Ένας ολόκληρος επικοινωνιακός μηχανισμός αναπαράγει
όποιο αφήγημα κατασκευάζει το κυβερνητικό επιτελείο, παραβιάζοντας στοιχειώδεις αρχές, ενώ συμπεριφέρεται ως «αστυνομία σκέψης» έναντι όσων έχουν την αντίθετη άποψη
Λευτέρης Χαραλαμπόπουλος
Λέγανε παλιά πώς θύμα κάθε πολέμου είναι και η αντικειμενική ενημέρωση.
Στην περίπτωση της Ελλάδας αυτό αρχίζει και αφορά ακόμη και τη διαχείριση φυσικών καταστροφών όπως οι δασικές πυρκαγιές.
Από την πρώτη στιγμή που η κυβέρνηση συνειδητοποίησε, το ίδιο το απόγευμα της τραγικής εκείνης Δευτέρας, ότι είχε να αντιμετωπίσει μια πολύ δύσκολη κατάσταση, με μια πυρκαγιά που έγινε ανεξέλεγκτη, κατάκαιγε μια κατοικημένη περιοχή και υπήρχαν θύματα, ενεργοποιήθηκε ένας επικοινωνιακός μηχανισμός διάσωσης της εικόνας του Αλέξη Τσίπρα.
Έκτοτε ο μηχανισμός αυτός προσπαθεί να διακινήσει τις όποιες πληροφορίες ή «εκτιμήσεις» θέλει το Μαξίμου να κυριαρχήσουν στη σφαίρα της δημοσιότητας και να προστατεύσει από τη δικαιολογημένη οργή για τις τραγικές ελλείψεις ως προς το χειρισμό της κρίσης από τη μεριά της κυβέρνησης.
Η κίνηση στηρίχτηκε στις ακόλουθες αιχμές:
– Διακίνηση θεωριών συνωμοσίας για «ασύμμετρες απειλές» και «οργανωμένο σχέδιο εμπρησμού».
– Συστηματική απόδοση της ευθύνης στις προηγούμενες κυβερνήσεις αλλά και στους ίδιους τους κατοίκους.
– Υπεράσπιση με κάθε τρόπο της εικόνας του πρωθυπουργού, στα όρια σχεδόν της προσωπολατρίας.
– Άρνηση παραδοχής στοιχείων που αποκάλυπταν τη μεθόδευση.
– Συκοφάντηση και σπίλωση όσων δημοσιογράφων και μέσων προσπάθησαν να κάνουν τη δουλειά τους που είναι να ασκούν κριτική στην εξουσία.
Η κίνηση αυτή έγινε οργανωμένα, συντονισμένα, με αξιοποίηση φιλικών ΜΜΕ, επιλεκτικές διαρροές και ενεργοποίηση ενός ολόκληρου στρατού από «τρολ» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Αναφέρω ενδεικτικά:
– Υπερπροβολή των «στοιχείων» από δορυφόρους για την εξέλιξη των πυρκαγιών, ως ένδειξη οργανωμένου σχεδίου, με παράλληλη διαρροή από κυβερνητικό μηχανισμό είδησης για εύρεση εμπρηστικού μηχανισμού, με φωτογραφία που αποδείχτηκε ότι ήταν γκαζάκια από καμένα σκουπίδια στην Κινέτα, που τα είχαν υποδείξει οι κάτοικοι στην πυροσβεστική και αυτή εξαρχής κατάλαβε ότι δεν ήταν «εμπρηστικός μηχανισμός». Αποσιώπηση παράλληλα του γεγονότος ότι ειδικά για την Πεντέλη υπάρχουν κανονικά ανακριτικά στοιχεία για την αμέλεια πολίτη που δοκίμασε να κάψει ξερά χόρτα.
– Συνειδητή διαστρέβλωση του ζητήματος με την αυθαίρετη δόμηση στο Μάτι. Ένα διαχρονικό πρόβλημα, που έχει να κάνει και με ελλείμματα και αυτής της κυβέρνησης και που αφορούσε κυρίως τη μη ολοκλήρωση διαδικασιών πολεοδόμησης ώστε να υπάρχουν επαρκείς δρόμοι, παρουσιάστηκε κυρίως ως ένδειξη ότι «φταίνε οι κάτοικοι» για τους φράχτες και κατονόμασαν μέχρι και πολίτη. Αυτό είναι ενοχοποίηση των θυμάτων.
