8 Απρ 2024
Ανατιμήσεις έως 30% ενόψει εορτών
Ο «Γολγοθάς» των νοικοκυριών είναι η ακρίβεια, η οποία «τσακίζει» τον καθημερινό οικογενειακό προϋπολογισμό! Και αυτό διότι όσο μεγαλύτερες οι... ανατιμήσεις στα τρόφιμα τόσο περισσότερο πλήττεται η αγοραστική δύναμη των φτωχότερων νοικοκυριών, τα οποία εξ ορισμού είναι υποχρεωμένα να διαθέτουν μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους προκειμένου να καλύψουν τις βασικές ανάγκες σίτισης.
Πόσο μάλλον όταν αυτή η κατάσταση έχει γίνει καθεστώς στη χώρα μας. Θυμίζουμε ότι, με όρους εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, η Ελλάδα κατέγραψε για το 2022 μέση ετήσια αύξηση του πληθωρισμού κατά 9,7%, ενώ η Ε.Ε. είχε αύξηση 7,6%. Το 2023 η Ελλάδα είχε ετήσιο πληθωρισμό 4,2%, ενώ η Ε.Ε. 3,7%. Και στα τρόφιμα ο πληθωρισμός στην Ελλάδα τρέχει για όγδοο συνεχόμενο μήνα πάνω από την Ευρωζώνη.
Μάλιστα ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, μιλώντας στην παρουσίαση της ετήσιας έκθεσης του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ με θέμα «Ο αντίκτυπος της πανδημίας στις επιχειρήσεις», έκανε λόγο για ανατιμήσεις 30% που αναμένεται να περάσουν στην αγορά ενόψει εορτών. Ως αιτίες κατέδειξε το ενεργειακό κόστος, αλλά και τις ατελείς λειτουργίες της αγοράς.
Το αποτέλεσμα είναι οι Έλληνες καταναλωτές να βάζουν μήνα με τον μήνα όλο και πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη για τρόφιμα, καθαριστικά, οπωροκηπευτικά.
Μέτρα χαμηλής απόδοσης
Αρχές βέβαια του περασμένου μήνα το κράτος φαίνεται ότι παρενέβη με μια σειρά νέων μέτρων στα ράφια των σουπερ μάρκετ, τα οποία προσώρας φαίνεται να μην αποδίδουν τα μέγιστα, αφού, σύμφωνα με δηλώσεις του διευθυντή του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Λευτέρη Κιοσέ: «Η εικόνα που έχουμε τόσο από τα σούπερ μάρκετ όσο και από τα δικά μας στοιχεία είναι ότι έχει φρενάρει η αύξηση τιμών σε κάποιες κατηγορίες, όπως είναι τα γαλακτοκομικά και τα τυροκομικά. Έχουμε και τις πρώτες μειώσεις. Στις υπόλοιπες κατηγορίες έχουν πάρει αυξήσεις. Συγκεκριμένα στο 2,75% είναι η αύξηση που καταγράψαμε για τον Φεβρουάριο και θέλουμε να πάμε στο μηδέν».
Την ίδια ώρα πανάκριβα πληρώνουν και τη βενζίνη οι Έλληνες το τελευταίο διάστημα, καθώς τόσο η τιμή της όσο και αυτή του πετρελαίου κίνησης στην ελληνική αγορά κινούνται ανοδικά και σε κάποιες περιοχές της χώρας, ειδικά στα νησιά, έχουν ξεπεράσει τα 2 ευρώ.
Έτσι, λοιπόν, τα εισοδήματα των Ελλήνων εργαζομένων δεν αρκούν ούτε για να βγάλουν τις 15 ημέρες του μήνα. Το γεγονός αυτό αναδεικνύει και η τελευταία έρευνα της Eurostat, η οποία επισημαίνει ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης διαμορφώθηκε το 2023 στο 67% του μέσου όρου της Ε.Ε., όσο ήταν δηλαδή και το 2022 ή 33% κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Ειδικότερα, μικρότερη αγοραστική δύναμη από τους Έλληνες έχουν μόνο οι Βούλγαροι, ενώ οι Πορτογάλοι έχουν αγοραστική δύναμη στο 83% της Ε.Ε., η Ισπανία στο 89% και η Ιταλία στο 97%. Από την άλλη όμως το επίπεδο τιμών βρίσκεται στο 88,2% του μέσου όρου της Ε.Ε.
Σημειώνεται πως και οι εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ, οι οποίες βασίζονται σε αντικειμενικά χαρακτηριστικά, με τις χώρες να εξετάζονται επί των ίδιων κριτηρίων, συγκλίνουν. Στην Ελλάδα το μέσο κατά κεφαλήν καθαρό προσαρμοσμένο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών είναι 20.791 δολάρια ΗΠΑ ετησίως, αισθητά μικρότερο από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ που είναι 30.490 δολάρια ΗΠΑ ετησίως.
