20 Μαΐ 2009

Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΠΟΙΟΥΣ ΑΦΟΡΑ

Διάβασα με μεγάλο ενδιαφέρον το άρθρο «Η αναγκαιότητα μιας μερικής από-παγκοσμιοποίησης» του κ. Βασίλη Βιλιάρδου στο blog «taxalia» της 19/5/2009.

Δύσκολα κανείς μπορεί να διαφωνήσει με ό,τι λέει. Παράλληλα, το άρθρο αυτό, αποτέλεσε για μένα μια πρόκληση για να πω δυο κουβέντες πάνω σ’ αυτό το ζήτημα, από μια ελαφρώς διαφορετική προσέγγιση –όχι κατ’ ανάγκη ορθότερη.

Ανήκω σ’ εκείνους που πιστεύουν, ότι το οικονομικό γίγνεσθαι, δεν μπορεί να ερμηνευθεί μόνο με αριθμούς, αντιθέτως, σε κάθε περίπτωση η ερμηνεία του θα πρέπει να γίνεται αν όχι υπό το πρίσμα των συμπερασμάτων του αντίστοιχου πολιτικού γίγνεσθαι, τουλάχιστον παράλληλα μ’ αυτό. Φυσικά, αντιλαμβάνομαι ότι... στα πλαίσια ενός άρθρου, τούτο είναι αδύνατο να γίνει, επομένως ο κάθε αναλυτής, επιλέγει τις πτυχές εκείνες του προς ανάλυση φαινομένου, που του φαίνονται ως οι πιο σημαντικές, ή, επιλέγει εκείνες που ο ίδιος επιθυμεί να σχολιάσει, για τους λόγους που θα επικαλείται.

Έχοντας υπόψη αυτούς τους περιορισμούς, θέλησα να δω –ή, μάλλον: να ξαναδώ, θα εξηγήσω αμέσως παρακάτω τι εννοώ- λίγο κοντύτερα την ουσία αυτού που ονομάζουμε «παγκοσμιοποίηση». Όχι με μια τεχνοκρατική διάθεση –ίσως και να μην έχω τη δυνατότητα αυτή-, μα με τη διάθεση και το ενδιαφέρον του μέσου ανθρώπου, αφού υποτίθεται πως τα όσα θαυμαστά και μη συντελούνται στο κόσμο αυτό, τούτον τον μέσο άνθρωπο επικαλούνται, γι’ αυτόν υποτίθεται ότι γίνονται τα πάντα. Πώς θα μπορούσα σήμερα, το 2009, να προσεγγίσω το θέμα, στη λογική που έθεσα; Λοιπόν, κοιτάζοντας πώς είχα προσεγγίσει το ίδιο θέμα πριν 11 χρόνια (άρθρο μου : Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΠΟΙΟΥΣ ΑΦΟΡΑ, Ναυτεμπορική 2/9/1998, εξ ου και η προσθήκη του αριθμού «2» στο παρόν άρθρο), με έκπληξή μου διαπίστωσα ότι η ουσία των όσων υποστήριζα τότε, σε τίποτα δεν άλλαξε σήμερα το 2009, εκτός από τη μικρή πλην σημαντική λεπτομέρεια, ότι σήμερα (2009), ολοένα και περισσότερο, ολοένα και περισσότεροι, έρχονται πιο κοντά στις απόψεις όσων εν γένει κράταγαν μικρό καλάθι! Μόνο που τότε, η «παγκοσμιοποίηση» αποτελούσε το αγαπημένο και προβεβλημένο θέμα της «καθεστηκυίας» ακαδημαϊκής διανόησης, και κάθε αντίθετη άποψη όταν δεν αντιμετωπίζονταν ως ουτοπική, αντιμετωπίζονταν ως μια περιθωριακή και περίπου γραφική αντίληψη των πραγμάτων.

Αντί άλλης λοιπόν τοποθέτησης, επέλεξα να επικαιροποιήσω το παραπάνω άρθρο μου, με άλλα λόγια, να εκθέσω σήμερα το τι τότε υποστήριζα. Πόσο τα όσα τότε υποστήριζα άντεξαν στο χρόνο;

Αναρωτιώμουν, τότε, ποιο είναι λοιπόν το «φαινόμενο» αυτό, που ονοματοθετείται ως «παγκοσμιοποίηση»; Αντί να επικαλεστώ οποιονδήποτε άλλον, είχα επιλέξει να αναφερθώ στο Πατριαρχείο της Εκκλησίας της Παγκοσμιοποίησης, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, και ειδικότερα στην τότε ειδική έκδοσή του World Economic Outlook, Globalization, Opportunities and Challenges (International Monetary Fund :, May, 1997), μιας και στην έκδοση αυτή, συνοψίζονταν όλα, όσα τρεχόντως –τότε, μα και τώρα- μας κατακλύζουν ως περιγραφή και ερμηνεία του «νέου» αυτού φαινομένου.