– Μεθοδευμένη αναπαραγωγή της θέσης «δεν υπήρχε χρόνος για εκκένωση», χωρίς πραγματική εξήγηση του γιατί δεν υπήρχε χρόνος, ποια σχέδια μπορούσαν να είχαν γίνει, εάν μπορούσαν να υπάρξουν ή όχι.
– Υπερπροβολή των μέτρων αποκατάστασης και βοήθειας στους πληγέντες και διακίνηση της καινοφανούς αντίληψης ότι αυτό είναι «ανάληψη πολιτικής ευθύνης» και όχι αυτονόητη υποχρέωσης της κυβέρνησης.
– Παρουσίαση της «προστατευμένης» επίσκεψης Τσίπρα στο Μάτι, με μόνη συνοδεία την… κάμερα του κρατικού καναλιού, ως «αθόρυβης» και «σεμνής» και όχι ως αυτό που ήταν: φυγομαχία και απέναντι στον Τύπο και απέναντι στους ίδιους τους κατοίκους και τις εύλογες διαμαρτυρίες τους.
Όλα αυτά συνδυάστηκαν με χωρίς προηγούμενο επιθέσεις στα ΜΜΕ που υποτίθεται ότι κάνουν «τυμβωρυχία» μόνο και μόνο επειδή επιμένουν να εντοπίζουν τα πραγματικά ελλείμματα στην αντίδραση του κρατικού μηχανισμού.
Μια ιδιότυπη «αστυνομία σκέψης» είναι πανταχού παρούσα για να κατηγορήσει, να σπιλώσει, να διαστρεβλώσει.
Στα μάτια τους δεν υπάρχει κριτική, υπάρχει μόνο υπονόμευση του κυβερνητικού έργου.
Δεν υπάρχουν ερωτήματα προς απάντηση, παρά μόνο προσπάθειες να παραπλανηθεί η κοινή γνώμη.
Δεν υπάρχουν στοιχεία, παρά μόνο fake news της αντιπολίτευσης.
Και όλα αυτά συνοδευμένα από την αγαπημένη στους ΣΥΡΙΖαίους προσθήκη στο τέλος της κριτικής μιας φράσης ή και ολόκληρης παραγράφου που να περιλαμβάνει μαζί τις λέξεις-κλειδιά «Noor-1, Μητσοτάκης, Μαρινάκης», με τον τρόπο που στην εποχή του Στάλιν ανακυκλώνονταν πάντοτε οι κατηγορίες «σαμποτέρ, τροτσκιστικής, πράκτορας των γερμανών».
Είναι αυτοί που βγήκαν χτες και επιμένουν και σήμερα (π.χ. η κ. Άντα Ψαρρά στην ΕΦΣΥΝ) να με κατηγορούν γιατί συνέκρινα τις επικοινωνιακές πρακτικές του ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή τη διαστρέβλωση της πραγματικότητας, την επιλεκτική αποσιώπηση και την «προστασία» του «ηγέτη», με αυτές καθεστώτων τύπου Τσαουσέσκου.
Θα τους πρότεινα να αναρωτηθούν σε ποιο βαθμό οι δικές τους πρακτικές υπηρετούν όντως την ανεξαρτησία των δημοσιογράφων και την ελευθερία του τύπου.
Σε τελική ανάλυση ας αναρωτηθεί η κ. Ψαρρά τη δική της διαδρομή. Όπως και να το πεις κανείς υπάρχει μια απόσταση ανάμεσα στην πρωτοποριακή δουλειά του «Ιού της Κυριακής», που δίδαξε δημοσιογραφία και την αναπαραγωγή διαφόρων «πληροφοριών» από τις μεθοδεύσεις Καμμένου και Κοντονή σε σχέση με διάφορες τρέχουσες υποθέσεις. Ιδίως όταν ο άλλος βασικός φορέας αντίστοιχης αναπαραγωγής είναι ο… Μάκης Τριανταφυλλόπουλος.
