Δεν αντέχεται πλέον αυτή η καιροσκοπική φράση: «Το Πολυτεχνείο ζει». Δεν αντέχεται και αυτή η κατάθεση στεφάνων κάθε χρόνο. Δεν αντέχονται και οι πορείες με ανάλογα πανό για την αντικαθεστωτική δράση των σημερινών 55ρηδων. Δεν αντέχεται αυτή η κοροίδια. Μηνύματα πολιτικών, μηνύματα εργαζομένων, μηνύματα φοιτητών, μηνύματα νοικοκυρών, μηνύματα από όποιον θέλει να τιμήσει αυτό που δεν μπορεί ούτε για ένα δευτερόλεπτο στην ζωή του να διεκδικήσει: Το δίκαιο του.
Τραγουδάκια επαναστατικά, μνήμες πουλημένων πολιτικών για εκείνη την ημέρα και το «Εδώ Πολυτεχνείο» να ηχεί στα αφτιά μας σαν κολλημένη βελόνα σε δίσκο βινυλίου και δεν λέει να πάει παρακάτω. Συγκινημένα πρόσωπα παλιών αγωνιστών, δακρυσμένα μάτια νέων βουλευτών, ένα γαρύφαλο στο Μνημείο και η μπάντα να παιανίζει τον Εθνικό Ύμνο σε τσίρκο δρόμου, χωρίς όμως την γλυκιά μελαγχολία του. Στα σχολεία οι χορωδίες των 15χρονων θα τραγουδούν τα λογοκριμένα από την δημοκρατία τραγούδια (το «φασιστικό εμβατήριο» έχει μετατραπεί σε «μονότονο», τα «φασιστικά καμιόνια» έχουν γίνει «στρατιωτικά καμιόνια» και το «κόκκινο λάβαρο» έγινε «τίμιο») και οι πιτσιρικάδες ή θα ανατριχιάζουν ή θα βιάζονται να πάνε για καφέ.
Αυτή η Δημοκρατία πόσο καλά ξέρει να διαχειρίζεται τον λαό. Τον έχει κάθε μέρα στην απόλυτη καταπίεση και του δίνει τρεις ημέρες τον χρόνο να γιορτάζει το «Όχι» του, το «Πολυτεχνείο» του και την «Επανάσταση» του. Κάπως έτσι γίνονται άγιες οι εποχές της ειλικρινούς ολιγαρχίας: Που κάθε ημέρα, ήταν ημέρα μνήμης της καταπίεσής σου και κάθε βράδυ σκεφτόσουν πότε θα είναι η επόμενη συνάντηση σε κάποιο υπόγειο, που θα σε έκανε σύμβολο αξιοπρέπειας.
από τον SIMPLE MAN φυσικά.