Όλη η παρουσίαση που επιχειρεί το ΔΝΤ σ’ αυτή του την έκδοση, είναι κατά βάση μια διαχρονική αναφορά διαφόρων μακροοικονομικών μεγεθών (ΑΕΠ, επιτόκια, παραγωγή, πληθωρισμός, όροι εμπορίου και εξωτερικό εμπόριο, ισοζύγια πληρωμών, δημόσιο χρέος, κ.λπ.), που είτε ως «ρυθμοί μεταβολής» είτε ως «μεγέθη» -καθ’ αυτά- φαίνεται να προοιωνίζουν θετικές εξελίξεις -σε σχέση πάντα με τα ίδια αυτά μεγέθη-. Εξαίρεται ο αυξανόμενος ρόλος των δυνάμεων της αγοράς, της άμβλυνσης των διοικητικών παρεμβάσεων, επισημαίνεται η αυξανόμενη αλληλεξάρτηση των οικονομιών, αλλά και ο περιορισμός στη χάραξη οικονομικών πολιτικών σε εθνικό επίπεδο. Σημειώνει πράγματι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ότι «παγκοσμιοποίηση» είναι «…η ταχεία ολοκλήρωση των οικονομιών ανά τον κόσμο μέσω του εμπορίου, των χρηματοοικονομικών ροών, της τεχνολογικής επέκτασης, των δικτύων πληροφόρησης και των διαπολιτισμικών επιδράσεων. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η παγκοσμιοποίηση συμβάλει σε τεράστιο βαθμό στην παγκόσμια ευημερία. Την ίδια στιγμή εν τούτοις, η δημόσια συζήτηση συχνά εστιάζει στις αρνητικές πλευρές της παγκοσμιοποίησης, περιλαμβανομένων των επιδράσεων στην απασχόληση και τους πραγματικούς μισθούς, ειδικά της χαμηλής εξειδίκευσης εργασίας, στις προχωρημένες οικονομίες. Η παγκοσμιοποίηση, όπως κάθε τύπος τεχνικής ή θεσμικής αλλαγής είναι δυνατό να επηρεάσει βραχυχρόνια δυσμενώς τα πρότυπα διαβίωσης ορισμένων. Εν τούτοις, αυτό δεν φαίνεται να είναι ο κύριος λόγος πίσω από τις παρατηρούμενες δυσμενείς εξελίξεις στην απασχόληση και τη διανομή του εισοδήματος που παρατηρούνται σε μερικές προχωρημένες οικονομίες. Μια άλλη ευρέως διαδεδομένη αντίληψη είναι ότι η παγκοσμιοποίηση μπορεί, με κάποιο κόστος, να περιορίσει την αυτονομία των εθνικών οικονομικών πολιτικών. Εμείς υποστηρίζουμε ότι ενώ φαίνεται ότι η παγκοσμιοποίηση αυξάνει τα κόστη των οικονομικών στρεβλώσεων και ανισορροπιών, των συναφών πολιτικών ή άλλων, εν τούτοις σαφώς ενισχύει τις ανταμοιβές των αποτελεσματικών πολιτικών. Μ’ αυτό τον τρόπο, η παγκοσμιοποίηση μπορεί να συμβάλλει στη φαινομενική πόλωση μεταξύ επιτυχημένων χωρών κι εκείνων που μένουν πίσω σχετικά, και μερικές φορές απόλυτα, στις θέσεις του κατά κεφαλή εισοδήματος.


