«Καθηγητές τρεις, εχάθη η Πατρίς»
Όττο Βίσμαρκ
του Παναγιώτη Ν. Κρητικού
Πρώην Αντιπροέδρου της Βουλής, μέλους της Πρωτοβουλίας για την αναδιοργάνωση με λαϊκά χαρακτηριστικά του ενδιάμεσου (κεντρώου) χώρου
Είχε, φαίνεται, πικρή εμπειρία ο σιδηρούς καγκελάριος για να διατυπώσει τον παραπάνω ιστορικό αφορισμό. Φαίνεται ότι είχε μετρήσει σωστά την διάσταση ανάμεσα στην πληθωρικότητα των λόγων και την ένδεια στην πολιτική πράξη. Είχε συγκρίνει το όποιο επιστημονικό μέγεθος με το υπομέγεθος του πολιτικού τους έργου. Γιατί αυτό συμβαίνει συνήθως.
Κατακλύζουν το χώρο με την πλημμυρίδα των λόγων και την κοινωνία με την πενία των έργων. Γιατί η πολιτική πράξη είναι αποτέλεσμα της πολιτικής σκέψης και πολιτικής πρακτικής, την οποία κατά κανόνα στερούνται και όχι φυσικά της θεωρητικής γνώσης, την οποία έχουν αποκτήσει.
Τα τελευταία χρόνια, σε τούτη τη δύσμοιρη χώρα, περισσεύουν οι πάσης φύσεως θεωρητικοί, εκ των Πανεπιστημίων κυρίως ορμώμενοι, ως «ειδικοί», «οικονομολόγοι», «τεχνοκράτες» στο δημόσιο βίο, αυτοκαθοριζόμενοι μάλιστα ως απαραίτητοι. Προς άρση πάσης παρεξηγήσεως, δεν ανήκουμε σε εκείνους που θέτουν αποκλεισμούς στην συμμετοχή στα κοινά. Μακριά ημών τέτοιος αφορισμός. Όμως, δεν αναγνωρίζουμε σε καμία κατηγορία ειδικών την αποκλειστικότητα στην άσκηση πολιτικών καθηκόντων και μάλιστα χωρίς τη λαϊκή εντολή.
Ο αείμνηστος Κων/νος Καραμανλής ο οποίος, πέραν την αναμφισβήτητης πολιτικής ευφυίας διέθετε αλάνθαστο πολιτικό ένστικτο, είχε εκφράσει στον αείμνηστο Γιάννη Αλευρά σε ένα από τα καιρού εις καιρόν, δείπνα στο Προεδρικό Μέγαρο την εξής άποψη: «Η πολιτική είναι περίπλοκη, πολυσχιδής και πολύπλοκή, ιδιαίτερα στην σημερινή εποχή με την ανάπτυξη της τεχνολογίας και των οικονομικών εξελίξεων. Ως εκ τούτου είναι αναγκαίοι οι τεχνοκράτες ως σύμβουλοι. Όμως, τις πολιτικές αποφάσεις τις παίρνει αποκλειστικά ο πολιτικός με πολιτικά κριτήρια. Άλλωστε, ο πολιτικός, ως αιρετός, έχει την ευθύνη απέναντι στο λαό». Την ίδια άποψη είχε και ο άλλος χαρισματικός ηγέτης, ο αείμνηστος Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος άκουγε μεν τους τεχνοκράτες, αλλά τελικά τις αποφάσεις τις έπαιρνε ο ίδιος με επίσης πολιτικά κριτήρια. Αυτά τα πολιτικά κριτήρια τα είχε αποκτήσει πριν γίνει καθηγητής.
*
Για την διατύπωση των ανωτέρω σκέψεων, παίρνω αφορμή από τους υπογράφοντες το πρόσφατο «μανιφέστο», οι οποίοι κατά πλειοψηφία προέρχονται από το καθηγητικό κατεστημένο, οι οποίοι ως «γνώστες» παντός επιστητού ανακάλυψαν τον τρόπο σωτηρίας του λαού βάζοντάς τον κάτω από την ομπρέλα της Κεντροαριστεράς. Δεν συμβουλεύτηκαν όμως έναν μετεωρολόγο για να τους πει ότι η ομπρέλα δεν προστατεύει από λαϊκές καταιγίδες.
Διαβάζοντας κανείς αυτό το λεγόμενο «μανιφέστο», βλέπει ότι είναι στη γραμμή των εκσυγχρονιστικών και μνημονιακών αντιλήψεων, χωρίς ίχνος ευαισθησίας απέναντι στο δεινοπαθούντα και χειμαζόμενο λαό μας. Χωρίς αχτίδα ελπίδας για το μέλλον της ελληνικής νεολαίας, η οποία πυκνώνει τις στρατιές των ανέργων. Αλλά πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικό όταν οι συντάκτες του είναι μακριά από την ψυχή του Λαού, μακριά από τις ανάγκες και τις αγωνίες του;
Είναι τόσο φτωχό το λεξιλόγιο των 58 σοφών που δεν βρίσκεις ούτε μια λέξη καταδίκης του νεοφιλελευθερισμού και των συνεπειών του και για την άγρια λιτότητα που έχει επιβάλει στο λαό μας.
