον δεν θα έχουν εξοφληθεί μέσα σε τέσσερα χρόνια. Τότε, ο οφειλέτης θα αρχίσει να καταβάλλει τις δόσεις που θα ορίσει το δικαστήριο σε όσους πιστωτές δεν εξοφλήθηκαν μέχρι να συμπληρωθεί ποσόν ίσο με το 85% της αξίας του σπιτιού.
Αν ο οφειλέτης ή κάποιος από τους πιστωτές θεωρεί ότι το ειρηνοδικείο έκανε κάποιο λάθος που θίγει τα συμφέροντά του, δικαιούται να ασκήσει έφεση και να κριθεί η υπόθεση του από ανώτερο δικαστήριο.
Από τα παραπάνω αντιλαμβανόμαστε ότι οι υποχρεώσεις από την υπαγωγή στο νόμο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά μπορεί να διαρκέσουν ακόμη και εικοσιτέσσερα χρόνια. Στο διάστημα αυτό εάν ο οφειλέτης είναι συνεπής με την καταβολή των δόσεων που θα ορίσει το δικαστήριο, οι πιστωτές του δεν δικαιούνται να τον διώξουν δικαστικά και ιδίως να οδηγήσουν σε πλειστηριασμό την περιουσία του. Στο τέλος θα απαλλαχθεί από το υπόλοιπο των οφειλών του, όποιο και αν είναι αυτό. Εάν δεν είναι συνεπής, θα ανατραπεί η υπαγωγή στο νόμο, δηλαδή θα αναβιώσει κάθε ένα από τα χρέη του και οι πιστωτές θα δικαιούνται ξανά να ασκήσουν τα δικαιώματά τους εναντίον του, για να εισπράξουν τις απαιτήσεις του. Πλεονέκτημα του νόμου είναι ότι με την υπαγωγή σε αυτόν σταθεροποιείται το ύψος των χρεών, διότι παύουν να υπολογίζονται τόκοι.

 
Copyright © 2015 Taxalia Blog - Θεσσαλονίκη