Η παγκοσμιοποίηση δεν είναι, εν τούτοις, ένα παίγνιο μηδενικού αθροίσματος με μερικές οικονομίες να κερδίζουν σε βάρος των προτύπων διαβίωσης και αλλού της απασχόλησης. Αν οι πολιτικές αναπροσαρμόζονται για να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις των ολοκληρωμένων και ανταγωνιστικών αγορών, τότε όλες οι χώρες θα έπρεπε να είναι σε θέση να αναπτύξουν τα συγκριτικά τους πλεονεκτήματα, να βελτιώσουν τις μακροχρόνιες δυνητικές αναπτυξιακές δυνατότητές τους και να συμμετάσχουν σε μια αυξανόμενης ευημερίας παγκόσμια οικονομία» (International Monetary Fund : World Economic Outlook, Globalization, Opportunities and Challenges, May, 1997, σελ. 3). Και για να γίνουν όλα αυτά, το ΔΝΤ προέβαινε –και συνεχίζει να προβαίνει- σε προτάσεις μέτρων πολιτικής, που σε ό,τι με αφορά, απλώς μου υπενθύμισαν εκείνα που εδιδάχθην περίπου προ 35ετίαςς, στα πλαίσια του μαθήματος του διεθνούς εμπορίου, των διεθνών οικονομικών σχέσεων και της οικονομικής ανάπτυξης. Παρουσιάσεις σαν την παραπάνω, αναμφίβολα άρτιες από τεχνικής απόψεως σε ό,τι αφορά τη διερεύνηση «μεγεθών» και την επανάληψη γνωστών θεωριών οικονομικής πολιτικής, έχουν βεβαίως τη δική τους αξία, όμως, εκτιμώ ότι περιορίζονται στη «φωτογράφηση» μιας πλευράς εκ των πολλών μιας καταστάσεως. Και ναι μεν δεν είναι λάθος η συγκεκριμένη αυτή προσέγγιση, όμως δεν είναι και πλήρης.

Σημείωνα στο παραπάνω άρθρο μου, ότι η εκστασιακή αναφορά σε πρωτόγνωρους πράγματι «όγκους συναλλαγών» και άλλων ποσοτικών μεγεθών περίπου παραπέμπει στο αίτημα γι’ ακόμα μεγαλύτερες «ποσότητες», γι’ ακόμα «καλύτερους ρυθμούς μεταβολής».

Ο κόσμος που παρουσιάζεται είναι περίπου μαγικός και εκτυφλωτικός από τη χλιδή που αναδύουν τα «μεγέθη» αυτά. Όπως και να το κάνουμε, όταν τα 200 δισεκατομμύρια δολάρια που κατά μέσο όρο διακινούταν στις αγορές του ξένου συναλλάγματος στα μέσα της δεκαετίας του ’80, φθάνουν τα 1.300 δισεκατομμύρια το 1995 (IMF : ό.π., σελ. 61) είναι μια εκπληκτική εξέλιξη. (Βεβαίως, θα «φώτιζε» ακόμα πιο πολύ το θέμα, αν μας έλεγαν από ποιους και γιατί γίνονται αυτές οι συναλλαγές). Όμως η «παγκοσμιοποίηση» δεν είναι μόνο ΟΥΤΕ όσα εκπληκτικά από απόψεως εξελίξεων των μακροοικονομικών «μεγεθών» συμβαίνουν τα τελευταία 2-5 χρόνια, ΟΥΤΕ αφορά μόνο τα τελευταία 2-5 χρόνια (Πράγματι αυτό επισημαίνεται και από το IMF, ό.π., σελ. 45, όπου την «οικονομική ολοκλήρωση των εθνών» ιστορικά ως διαδικασία την τοποθετεί στα μέσα του 19ου αιώνα και περατούται, κατά το IMF μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου), ΟΥΤΕ τέλος αφορά όλους. Δεν αφορά όλους, διότι η περιλάλητη «παγκοσμιοποίηση» όπως και να το κάνουμε είναι μια «εν εξάρσει εσωτερική υπόθεση λίγων χωρών». Των ΙΔΙΩΝ χωρών που δεσπόζουν ιστορικά ως κυρίαρχες οικονομικές -και όχι μόνο- δυνάμεις. Ο χαρακτήρας αυτής της «παγκοσμιοποίησης» είναι μια μάλλον «κλειστή» -όχι βεβαίως νομικά- αγορά, όπου συμμετέχουν πολλοί αλλά την καθορίζουν λίγοι, και ως «μεγέθη» την εκπροσωπούν επίσης αυτοί οι λίγοι. Εκφράζει την αυξημένη διεθνή δραστηριότητα τόσο από άποψη έκτασης όσο και από άποψη μεγεθών λίγων χωρών.

Ακόμα, υπογράμμιζα τότε στο άνω άρθρο μου, από την παραπάνω «παγκόσμια ευημερία» -ή την προοπτική της- εξαιρείται το μεγαλύτερο τμήμα του παγκόσμιου πληθυσμού. Η παγκοσμιοποίηση είναι μια αυτάρεσκη έκφραση που εκπορεύεται από τις πράγματι παγκόσμιες οικονομικές ή/και πολιτικές δυνάμεις, που εν τούτοις χρησιμοποιείται και από κάποιες περιφερειακές οικονομίες -που συμμετέχουν δε συμμετέχουν στο όλο «παιχνίδι»- και φυσικά δεν έχει νόημα να χρησιμοποιείται -τουλάχιστον σήμερα και τουλάχιστον με τη σημερινή έμφαση- απ΄ όλο τον κόσμο. Δίπλα στις «λαμπερές» στατιστικές, υπάρχουν κι άλλες που εν τούτοις δεν αναφέρονται αν και είναι παγκόσμιας εμβέλειας.

