του Γιάννη Κεσσόπουλου
Μεγάλη έκπληξη η επιστολή Ιερώνυμου στον Παπαδήμο. Ο Αρχιεπίσκοπος που μέχρι χθες έλεγε ότι η Εκκλησία δεν πρέπει να αναμιγνύεται με την πολιτική, τώρα τα ‘χωσε κυριολεκτικά στον..
πρωθυπουργό Παπαδήμο για την πολιτική που ακολουθεί. Με λόγια πουθα τα χαρακτηρίζαμε «ωμή παρέμβαση στα πολιτικά πράγματα» λέει μεγάλες αλήθειες (για να δούμε αν θα τον ψέξουν γι’ αυτό οι προοδευτικοί λιβανιστές του). Δυστυχώς, όμως η Ιστορία θα γράψει ότι ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος όρκισε τις κυβερνήσεις του Μνημονίου. Το thinkfree θεωρεί άκρως ενδιαφέρον να παραθέσει ολόκληρη την ιστορική αυτή επιστολή για να τη διαβάσουμε –για να δούμε αν θα διαβαστεί στο εκκλησίασμα το πρωί της ερχόμενης Κυριακής…
Το θέμα είναι ότι ο κ. Ιερώνυμος καθυστέρησε να παρέμβει και τώρα μας λέει τα αυτονόητα. Αυτά που επισημαίνουν εδώ και μήνες απλοί πολίτες μέχρι συνταγματολόγοι. Τώρα που βρισκόμαστε προ τετελεσμένων. Οι περικοπές έχουν ήδη συντελεστεί, η φορολόγηση έχει θεσμοθετηθεί, λουκέτα, ανεργία, ψυχολογία, όλα έχουν καταρρεύσει. Όσο αυτά συνέβαιναν, η Εκκλησία του κ. Ιερώνυμου ήταν απούσα. Κάποιοι το συνδέουν με τον Γιώργο Παπανδρέου. Όσο ήταν αυτός πρωθυπουργός, λένε, ο Αρχιεπίσκοπος δεν είπε λέξη για τα προφανή που ερχόταν. Δεν ξέρω αν υπάρχει τέτοια σύνδεση, η αλήθεια όμως είναι ότι στις πιο κρίσιμες ώρες αυτού του «πολέμου» (όπως τον χαρακτήρισε ο ίδιος ο ΓΑΠ) η Εκκλησία ήταν απούσα. Απούσα από την ελληνική πραγματικότητα, μακριά από το ποίμνιό της, το λαό.
Άλλη μια αλήθεια είναι ότι υπήρχαν ιεράρχες οι οποίοι τα λέγανε (όπως ο Άνθιμος), όμως το πολιτικομηντιακό σύστημα και τα προβατάκια του που αγκάλιασαν τον κ. Ιερώνυμο περιθωριοποιούσε κάθε φωνή αντίθετη που χτυπούσε καμπανάκι. Τώρα, βέβαια, που «η οργή παραμερίζει τον φόβο» (όπως λέει ο Αρχιεπίσκοπος), κομμάτι κομμάτι το σύστημα αυτό «τα γυρνάει», κάνει κωλοτούμπες, απροκάλυπτα, χωρίς καμία ντροπή. Ίσως για να μπορεί αύριο να πάει μέχρι το περίπτερο για τσιγάρα…
Ο Ιερώνυμος στήριξε την παρουσία του στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Ελλάδας σ’ αυτήν ακριβώς τη διαφορά από τον προκάτοχό του μακαριστό Χριστόδουλο. Εκείνος παρενέβαινε σε καθετί πίστευε ότι θίγει την Ορθοδοξία και τον Ελληνισμό. Αντίθετα, ο διάδοχός του διακήρυξε δήθεν ότι μόνο έργο της Εκκλησίας είναι το πνευματικό. Και ακολούθησε αυτήν την πρακτική. Ιδού, λοιπόν, σήμερα τα αποτελέσματα. Τραγικά για το λαό που μεγάλη μερίδα λέει ότι αν σήμερα ζούσε ο Χριστόδουλος μπορεί τα πράγματα να ήταν διαφορετικά. Η αλήθεια είναι ότι, πέραν συμπάθειας ή αντιπάθειας, ενστάσεων ή άλλων όσον αφορά την προσωπικότητά του, ο Χριστόδουλος δικαιώνεται σήμερα. Δυστυχώς για όλους μας.
