του Φραγκίσκου Παρασύρη
Βουλευτή ΠΑΣΟΚ Ηρακλέιου
Με όρους σύγχρονης λογικής θα αναμέναμε από τους ευρωπαίους ηγέτες περισσότερο ορθολογισμό. Ειδικότερα πριν τη συνόδο κορυφής την οποία συγκάλεσε εκτάκτως ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Χέρμαν Βαν Ρομπέι, για τις 21 Ιουλίου με θέμα την κρίση χρέους και τη βοήθεια προς την Ελλάδα. Θα περιμέναμε επιτέλους η πολιτική ηγεσία της Γηραιάς Ηπείρου,..
παρά τις εγγενείς αδυναμίες συνεννόησης και συνοχής που την χαρακτηρίζουν να εμπνευστεί από το πνεύμα του ευρωπαϊκού ορθολογισμού, το οποίο έλκει την καταγωγή του από αρχαίους φιλοσόφους.
Αυτό το πνεύμα άλλωστε που απογειώθηκε κατά την περίοδο του Διαφωτισμού, υπήρξε ο κινητήριος μοχλός κάθε μεταβολής με κέντρο τον άνθρωπο. Μόνο υπό την επιρροή του ορθολογικού πνεύματος θα εκφραστούν τα πρωτεία των κυβερνήσεων της ευρωζώνης έναντι των χρηματοοικονομικών αγορών.
Στο πνεύμα αυτό εντάσσεται η συνολική πρόταση των ευρωσοσιαλιστών που προτείνουν γενναία και αποφασιστικά μέτρα. Σε αντίθεση με τις νεοσυντηρητικές δυνάμεις στην Ευρώπη που θεωρούν ότι ένα κράτος συμπεριφέρεται όπως μια ιδιωτική εταιρεία και έχει τις ίδιες απαιτήσεις που θα είχε μια τέτοια, δηλαδή να μειωθούν ακόμα περισσότερο οι μισθοί παράλληλα με αύξηση της παραγωγικότητας και περικοπές σε δαπάνες, οι ευρωσοσιαλιστές πιστεύουν ότι η ανταγωνιστικότητα ενός κράτους είναι πολύ διαφορετική από εκείνη μιας επιχείρησης.
Ως εκ τούτου οι ευρωσοσσιαλιστές θεωρούν ορισμένες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που προωθούνται από τους συντηρητικούς ναι μεν ως σημαντικές όσον αφορά την δημοσιονομική συστολή , με ανασταλτικά ωστόσο αποτελέσματα για την ανάπτυξη. Διότι βραχυπρόθεσμα, η αύξηση της φορολογίας και η μείωση των δαπανών, μεγεθύνουν την ύφεση. Ως εκ τούτου οι ευρωσοσιαλιστές αντιτάσσονται σε κάθε είδους μεταρρύθμιση που θα υπονόμευε την κοινωνική πρόοδο, την απασχόληση και την οικονομική ανάκαμψη.
Ανάμεσα στα μέτρα που προκρίνουν οι σοσιαλιστές υπάγεται η πρόταση για έναν οργανισμό σταθερότητας για τον ανασχεδιασμό (reprofiling) του χρέους των κρατών της ευρωζώνης ο οποίος ταυτόχρονα θα διασφαλίζει την επανόρθωση ενός κράτους η οικονομία του οποίου κινδυνεύει να χάσει τη σταθερότητά της.
Από αυτή την άποψη εκτιμάται ότι η ευρωζώνη θα μπορούσε να επωφεληθεί από την έκδοση ευρω-ομολόγων.
Σε ό,τι αφορά το ευρωομόλογο, αυτό θα πρέπει να εξυπηρετεί όχι απλώς αναπτυξιακούς στόχους, αλλά να αντιμετωπίζει τη διαχείριση του χρέους των κρατών μελών της ευρωζώνης.
Σχετική εισήγηση κατέθεσε ο Έλληνας πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, βάση της οποίας προτείνεται ένα ευρωομόλογο το οποίο θα αφορά κυρίως στη διαχείριση του δημόσιου χρέους των χωρών- μελών, τουλάχιστον μέχρι το 60%, από έναν κεντρικό φορέα ή μηχανισμό, το οποίο, αν γίνει, θα δημιουργήσει μια πολύ μεγάλη ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων, θα υπάρχει ρευστότητα και θα συμβάλει καθοριστικά στην ανάπτυξη και τη σταθεροποίηση της Ευρωζώνης. Βέβαια υπάρχουν και διαφορετικές εκδοχές προτεινόμενων ευρωομολόγων, όπως είναι το αναπτυξιακό, που προωθεί ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζ. Μ. Μπαρόζο και αφορά στη χρηματοδότηση συγκεκριμένων εγχειρημάτων και έργων.