Για την υποστήριξη των παραπάνω ισχυρισμών μου, παρέπεμπα στη διεθνή πραγματική οικονομία. Σημείωνα το τι συνέβαινε το 1995 (ήταν τότε τα πιο πρόσφατα στοιχεία) σε 22 μόνο χώρες, που όμως εκπροσωπούν το 73% του παγκόσμιου πληθυσμού (χώρες με πληθυσμό πάνω από 50 εκατομμύρια). Απ’ αυτές οι 6 ανήκουν στις αναπτυγμένες χώρες (Ιαπωνία, ΗΠΑ, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία και Ηνωμένο Βασίλειο) (σ’ ένα σύνολο 22 χωρών) -θα τις αποκαλούμε «Α ομάδα χωρών»- ενώ οι υπόλοιπες 16 (Μπαγκλαντές, Βραζιλία, Κίνα, Ινδία, Ινδονησία, Νιγηρία, Πακιστάν, Ρωσία, Αίγυπτος, Αιθιοπία, Ιράν, Μεξικό, Φιλιππίνες, Ταϊλάνδη, Τουρκία και Ουκρανία) -θα τις αποκαλούμε «Β ομάδα χωρών»- ανήκουν στις αναπτυσσόμενες χώρες. Οι χώρες της Α ομάδας, έχουν συνολικό πληθυσμό 643 εκατομμύρια (το 11% του παγκόσμιου πληθυσμού), οι δε χώρες της ομάδας Β έχουν συνολικό πληθυσμό 3.535 εκ. (το 62% του παγκόσμιου πληθυσμού). Και οι δύο ομάδες αντιπροσωπεύουν το 66% του παγκόσμιου πληθυσμού. Μια μικρή παράθεση κάποιων στοιχείων είναι πράγματι ενδεικτική (Τα στοιχεία εδώ παρουσιάζονται επεξεργασμένα με βάση τις εκδόσεις : IMF : Direction to Trade Statistics, Yearbook, 1997, και UN : Statistical Yearbook, 1995. Υπενθυμίζουμε ότι αναφερόμαστε στο 1995, εκτός αν δηλούται κάτι άλλο).