Άλλη μια αλήθεια –ίσως και η πιο σημαντική- είναι, πέραν όλων των παραπάνω, ότι για να φτάσει αυτό ο Αρχιεπίσκοπος να συντάσσει τέτοια επιστολή προς τον Πρωθυπουργό, φανταστείτε τι παίζεται. Φανταστείτε τι έρχεται, που τόσο μεγάλη ανησυχία προκαλεί πλέον και στον δήθεν απολιτίκ Ιερώνυμο που τον κάνει να παρεμβαίνει ωμά στα πολιτικά πράγματα…
Διαβάστε ολόκληρη την επιστολή για να βγάλετε τα δικά σας συμπεράσματα.
«Εξοχώτατε κύριε Πρόεδρε,
Σπαράσσεται η καρδιά και θολώνει ο νους μας με όσα συνέβησαν τους τελευταίους καιρούς και εξακολουθούν να συμβαίνουν στον Τόπο μας. Άνθρωποι με αξιοπρέπεια χάνουν, από τη μία στιγμή στην άλλη, τη δουλειά, ακόμη και το σπίτι τους.
Το φαινόμενο των αστέγων, αλλά και των πεινασμένων – φαινόμενο κατοχικών εποχών – παίρνει εφιαλτικές διαστάσεις. Οι άνεργοι αυξάνονται κατά χιλιάδες μέρα με τη μέρα. Το ίδιο και τα λουκέτα μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Τα νέα παιδιά, τα καλύτερα μυαλά του Τόπου, παίρνουν τον δρόμο της μετανάστευσης. Οι πατεράδες μας δεν μπορούν να ζήσουν, μετά τις δραματικές περικοπές των συντάξεών τους. Οικογενειάρχες και ιδίως οι πιο φτωχοί, οι πολύτεκνοι, οι μεροκαματιάρηδες, βρίσκονται σε απόγνωση, μετά τις αλλεπάλληλες περικοπές των μισθών τους και τους αβάσταχτους νέους φόρους. Η πρωτόγνωρη καρτερία των Ελλήνων εξαντλείται, η οργή παραμερίζει τον φόβο και ο κίνδυνος κοινωνικής ανάφλεξης δεν μπορεί να αγνοείται πια, ούτε από εκείνους που διατάσσουν, ούτε από εκείνους που εκτελούν τις φονικές συνταγές τους.
Στις δύσκολες και -αναντίλεκτα- κρίσιμες αυτές ώρες, οφείλουμε όλοι να ξέρουμε και να καταλαβαίνουμε τι σημαίνει το γεγονός ότι η ανασφάλεια, η απόγνωση και η κατάθλιψη έχουν φωλιάσει σε κάθε ελληνικό σπίτι. Ότι προκάλεσαν δυστυχώς – και συνεχίζουν να προκαλούν – ακόμη και αυτοκτονίες, εκείνων που δεν μπόρεσαν να αντέξουν το δράμα των οικογενειών και τον πόνο των παιδιών τους.
Μπροστά σε όλα αυτά, η Εκκλησία της Ελλάδος αξιοποιεί κάθε δυνατότητα αλληλεγγύης. Και είναι θετικό που, μέσα στην τόση καταχνιά, ξεπροβάλλει η ευαισθησία, το φιλότιμο και ο αγνός πατριωτισμός των Ελλήνων. Για να δώσει ένα πιάτο φαΐ, ένα ρούχο, μια ανάσα ζωής στους απελπισμένους.
Δυστυχώς, όμως. Όπως ξεκάθαρα φαίνεται πλέον, το δράμα της Πατρίδας μας όχι μόνο δεν τελειώνει εδώ, αλλά μπορεί να προσλάβει και νέες ανεξέλεγκτες διαστάσεις.
