-Εντάξει, μου είπε κάποιος, να παραδεχτούμε ότι ο Χριστός, ως Θεός, αναστήθηκε και ότι μετά την ανάστασή του εμφανιζόταν στους μαθητές του. Αλλά κάποιοι μιλούν για παρόμοιες εμφανίσεις και κάποιων κοινών θνητών και μάλιστα «κεκλεισμένων των θυρών».
-Ο Χριστός, του είπα, δεν ήρθε στον κόσμο, για να κάμει επίδειξη δυνάμεως. Ήρθε, για να μας δείξει ότι κι εμείς μπορούμε να κάνουμε ο, τι κι Εκείνος έκανε. Ήρθε να μας δείξει ότι ο Θεός μας έχει προικίσει με δυνατότητες, που εμείς δεν τις χρησιμοποιούμε, γιατί δεν τις γνωρίζουμε. Αφού τις έχουμε θάψει κάτω από βουνά προκαταλήψεων και δεισιδαιμονιών και ιδεοληψιών...
Κι, όταν κάποιος έχει την όρεξη και την επιμονή να παραμερίσει τα βουνά των σκουπιδιών και να ανακαλύψει μέσα του αυτές τις δυνατότητες και να τις φέρει στο φως και να τις ενεργοποιήσει, τον αντιμετωπίζουμε ως απατεώνα ή ως τρελό. Πράγμα που επισημαίνει κι ο Πλάτωνας στην «Πολιτεία» του με το μύθο του σπηλαίου.
-Και πώς να ανταποκριθείς σε πράγματα, τα οποία η λογική σου αρνείται να τα δεχτεί; είπε ο συνομιλητής μου.
-Δεν είναι η λογική, που αρνείται να δεχτεί, αλλά εμείς, που χρησιμοποιούμε αταίριαστα μέσα για αταίριαστα θέματα. Η λογική μας έχει μια ορισμένη εμβέλεια. Όπως η όραση και η ακοή μας. Ακούμε και βλέπουμε αυτά που υπάρχουν και συμβαίνουν σε μια ορισμένη απόσταση. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πέρα απ’ την απόσταση, που εμείς μπορούμε να ιδούμε και ν’ ακούσουμε, δεν υπάρχει ή δεν συμβαίνει τίποτε άλλο. Και, για να βλέπουμε και ακούμε αυτά, που βρίσκονται και συμβαίνουν πέρα από κει που φτάνει η λογική μας, ο Θεός μας έδωσε ένα άλλο εργαλείο, παράλληλο με τη λογική, που είναι η πίστη.
Η λογική δεν είναι κατώτερη από την πίστη κι ούτε η πίστη ανώτερη απ’ τη λογική. Απλούστατα έχει η καθεμιά τους διαφορετική αρμοδιότητα. Κι, όταν εμείς θέλουμε να εξηγήσουμε με τη λογική όλα αυτά, που δεν εμπίπτουν στην αρμοδιότητά της, κάνουμε το ίδιο λάθος μ’ αυτόν, που θα προσπαθούσε να ιδεί με τ’ αυτιά του ή ν’ ακούσει με τα μάτια του. Και στην περίπτωση αυτή δεν φταίνε τ’ αυτιά μας, που δεν βλέπουν ή τα μάτια μας, που δεν ακούνε, αλλά εμείς, που απαιτούμε να κάμουν αυτά, για τα οποία δεν είναι καμωμένα.
Ό άνθρωπος, μας λέει ο Παύλος, εκτός απ’ το υλικό του σώμα, έχει και το πνευματικό (Α. Κορινθίους:ιε,44). Το ίδιο και ο Γέροντας Παϊσιος. Παραδέχεται ότι μπορεί κάποιος με το πνευματικό του σώμα να βρεθεί σε άλλο χώρο από αυτόν στον οποίο βρίσκεται το υλικό του σώμα...
Σε κάποια απ’ τις βιογραφίες του Γέροντα Παϊσιου (Ιερομονάχου Χριστοδούλου, Αγιορείτου) διαβάζουμε το εξής περιστατικό:
Κάποιος παππούς έφερε το εγγόνι του, που είχε κινητικά προβλήματα, για να το δει ο Γέροντας. Δεν μπορούσε όμως να μεταφέρει το παιδί στην «Παναγούδα» (το ασκητήριο του Γέροντα) και τον παρακάλεσε να ’ρθει εκείνος στο μοναστήρι (Κουτλουμουσίου), όπου φιλοξενούνταν.
Αλλά, ενώ τον περίμεναν όλη μέρα, τελικά δεν ήρθε. Οπότε, κατά τα μοναστηριακά ειωθότα, με το ηλιοβασίλεμα, κλείδωσαν την πόρτα το μοναστηριού, την οποία και άνοιξαν το πρωί με την ανατολή του ήλιου. Κι όταν, την επομένη το πρωί, ο πορτιέρης είδε τον παππού με το εγγόνι να κατεβαίνουν απ’ το κελί, του είπε:
-Τελικά, ο Γέροντας δεν ήρθε να ιδεί το παιδί…
-Ήρθε, αποκρίθηκε ο παππούς, τα μεσάνυχτα. Χτύπησε την πόρτα και είπε:
-Είμαι ο πατήρ Παΐσιος. Ήρθα να ιδώ το παιδί.
Άνοιξα την πόρτα, μπήκε, σταύρωσε το παιδί, το ασπάστηκε στο κεφάλι και του πρόσφερε αυτό το μικρό ξύλινο εικονάκι, (που το παιδί, κατεβαίνοντας, κρατούσε στα χέρια του),κι αφού του είπε ότι θα γίνει καλά, έφυγε.
Ο παππούς δεν είχε συνειδητοποιήσει ότι ο Γέροντας είχε μπει στο μοναστήρι «κεκλεισμένων των θυρών». Ο πορτιέρης όμως του μοναστηριού και οι άλλοι, που ήξεραν ότι ήταν αδύνατο σε όλη τη διάρκεια της νύχτας να μπει κάποιος μέσα στο μοναστήρι έμειναν έκπληκτοι…
-Μου φαίνεται απίστευτο! Είπε ο συνομιλητής μου.
-Όταν, κατέληξα, κάποιος ακούει τέτοιες αφηγήσεις με τ’ αυτιά της λογικής το πιθανότερο είναι να του φαίνονται απίστευτες. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο, όταν τις ακούει με τ’ αυτιά της πίστης. Γι’ αυτό άλλωστε και ο Χριστός χρησιμοποιούσε συχνά στα λεγόμενά του την επωδό «ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω»…
Όχι γιατί αποτεινόταν σε κουφούς, αλλά γιατί πολλοί απ’ τους ακροατές του δεν διέθεταν την όραση και ακοή της πίστης…
Παπα-Ηλίας