1. Ο μέσος όρος του ΑΕΠ ανά κεφαλή, είναι (1995) : για την ομάδα Α 26.454 δολ. ΗΠΑ, για δε την Β ομάδα χωρών 1.444 δολάρια (μόλις το 5,5% του μέσου όρου της Α ομάδας). Η πιο «φτωχή» χώρα της Α ομάδας -με βάση αυτό το κριτήριο- είναι η Ιταλία με 19.121 δολ/κεφαλή, ενώ πρώτη έρχεται η Ιαπωνία με 41.718 δολ/κεφαλή Η πιο «πλούσια» χώρα της Β -με βάση πάντα αυτό το κριτήριο- της Β ομάδας συνιστά το 23,6% του αντιστοίχου μεγέθους της πιο «φτωχής» χώρας της Α ομάδας. Η πιο φτωχή εξ άλλου χώρα της Β ομάδας (Αιθιοπία), αντιπροσωπεύει μόλις το 0,2% του ΑΕΠ/κεφαλή της Ιαπωνίας.
2. Επίσης τα στοιχεία τα σχετικά με το διεθνές εμπόριο (1995) κάθε άλλο παρά συνηγορούν στην ύπαρξη μιας τάσης για πραγματική παγκοσμιοποίηση, αφού κι αυτά πρωτίστως επιβεβαιώνουν την αντίληψη της «κλειστής» διαδικασίας, την αντίληψη της μονομερούς ανάπτυξης. Έτσι οι εισαγωγές το 1995 ανήλθαν στο ύψος των 5 δις140,7 εκ. δολαρίων. Απ’ αυτά τα 3386,8 ή το 65,9% είναι εισαγωγές που έγιναν από τη λέσχη των 22 ανεπτυγμένων χωρών. Η Α ομάδα που εδώ αναφερόμαστε, εκπροσωπεί εισαγωγές αξίας 2294,1 δισ. δολαρίων ή ποσοστό 45% των παγκόσμιων εισαγωγών (με μόλις το 11% του παγκόσμιου πληθυσμού). Μόνο οι 3 απ’ αυτές (ΗΠΑ, Ιαπωνία, Γερμανία, ή το 8,2% του παγκόσμιου πληθυσμού) είχαν πραγματοποιήσει εισαγωγές συνολικού ύψους 1550,2 δισ. δολαρίων ή το 30,2% των παγκόσμιων εισαγωγών (σε αξίες). Οι χώρες τώρα της Β ομάδας (62% του παγκόσμιου πληθυσμού), είχαν πραγματοποιήσει εισαγωγές συνολικού ύψους 578,6 εκ. δολαρίων ποσοστό μόλις 11,3% της αξίας των παγκόσμιων εισαγωγών.
3. Σε ό,τι αφορά τα αντίστοιχα μεγέθη εξαγωγών (1995), τα πράγματα δεν είναι διαφορετικά. Οι παγκόσμιες εξαγωγές έφτασαν το 1995 τα 5 δις 69 εκ. δολάρια. Απ’ αυτές τα 3417 ή το 67,4% είναι εξαγωγές που έγιναν από τη λέσχη των 22 ανεπτυγμένων χωρών. Η Α ομάδα χωρών που εδώ αναφερόμαστε εκπροσωπεί εξαγωγές αξίας 2294,7 δισ. δολαρίων, ή ποσοστό 45% των παγκόσμιων εξαγωγών. Μόνο δε 3 απ’ αυτές (ΗΠΑ, Ιαπωνία, Γερμανία) είχαν πραγματοποιήσει εξαγωγές συνολικού ύψους 1534,6 δισ. δολαρίων ή 30,3% των παγκόσμιων εξαγωγών (σε αξίες). Οι χώρες τώρα της Β ομάδας είχαν πραγματοποιήσει εξαγωγές συνολικού ύψους 583,3 εκ. δολ. ποσοστό μόλις 11,5% της αξίας των παγκόσμιων εξαγωγών.
4. Χαρακτηριστική είναι ακόμα η εικόνα για το ποιοι είναι οι κυρίαρχοι «συνεταίροι» στο διεθνές εμπόριο. Κατά μέσο όρο έχουμε (1995) : Ομάδα χωρών Β : το 65% της αξίας των εισαγωγών τους, πραγματοποιείται από το 8,8% των χωρών με τις οποίες συναλλάσσονται στο επίπεδο αυτό. Για τις εξαγωγές έχουμε αντίστοιχα ποσοστά 64,7% (εξαγωγές) και 8% (χώρες). Έχει όμως ενδιαφέρον να δούμε τι γίνεται με τις «παγκοσμιοποιημένες» χώρες της Α ομάδας : Έχουμε εδώ ότι κατά μέσο όρο το 74% των εισαγωγών τους (σε αξίες) εκπροσωπούν μόνο το 7% των χωρών με τις οποίες πραγματοποιούν τέτοιες συναλλαγές, ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά για τις εξαγωγές είναι 6,5% (χώρες) και 71,8% (εξαγωγές).
5. Όχι μόνο υπάρχει «στενός εκλεκτισμός» στις διεθνείς συναλλαγές, όχι μόνο θα διαπιστώναμε -αν κάναμε μια σε πιο βάθος ανάλυση- ότι υπάρχει έντονη «δραστηριότητα γειτονιάς» (Π.χ., το 61% των εισαγωγών της Γαλλίας γίνεται από τις γείτονες χώρες Βέλγιο, Γερμανία, Ιταλία, Ολλανδία, Ισπανία, Βρετανία και Ελβετία, το 75% των εισαγωγών και το 84% των εξαγωγών του Μεξικού γίνονται με τις ΗΠΑ, το 27% των εισαγωγών και το 30% των εξαγωγών των ΗΠΑ αφορούν τον Καναδά και το Μεξικό, κ.λπ), αλλά νομίζω ότι δεν υπάρχει οικονομική δραστηριότητα σε οποιοδήποτε άλλο μέγεθος που να μπορεί να υποστηρίξει το επιχείρημα της «παγκοσμιοποίησης» με βάση οικονομικά δεδομένα.
6. Η έκδοση εξάλλου του ΟΗΕ Human Development Report 1994 (Εκδόθηκε για λογαριασμό του ΟΗΕ από το Oxford University Press) είναι αποκαλυπτική. Το 1991, η κατανομή της οικονομικής δραστηριότητας παρουσίαζε τη παρακάτω εικόνα (Human Development Report 1994, .οπ., σελ. 63). Το πλουσιότερο 20% των ανεπτυγμένων χωρών, αντιπροσώπευε : το 84,7% του παγκόσμιου ΑΕΠ, το 74% του παγκόσμιου εμπορίου, το 85% των εγχώριων καταθέσεων και των εγχώριων επενδύσεων. Το φτωχότερο 20% αντιπροσώπευε : το 1,4% του παγκόσμιου ΑΕΠ, το 0,9% του παγκόσμιου εμπορίου και το 0,7% των εγχώριων καταθέσεων και των εγχώριων επενδύσεων.