Ας αναλογιστεί επίσης η κ. Ψαρρά, πόση απόσταση υπάρχει ανάμεσα σε αυτά που έγραφε ο Ιός της Κυριακής το Σεπτέμβριο του 2007 και αυτά που λέει σήμερα.
Τότε έγραφε η ομάδα του Ιού: «Τη γνωστή και πολυδοκιμασμένη μέθοδο του αποδιοπομπαίου τράγου διάλεξε η κυβέρνηση για να αποσείσει τις βαριές της ευθύνες στην καλοκαιρινή τραγωδία. Επειδή, όμως, δεν ήταν εύκολο να ομαδοποιήσει τους υπόπτους εμπρησμού που συνέλαβαν οι διωκτικές αρχές σε όλη την επικράτεια κατά τη διάρκεια των πυρκαγιών, βρέθηκε η λύση των πολλαπλών στόχων. Κάθε στέλεχος της κυβέρνησης, ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία του και το ακροατήριό του, υπέδειξε το δικό του «εμπρηστή». Κάτω από τη γενική τοποθέτηση του πρωθυπουργού ότι «δεν μπορεί να είναι σύμπτωση» και ότι υπάρχει «οργανωμένο σχέδιο», αφέθηκε ελεύθερος κάθε υπουργός να αυτοσχεδιάζει, υποδεικνύοντας ως εμπρηστές τους μετανάστες, τους Αλβανούς, τους αντιεξουσιαστές και, εντέλει, το ΠΑΣΟΚ.
Ακολούθησε ο τραγέλαφος με την «ασύμμετρη απειλή» που καθένας τής δίνει διαφορετικό νόημα και όλοι είναι ευχαριστημένοι. Στο τέλος έμεινε μόνο η κ. Μπακογιάννη με τον κ. Πολύδωρα να δείχνουν προς την κατεύθυνση των αντιεξουσιαστών και μάλιστα ο τελευταίος να υποδεικνύει και το αγαπημένο του Indymedia. Βέβαια ισχύει το αντίθετο: η ιστοσελίδα αυτή είναι γεμάτη από εκκλήσεις για βοήθεια στην πυρόσβεση, από την Πάρνηθα μέχρι τον Καϊάφα, ακόμα και προτάσεις να δημιουργηθεί μέσω αυτής συντονιστικό κέντρο για τη βοήθεια στην πυρόσβεση. Όσο για τους αναρχικούς, ένα από τα χαρακτηριστικά τους συνθήματα είναι το «Δε θέλουμε το κράτος και τ’ αφεντικά. Θέλουμε τα δέντρα πάνω στα βουνά».
Σήμερα γράφει η κ. Ψαρρά, που για να υποστηρίξει ότι δέχεται άδικες επιθέσεις ο Αλέξης Τσίπρας σπεύδει να δικαιώσει αναδρομική τον Κ. Καραμανλή: «Το 2007, η τότε κυβέρνηση Κ. Καραμανλή, εν μέσω πυρκαγιών και προεκλογικής εκστρατείας, δεχόταν σφοδρή επίθεση από τα ΜΜΕ της κίτρινης δημοσιογραφίας, του πολέμου λάσπης και της δολοφονίας χαρακτήρων».
Όταν για να υπηρετήσεις όχι μια ιδεολογία, αλλά μια βραχυπρόθεσμη κυβερνητική μεθόδευση φτάνεις στο σημείο να αναιρείς όσα έλεγες κάποτε, τότε μάλλον κάτι δεν πάει καλά.
Και για να τελειώνουμε: δουλειά της δημοσιογραφίας είναι να φέρνει στοιχεία στο φως και όχι να συγκαλύπτει, να θέτει ερωτήματα και όχι να αναπαράγει προκάτ απαντήσεις, να εκνευρίζει την εξουσία και όχι να την χαϊδεύει. Και είναι προτιμότερο να το κάνει άγαρμπα, άκομψα, άδικα κάποιες φορές, παρά να μην το κάνει.
.in.gr/