Πολύ σοβαρές ανησυχίες έχει προκαλέσει όχι μόνο σε κυβερνητικούς παράγοντες αλλά και
και στην αγορά η είδηση της αναβολής της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας από τον Moody's, καθώς εκτός των άλλων, ο Οίκος παραδοσιακά θεωρείται ως ο πιο δύσκολος αλλά και πιο σοβαρός και αξιόπιστος σε σχέση με τον S&P ή τον Fitch.
Παράλληλα, αποδεικνύεται ότι ο Moody's το εννοούσε όταν στην αιτιολογική έκθεση του τόνιζε πως η προηγούμενη διπλή του αναβάθμιση προεξοφλεί μελλοντικές θετικές εξελίξεις 2-3 ετών και όχι άμεσες.
Επιπλέον, γίνεται ξεκάθαρο ότι ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται η κυβέρνηση την «έξοδο από το μνημόνιο» και τις «μεταρρυθμιστικές προσπάθειες» δεν αρκεί για να διασφαλίσει ισχυρότερη οικονομική ανάπτυξη και ταχύτερη μείωση του χρέους.
Διότι ακριβώς αυτούς τους δύο παράγοντες (ισχυρότερη ανάπτυξη – ταχύτερη μείωση χρέους) είχε θέσει η Moody’s ως βασικές προϋποθέσεις για περαιτέρω αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της χώρας.
Η ανάπτυξη παραμένει σε πολύ χαμηλά επίπεδα και θεωρείται απίθανο να εκτιναχθεί υπό την παρούσα κυβέρνηση, ενώ το χρέος έχει μπει σε μία συγκεκριμένη τροχιά που δεν πείθει ότι διασφαλίζει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά του.
Άρα, τι είναι αυτό που την έκανε να αναβάλει την αξιολόγηση και να καταρρίψει τη φημολογία που την ήθελε να μας αναβαθμίζει κατά μία βαθμίδα;
Σύμφωνα με πληροφορίες, το ευρύτερο κλίμα αβεβαιότητας στις διεθνείς αγορές λόγω της έκρηξης του προστατευτισμού και των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι αναδυόμενες αγορές, σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα αναφορικά με την προσήλωση της κυβέρνησης στις μεταρρυθμίσεις ενόψει της προεκλογικής περιόδου, υποχρεώνουν τη Moody’ s σε στάση αναμονής.
Αν η κυβέρνηση είχε πείσει ότι μπορεί να αξιοποιήσει το όποιο momentum από τη λήξη του μνημονίου προς όφελος της ανάπτυξης και λειτουργούσε με γνώμονα την ταχύτερη έξοδο από την κρίση, με υψηλότερους ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης και ταυτόχρονη μείωση του χρέους, τότε πολύ δύσκολα οι εξωτερικές εστίες αβεβαιότητες θα μπορούσαν να πλήξουν την επιστροφή της Ελλάδας στην κανονικότητα.
και στην αγορά η είδηση της αναβολής της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας από τον Moody's, καθώς εκτός των άλλων, ο Οίκος παραδοσιακά θεωρείται ως ο πιο δύσκολος αλλά και πιο σοβαρός και αξιόπιστος σε σχέση με τον S&P ή τον Fitch.
Παράλληλα, αποδεικνύεται ότι ο Moody's το εννοούσε όταν στην αιτιολογική έκθεση του τόνιζε πως η προηγούμενη διπλή του αναβάθμιση προεξοφλεί μελλοντικές θετικές εξελίξεις 2-3 ετών και όχι άμεσες.
Επιπλέον, γίνεται ξεκάθαρο ότι ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται η κυβέρνηση την «έξοδο από το μνημόνιο» και τις «μεταρρυθμιστικές προσπάθειες» δεν αρκεί για να διασφαλίσει ισχυρότερη οικονομική ανάπτυξη και ταχύτερη μείωση του χρέους.
Διότι ακριβώς αυτούς τους δύο παράγοντες (ισχυρότερη ανάπτυξη – ταχύτερη μείωση χρέους) είχε θέσει η Moody’s ως βασικές προϋποθέσεις για περαιτέρω αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της χώρας.
Η ανάπτυξη παραμένει σε πολύ χαμηλά επίπεδα και θεωρείται απίθανο να εκτιναχθεί υπό την παρούσα κυβέρνηση, ενώ το χρέος έχει μπει σε μία συγκεκριμένη τροχιά που δεν πείθει ότι διασφαλίζει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά του.
Άρα, τι είναι αυτό που την έκανε να αναβάλει την αξιολόγηση και να καταρρίψει τη φημολογία που την ήθελε να μας αναβαθμίζει κατά μία βαθμίδα;
Σύμφωνα με πληροφορίες, το ευρύτερο κλίμα αβεβαιότητας στις διεθνείς αγορές λόγω της έκρηξης του προστατευτισμού και των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι αναδυόμενες αγορές, σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα αναφορικά με την προσήλωση της κυβέρνησης στις μεταρρυθμίσεις ενόψει της προεκλογικής περιόδου, υποχρεώνουν τη Moody’ s σε στάση αναμονής.
Αν η κυβέρνηση είχε πείσει ότι μπορεί να αξιοποιήσει το όποιο momentum από τη λήξη του μνημονίου προς όφελος της ανάπτυξης και λειτουργούσε με γνώμονα την ταχύτερη έξοδο από την κρίση, με υψηλότερους ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης και ταυτόχρονη μείωση του χρέους, τότε πολύ δύσκολα οι εξωτερικές εστίες αβεβαιότητες θα μπορούσαν να πλήξουν την επιστροφή της Ελλάδας στην κανονικότητα.