Αν όμως έτσι έχουν τα πράγματα, τότε τι είναι αυτή η «παγκοσμιοποίηση» -αναρωτιώμουν στο παραπάνω άρθρο μου;

Μιλάμε για κάτι ανύπαρκτο;
Ναι, αν θέλουμε να δώσουμε την εικόνα μιας «παγκόσμιας» αγοράς, που δήθεν υφίσταται ως πραγματικότητα ή/και κινείται προς αυτή τη κατεύθυνση.
Ναι, αν τα τεράστια κεφάλαια που διακινούνται διεθνώς υποστηρίζουμε -ή αφήνουμε να νομισθεί- ότι δήθεν προέρχονται από τους πάντες και κατευθύνονται παντού μέσα στα πλαίσια ενός δημιουργικού γίγνεσθαι που αίφνης φαίνεται να έχει διαποτίσει τις διεθνείς δραστηριότητες.

Ο «δρόμος του μεταξιού» είναι ακόμα απαγορευμένος για πολλούς. Λίγοι τον περπατούν. Μάλιστα δε, ακόμα και τα πράγματι ιλιγγιώδη ποσά κεφαλαίων, κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα τι ακριβώς εκπροσωπούν και για πιο λόγο διακινούνται. Ούτε μπορεί με ευκολία πάντοτε να διαπιστωθεί σε ποιόν ή ποιους ανήκουν. Τουλάχιστον για ένα τμήμα τους. Ο ΟΗΕ μας υπενθυμίζει ότι (Ό.π., σελ., 37) διεθνώς τα ναρκωτικά εκπροσωπούν ένα όγκο συναλλαγών ύψους 500 δις δολαρίων ετησίως, και ο ΟΟΣΑ, εκτιμά ότι 85 δις δολάρια που αφορούν κέρδη από ναρκωτικά ξεπλένονται μέσω των χρηματιστηριακών αγορών κάθε χρόνο, εκ των οποίων τα 32 δις περνούν μέσω του Ηνωμένου Βασιλείου.

Επί του παρόντος, μια μόνο παγκοσμιοποίηση υπάρχει που δεν είναι ούτε τόσο φωτεινή, ούτε και επιθυμητή. Υπάρχει ένα δυσβάστακτο κόστος για όλη αυτή την ανάπτυξη -όσους βεβαίως αφορά-. Αυτή η παγκοσμιοποίηση παίρνει πολλές μορφές.
Παίρνει τη μορφή της καταστροφής του περιβάλλοντος.
Παίρνει τη μορφή της Παγκόσμιας πράγματι πολιτικής και στρατιωτικής επικυριαρχίας ορισμένων.
Παίρνει τη μορφή της παγκόσμιας ανισότητας.
Παίρνει τη μορφή της βύθισης στα χρέη της μεγάλης πλειοψηφίας των αναπτυσσομένων –και όχι μόνο- χωρών. Το 1995, το συνολικό εξωτερικό και δημόσιο χρέος των χωρών της Β ομάδας, ανέρχονταν στα 755.838 εκ. δολάρια, όταν την ίδια χρονιά, η συνολική αξία των εισαγωγών της ομάδας αυτής ανέρχονταν στα 578.604 εκ. δολάρια, και των εξαγωγών στα 583.299 εκ. δολάρια.

Είναι εκπληκτικό ότι βλέπουμε «παγκοσμιοποιήσεις» στη διεθνή χρηματαγορά και κεφαλαιαγορά και δεν βλέπουμε την παγκόσμια διάσταση κάποιων άλλων «δεικτών» δηλωτικών του επιπέδου διαβίωσης της συντριπτικής πλειοψηφίας του πληθυσμού της Γης, που επιβεβαιώνουν ότι έχουμε πολύ ακόμα δρόμο μπροστά μας πριν αρχίσουμε να μιλάμε για «παγκόσμιες ευημερίες» -ακόμη και ως τάση.