Ζητούνται, άλλωστε, τις ώρες αυτές, ακόμη σκληρότερα, ακόμη πιο επώδυνα, ακόμη πιο άδικα μέτρα, στην ίδια αδιέξοδη και αποτυχημένη γραμμή του πρόσφατου παρελθόντος μας.
Ζητούνται ακόμη μεγαλύτερες δόσεις ενός φαρμάκου που αποδεικνύεται θανατηφόρο.
Ζητούνται δεσμεύσεις που δεν λύνουν το πρόβλημα, αλλά αναβάλλουν μόνο προσωρινά τον προαναγγελθέντα θάνατο της Οικονομίας μας.
Και υποθηκεύουν, ταυτόχρονα, την εθνική μας κυριαρχία.
Υποθηκεύουν τον πλούτο που έχουμε, αλλά και αυτόν που μπορεί να αποκτήσουμε στα εδάφη και τις θάλασσές μας.
Υποθηκεύουν την Ελευθερία, τη Δημοκρατία, την Εθνική μας Αξιοπρέπεια.
Απογοητευμένοι, απελπισμένοι και ανήσυχοι Ελληνες μας ρωτούν και ζητούν υπεύθυνες, ειλικρινείς και πειστικές απαντήσεις.
Ρωτούν τι τους ξημερώνει η επόμενη ημέρα.
Ρωτούν που πάει η Πατρίδα μας.
Ρωτούν τι επιτέλους μπορεί να σταματήσει το δράμα.
Τι μπορεί να ξαναγεννήσει την χαμένη ελπίδα.
Δυστυχώς όμως!
Στη διαμόρφωση των αποφάσεων, οι φωνές των απελπισμένων, οι φωνές των Ελλήνων, αγνοούνται προκλητικά.
Δυστυχώς, σήμερα, οι Έλληνες δεν βρίσκουμε απάντηση ούτε στα όσα έγιναν και εξακολουθούν να γίνονται, ούτε στα όσα ζητούνται από τους ξένους. Είναι, μάλιστα, τουλάχιστον ύποπτη η εμμονή τους σε αποτυχημένες συνταγές. Και είναι προκλητικές οι αξιώσεις τους σε βάρος της Εθνικής μας κυριαρχίας.
Και αυτό είναι, ίσως, το πιο ανησυχητικό.
Δεν μπορεί, άλλωστε να αγνοείται από κανέναν ότι οι αντοχές των ανθρώπων γύρω μας εξαντλήθηκαν. Όπως εξαντλήθηκαν και οι αντοχές της πραγματικής οικονομίας.
Και βέβαια, δεν μπορεί παρά να υπάρχουν μπροστά μας και άλλοι δρόμοι.
Δρόμοι πνευματικής ανάτασης και οικονομικής ανάταξης.
Δρόμοι δημιουργίας, ελπίδας και προοπτικής.
Δρόμοι ανοικτοί για κάθε Ελληνίδα και κάθε Έλληνα.
Σε αυτούς τους δρόμους οφείλουμε να πορευθούμε όλοι, με τη συναίσθηση της μετάνοιας.
Ενώνοντας τις αστείρευτες δυνάμεις του Έθνους μας
Αποκρούοντας, ταυτόχρονα, τους έξωθεν εκβιασμούς και απορρίπτοντας τις θανατηφόρες συνταγές τους.
Έχοντας, πάνω απ’ όλα, ακλόνητη τη βεβαιότητα, ότι με τη βοήθεια του Θεού και την πίστη στις δυνατότητές μας μπορούμε να τα καταφέρουμε.
Η Ελλάδα του Πολιτισμού, η Ελλάδα της Ιστορίας, η Ελλάδα των Παραδόσεων δεν μπορεί να χαθεί ούτε γιατί κάποιοι το πίστεψαν, ούτε γιατί κάποιοι μπορεί να το θέλουν. Η Ελλάδα μας μπορεί να σταθεί στα πόδια της. Μπορεί, και πάλι, να τραβήξει μπροστά.
Εξοχώτατε κύριε Πρόεδρε,
Αυτόν τον δρόμο αναζητούμε και προσδοκούμε οι Έλληνες σήμερα».