*
Ο ενδιάμεσος (κεντρώος) χώρος, ο πατριωτικός και προοδευτικός χώρος θα στελεχωθεί και θα εκφραστεί πολιτικά με γνήσιες λαϊκές δυνάμεις, που θα προέλθουν από τη μήτρα της ελληνικής κοινωνίας. Όχι από κατεστημένες δυνάμεις, οι οποίες εκ των πραγμάτων μπλοκάρουν την ανάδειξη νέων δυνάμεων από τα σπλάχνα της ελληνικής κοινωνίας.
Για τους περισσότερους από τους υπογράφοντες το «μανιφέστο» και τους σπεύσαντες να το «στηρίξουν» – στα επικοινωνιακά τεχνάσματα αποδεικνύονται εξπέρ – οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ γνωρίζουν ότι τόσο στη μοιραία για την οικονομία εκσυγχρονιστική εποχή όσο και στη δραματική μνημονιακή εποχή, συμμετείχαν ποικιλοτρόπως στην άσκηση των πολιτικών αυτών είτε ως τεχνοκράτες-σύμβουλοι είτε ως πολιτικά στελέχη. Συνεπώς, βαρύνονται με πολιτική αναξιοπιστία και κοινωνική απαξίωση διαρκείας, η οποία δεν υπόκειται σε καμιά παραγραφή. Γιατί κατά τον κώδικα πολιτικής ηθικής, τα αδικήματα της αναξιοπιστίας και της απαξίωσης είναι απαράγραπτα. Εξάλλου, είναι γνωστό ότι δεν πείθουν κανέναν ότι μπορεί να φέρουν τον καινούργιο, γιατί δεν είναι νέοι ούτε το διαφορετικό, γιατί έχουν παρωχημένες ιδέες. Κουβαλάνε παλαιές αμαρτωλές νοοτροπίες.
Το καινούργιο θα έλθει με νέους ανθρώπους από την κοινωνία και το διαφορετικό με νέες ιδέες από το μέλλον. Και αυτό το καινούργιο θα εκφραστεί από την Πρωτοβουλία, την οποία πλαισιώνουν νέοι άνθρωποι.
Προαναγγέλλουμε ότι μετά από ώριμη σκέψη και με αίσθημα κοινωνικής ευθύνης, συμμετέχουμε δυναμικά και κινούμε κάθε διαδικασία προσέγγισης όλων των τίμιων και πατριωτικών δυνάμεων αντιμνημονιακής και μεταμνημονιακής αντίληψης.
Η Πρωτοβουλία για την πολιτική ανασύνταξη του ενδιάμεσου χώρου θα εδράζεται στον συγκερασμό δύο μεγάλων ρευμάτων: τον πολιτικό ρεαλισμό του αειμνήστου Κων/νου Καραμανλή και το κοινωνικό όραμα του Ανδρέα Παπανδρέου. Αυτά τα μεγάλα ρεύματα συγκρατούν λαϊκές δυνάμεις που έχουν εγκλωβιστεί στο σύστημα Αβέρωφ-Σαμαρά η πρώτη και στο σύστημα Βενιζέλου-Σημίτη η δεύτερη. Η ομάδα των «58», είναι αμοιβαδογενής εξέλιξη του συστήματος Σημίτη-Βενιζέλου και επιδιώκει την ανασύνταξη της καταρρέουσας Δημοκρατίας των elite και των αμαρτωλών εκπροσώπων της.
Ο ενδιάμεσος (κεντρώος) πολιτικός χώρος, έχει ανάγκη από ένα ευρύ δημοκρατικό πατριωτικό και προοδευτικό σχήμα (κίνημα) με λαϊκά χαρακτηριστικά και όχι από κινήσεις επιτήδειων εκπροσώπων της οικονομικοπολιτικής elite, που είναι διαθέσιμες για όλες τις παραπειστικές αποστολές με στόχο την παραπλάνηση του λαού και τον εγκλωβισμό του σε νέα σχήματα χειραγώγησης.
Η Πρωτοβουλία για ένα γνήσια Πατριωτικό και προοδευτικό Κίνημα στον ενδιάμεσο χώρο ξεκαθαρίζει ευθύς εξαρχής ότι δυνάμεις που μετεωρίζονται στο ηγετικό εποικοδόμημα και οι οποίες συνέπραξαν στην μνημονιακή κατάργηση των εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων των ελλήνων πολιτών, δυνάμεις οι οποίες συνυπέγραψαν την εθνική και οικονομική υποθήκευση της χώρας βαρύνονται με την κοινωνική απαξίωση και την πολιτική αναξιοπιστία. Συνεπώς, οι δυνάμεις αυτές δεν μπορούν να αποτελούν εγγύηση για την ανασυγκρότηση, πολλώ δε μάλλον πολιτική έκφραση του ενδιάμεσου χώρου, ή εκείνου που επειδή τις βολεύει, ονομάζουν χώρο της κεντροαριστεράς.
*Ο Παναγιώτης Ν. Κρητικός είναι Πρόεδρος του Πολιτικού και Κοινωνικού Συνδέσμου «Ο ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΖΟΡΜΠΑΣ» και πρώην Αντιπρόεδρος της Βουλής
e-mail : pkritikos14@yahoo.gr