Όμως, πριν το 80% του παγκόσμιου πληθυσμού φθάσει στο σημείο να μπορεί να μιλά για «παγκόσμιες αγορές», πριν φθάσει στο σημείο να ασχολείται με «προχωρημένες» διαδικασίες είναι ανάγκη να επιβιώσει πρώτα, είναι ανάγκη να μπει στη διαδικασία της βιώσιμης ανάπτυξης, είναι ανάγκη να σταθεροποιήσει τις κατά κανόνα ασταθείς εσωτερικές κοινωνικές -και πολύ περισσότερο οικονομικές- συνθήκες που επικρατούν εκεί (με στοιχεία του 1996, ο μέσος κίνδυνος χώρας της Α ομάδας χωρών ήταν 94,61, έναντι μόλις 51,36 της Β ομάδας χωρών) (Euromoney, September, 1996, σελ. 200-205). Είναι ανάγκη να αμβλυνθούν οι πολύ περισσότερο επικίνδυνες -από την όποια νομισματική αναταραχή- κοινωνικές συνθήκες των πληθυσμών των αναπτυσσόμενων χωρών και η υποβοήθηση της αναπτυξιακής τους προσπάθειας.

Πολύ πριν τα 3,5 δισεκατομμύρια κατοίκων των χωρών της ομάδας Β, που εδώ εστιάζουμε το ενδιαφέρον μας, μπορέσουν να «ενταχθούν» στην «παγκόσμια» αναπτυξιακή διαδικασία, με τις καταργήσεις των οικονομικών συνόρων, κ.λπ., είναι ανάγκη να βοηθηθούν τα 873 εκατομμύρια εκείνων που διαβιούν σε καθεστώς απόλυτης φτώχειας σε 12 απ’ αυτές τις χώρες (για τις άλλες 4 δεν υπάρχουν στοιχεία), είναι ανάγκη ο δείκτης ανθρώπινης ανάπτυξης που είναι κατά μέσο όρο στο 0,6 στις χώρες αυτές, να προσεγγίσει το 0,92 που είναι για τις χώρες της Α ομάδας χωρών, είναι ανάγκη οι 8871 άνθρωποι που αντιστοιχούν κατά μέσο όρο σε κάθε γιατρό της Β ομάδας (ειδικά στη Νιγηρία : 66670 άτομα ανά γιατρό!) να προσεγγίσουν τα 445 άτομα που αντιστοιχούν κατά μέσο όρο σε κάθε γιατρό στην Α ομάδα χωρών (Human Development Report 1994, .οπ.).

Δεν είναι ανάγκη να επεκταθούμε και σ’ άλλα στοιχεία, που ούτως ή άλλως ενδεικτικά αναφέρθηκαν εδώ. Ορθά αναφέρονται στις διάφορες διακηρύξεις, συμπεριλαμβανομένων κι αυτών των παγκόσμιων συνδιασκέψεων, ότι π.χ., «…ο κόσμος μας δεν μπορεί να επιβιώσει με το 1/4 να είναι πλούσιοι και τα 3/4 φτωχοί…» (Human Development Report 1994, .οπ., σελ. 6.), καλή είναι η επισήμανση της Επιτροπής Αναπτυξιακής Βοήθειας του ΟΟΣΑ ότι η ανάπτυξη πρέπει να είναι ανθρωποκεντρική (OECD : Development Co-operation, 1996 Report, σελ. 1 και πέρα), όμως, όλα αυτά θα ήταν καλύτερα αν πράγματι μετουσιώνονταν αποτελεσματικά σε πράξη. Άλλωστε, τέτοιες διακηρύξεις, ουδέποτε έλειψαν στο παρελθόν.

Επεσήμαινα στο παραπάνω άρθρο μου ότι μέσα σ’ αυτό το ρυθμό της «παγκοσμιοποίησης» -κατ’ ουσίαν του χρηματικού κεφαλαίου-, άκριτα φθάσαμε να υποστηρίζουμε ακραίες θέσεις. Αναφέρομαι ειδικότερα στο ρόλο των εθνικών κυβερνήσεων. Ναι μεν πολύ συμφέρει το διεθνές κεφάλαιο (μέσα σ’ αυτό και το κερδοσκοπικό) να ελαχιστοποιηθούν αυτές οι παρεμβάσεις, θα συνέφερε ακόμα περισσότερο αν δεν υπήρχαν καθόλου εθνικές κυβερνήσεις, όμως, αποτελεί καθαρή ουτοπία αν κάποιος υποστηρίξει ότι είναι δυνατόν να αφεθεί η οικονομική πολιτική των κρατών στους απροσδιόριστους νόμους της «παγκόσμιας αγοράς». Αυτή η προοπτική -αν υπάρχει- δεν συμφέρει πάνω από 100, 200, 500 ή 1000 επιχειρήσεις διεθνώς.