Φτώχεια σε όλα τα επίπεδα
Θυμίζουμε ότι ο καθαρός πλούτος των νοικοκυριών είναι η συνολική αξία της χρηματοοικονομικής και μη χρηματοοικονομικής αξίας ενός νοικοκυριού, όπως χρήματα ή μετοχές που τηρούνται σε τραπεζικούς λογαριασμούς, η κύρια κατοικία, άλλα ακίνητα, οχήματα, τιμαλφή και άλλα μη χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία (π.χ. διαρκή καταναλωτικά αγαθά πλην όσων αναφέρθηκαν).
Στην Ελλάδα, ο μέσος καθαρός πλούτος των νοικοκυριών εκτιμάται σε 148.323 δολάρια ΗΠΑ, σημαντικά χαμηλότερος από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ, που είναι 323.960 δολάρια ΗΠΑ. Αν λάβει κάποιος υπ’ όψη τις τιμές των ακινήτων σε όσους διαθέτουν ιδιόκτητη κατοικία, καταλαβαίνει ότι οι πολίτες έχουν απολέσει τεράστιο μέρος της περιουσίας τους.
Κάτω από τον μέσο όρο στους περισσότερους τομείς που ορίζουν μια καλή ποιότητα ζωής βρίσκεται η Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ. Μεγάλη ανεργία και μακροχρόνια ανεργία, σπίτια – φυλακές με έναν από τους μικρότερους μέσους όρους τετραγωνικών ανά άτομο είναι στοιχεία τα οποία καταδεικνύουν το τεράστιο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τα ελληνικά νοικοκυριά.
Την ίδια ώρα όμως και το εργατικό δυναμικό της Ελλάδας πιστεύει ότι η νέα αύξηση κατά 26 ευρώ τον μήνα δεν διορθώνει τα χρόνια προβλήματα που έχουν συσσωρευτεί στα ελληνικά νοικοκυριά.
Ο μέσος μισθός στην Ελλάδα είναι χαμηλότερα απ’ ό,τι ήταν το 2009. Μόνο στην Ελλάδα συμβαίνει αυτό, σε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα. Γι’ αυτό και η πληθωριστική, αλλά και η στεγαστική κρίση έχουν πολύ πιο έντονα χαρακτηριστικά στη χώρα μας απ’ ό,τι στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες: διότι οι αποδοχές είναι πολύ χαμηλές και η όποια αύξηση είτε στο κρέας, είτε στο γάλα, είτε και στο ενοίκιο έχει άλλη βαρύτητα εδώ απ’ ό,τι έξω.
«Κατά περισσότερο από 16% θα έπρεπε να αυξήσει τις συνολικές δαπάνες του το φτωχότερο 10% των νοικοκυριών, προκειμένου να διατηρήσει σταθερή την κατανάλωση τροφίμων και ενέργειας μεταξύ 2019 και Φεβρουαρίου 2024. Το αντίστοιχο ποσοστό για το πλουσιότερο 10% είναι κάτω από 6%. Ο υπολογισμός είναι αποτέλεσμα εμπειρικής εργασίας της καθηγήτριας του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ Γεωργίας Καπλάνογλου για τις αναδιανεμητικές συνέπειες της ακρίβειας στον προϋπολογισμό των νοικοκυριών».
ΓΣΕΕ: Ανισότητα, απόγνωση, μίσος
Η Ελλάδα σύμφωνα με ευρωπαϊκά στοιχεία είναι δεύτερη στην ακρίβεια σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, με πρώτη τη Μάλτα, ενώ ταυτόχρονα είναι πρώτη στη συμμετοχή των κερδών στο εθνικό εισόδημα από το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν, δήλωσε ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Γιάννης Παναγόπουλος.
«Θέλουμε αυξήσεις, αλλά όχι με την “ονομαστική” τους αναφορά, αλλά με την αγοραστική τους δύναμη. (…) Η ανισότητα οδηγεί τους ανθρώπους στην απόγνωση, στην οργή και στο μίσος. Βάζουμε το αίτημα των συλλογικών συμβάσεων. Οι κλαδικές συμβάσεις ουσιαστικά ορίζουν τους μέσους μισθούς, ωστόσο υπογράφονται ελάχιστες και όπου υπογράφονται δεν επεκτείνονται.
Θέλουμε κατώτατο μισθό που θα έπρεπε να ήταν στα 908 ευρώ και όχι στα 830. Είναι εισόδημα και είναι σημαντικό και πάλι θα ήταν στα όρια της φτώχειας. Η ακρίβεια προκύπτει από τις 4-5 μεγάλες αλυσίδες της εφοδιαστικής αλυσίδας που κυριαρχούν στην αγορά και κάνουν εναρμονισμένες πρακτικές και δεν υπάρχει ανταγωνισμός. Έχουν τις ίδιες τιμές και τις έχουν πάει στον Θεό» συμπλήρωσε ο Παναγόπουλος.
https://www.topontiki.gr/