Όμως η παγκόσμια αγορά, δεν είναι μόνο οι επιχειρήσεις που πράγματι έχουν διεθνή δραστηριότητα, ούτε μόνο οι επιχειρήσεις κολοσσοί με τις αδιαμφισβήτητα «υψηλές» διασυνδέσεις -και ανάλογα συμφέροντα-. «Αγορά» είναι και όλος εκείνος ο τεράστιος όγκος των μικρομεσαίων επιχειρηματιών, που δεν φιλοδοξούν -ή/και δεν μπορούν- να δραστηριοποιηθούν έξω και πέρα από τα εθνικά τους σύνορα, για να μην πω, ούτε στο σύνολο της δικής τους εθνικής αγοράς. Ακόμα, αν κανείς δει τα σοβαρά διαρθρωτικά προβλήματα των αναπτυσσόμενων οικονομιών -και όχι μόνο-, τι μας λέει επ’ αυτού η θεωρία των «δυνάμεων της αγοράς» και των «ανοικτών θυρών»; Ότι θα εισέλθουν εκεί οι «θεσμικοί επενδυτές» και το πρώτο που θα κάνουν θα είναι πώς θα βγάλουν από τα προβλήματα τις οικονομίες εκείνες; Ότι θα είναι αυτοί που θα αναλάβουν και επιβάλλουν -έστω άτυπες- οικονομικές πολιτικές; Για το καλό ποιών;

Είναι βέβαιο ότι υπάρχει ανάγκη του μέτρου. Από τη θεωρία του υπέρμετρα αναπτυγμένου κράτους στη θεωρία του αδύναμου κράτους, υπάρχει μεγάλη απόσταση. Ούτε βεβαίως η -οπωσδήποτε ορθή όσο και παμπάλαια- άποψη της «αλληλεπίδρασης» των αγορών ερμηνεύεται κατ’ ανάγκη ως «τάση» αποδυνάμωσης των εθνικών κυβερνήσεων και πολιτικών. Και αυτό δεν έχει να κάνει τίποτα -ή έχει να κάνει ελάχιστα- με τη μείωση των διοικητικών παρεμβάσεων. Διότι επίσης μεταξύ της «ελεύθερης αγοράς» -που λειτουργεί αρκετά αποτελεσματικά στις αναπτυγμένες χώρες- και της ανεξέλεγκτης αγοράς, επίσης υπάρχει μεγάλη απόσταση. Έπειτα, η παγκόσμια κοινωνία, δεν είναι μόνο «αγορά». Τι έγιναν λοιπόν οι άνθρωποι; Σχεδόν ο παγκόσμιος πληθυσμός ως ανθρώπινη οντότητα φαίνεται να εξαφανίζεται στην όλη επιχειρηματολογία της «παγκοσμιοποίησης», ή όταν αναφέρεται, συχνά αναφέρεται ως «συντελεστής παραγωγής».

Όμως, αν μερικοί βιάζονται τον άνθρωπο να τον εξαφανίσουν από τα «μοντέλα» τους, είναι βέβαιο ότι είναι μάλλον ανιστόρητοι. Και φυσικά, δεν είναι διόλου τυχαίο το πώς όλη τους η εφευρετικότητα εστιάζεται σε ό,τι μπορεί να συμπιέσει τα «εργατικά κόστη», πλην φυσικά του δικού τους, αλλά και επειδή προφανώς αδυνατούν να χειριστούν τις πράγματι δύσκολες παραμέτρους της ανάπτυξης. Την ανάπτυξη, που δεν εξαιρεί την άνοδο του βιοτικού επιπέδου του πληθυσμού. ΟΛΟΥ του πληθυσμού.

Κατέληγα στο παραπάνω άρθρο μου με την επισήμανση ότι η παγκοσμιοποίηση, αν ποτέ έλθει, δεν θα στηρίζεται τόσο στα «ανοικτά οικονομικά σύνορα», όσο στην ανοικτή επικοινωνία των ανθρώπων. 50 χρόνια κοινού νομίσματος στις πρώην πολυεθνικές δημοκρατίες της ΕΣΣΔ ή της Γιουγκοσλαβίας, 50 χρόνια «ανοικτών οικονομικών συνόρων» μεταξύ των ετεροεθνών ομόσπονδων δημοκρατιών τους, δεν στάθηκαν ικανά ούτε τις εθνικές τους ιδιαιτερότητες να αφομοιώσουν, ούτε την επανεμφάνιση εθνικών ιδεολογιών και τη διάσπαση να αποτρέψουν. Κι αν αυτό μπορεί κάτι να δηλώνει, ας το διδαχθούμε, εδώ στη Δυτική Ευρώπη, που σήμερα επιχειρεί -και- τη πολιτική της ένωση. Αν δεν επικρατήσουν άλλοι παράμετροι, το ευρω, όσο εξυπηρετεί θα ενώνει. Μόνο όμως όσο εξυπηρετεί…
 
Copyright © 2015 Taxalia Blog - Θεσσαλονίκη