Πέρα από το ευρωομόλογο ωστόσο χρειάζεται ένας πραγματικά αποτελεσματικός μηχανισμός της ευρωζώνης, με κοινές εγγυήσεις, ο οποίος θα είναι σχεδιασμένος να βοηθά τις χώρες που δέχονται επιθέσεις από κερδοσκόπους και ο οποίος θα διασφαλίζει ότι ιδιώτες επενδυτές θα αναλαμβάνουν το δικό τους μερίδιο από τα κόστη των μέτρων σταθεροποίησης. Ιδιώτες επενδυτές που ευθύνονται για αφερέγγυους δανεισμούς θα σηκώσουν ένα μέρος από το κόστος των σταθεροποιητικών μέτρων.
Ο μηχανισμός αυτός θα αποτελέσει αποτελεσματικό ανάχωμα στην προέλαση του ανεύθυνου και επιθετικού χρηματιστικού τομέα το κεφαλαίου όπως και ένας ευρωπαϊκός φόρος στην κερδοσκοπία ώστε να υπάρξουν νέα έσοδα χωρίς να θιγούν οι απλοί πολίτες. Ένας ευρωπαϊκό φόρος που θα βαραίνει τους κερδοσκόπους για την ανεύρεση πρόσθετων πόρων, χωρίς να πλήττονται οι απλοί πολίτες και να χρειάζονται άδικες περικοπές των κοινωνικών κονδυλίων.
Μαζί με τα παραπάνω προτείνουν οι ευωρσοσιαλιστές μία χρηματοοικονομική μεταρρύθμιση η οποία θα περιορίζει την εξουσία των οίκων αξιολόγησης, αλλά και τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού ανεξάρτητου οίκου με δημόσια χρηματοδότηση.
Όλα τα προαναφερθέντα μέτρα συνδυάζονται από τους ευρωπαίους σοσιαλιστές με μια νέα ευρωπαϊκή στρατηγική επενδύσεων για την προώθηση δίκαιης ανάπτυξης και τη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Στην περίοδο της κρίσης, την περίοδο που τόσο σκληρά περιστέλλονται θέσεις εργασίας, μισθοί και εργασιακά, κοινωνικά και δημοκρατικά δικαιώματα σε όλη την Ευρώπη υπάρχει εναλλακτικό προοδευτικό σχέδιο εξόδου από την κρίση ενάντια στην ρότα του νεοφιλελευθερισμού.
Για αυτό οι σοσιαλιστές προκρίνουν ένα συμπληρωματικό Σύμφωνο, παράλληλα με το Σύμφωνο του Μάαστριχτ, το οποίο θα αφορά τα ζητήματα της απασχόλησης, της κοινωνικής προστασίας και συνοχής, της βιώσιμης ανάπτυξης και ζητάνε την διασφάλιση της κεφαλαιακής επάρκειας των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, τον περιορισμό των επισφαλειών, με έναν τρόπο που θα εγγυάται ότι, μέσα από το χρηματοπιστωτικό σύστημα, δεν θα υπάρξουν ξανά φούσκες. Σε μια Ευρώπη των 130 εκατομμυρίων φτωχών που ολοένα γίνεται φτωχότερη. Σε μια Ευρώπη των 28,5 εκατομμυρίων ανέργων χρειάζεται ένα νέο μοντέλο οργάνωσης τόσο της οικονομίας όσο και του κοινωνικού κράτους πρόνοιας που θα ανταποκρίνονται στη νέα σκληρή πραγματικότητα. Είναι ανάγκη, με άλλα λόγια, η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία να βάλει φραγμούς στους ιδεολόγους της συντηρητικής παράταξης που χρησιμοποιούν τις μετασεισμικές δονήσεις της κρίσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος ως δικαιολογία για να καταφέρουν μακροχρόνιο πλήγμα στο ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο.
Η Ευρώπη χρειάζεται μια διαφορετική πολιτική ηγεσία, διότι η σημερινή έχει αποδειχτεί στη μεγαλύτερη κρίση, κατώτερη των περιστάσεων. Η Ευρώπη χρειάζεται μια ηγεσία που θα ανταποκριθεί στο ανθρωποκεντρικό πρόταγμα που είναι χαραγμένο βαθιά στο ιστορικό DNA της. Μια ηγεσία που δεν θα επιτρέψει στις αγορές να λεηλατήσουν τον άνθρωπο και τις κοινωνικές κατακτήσεις του. Είναι λοιπόν ολοφάνερο ότι ο συσχετισμός δυνάμεων στην Ευρώπη πρέπει να αλλάξει. Υπό την ηγεμονία της πολιτικής των συντηρητικών δυνάμεων, καθώς, οι 21 από τις 27 κυβερνήσεις στην Ευρώπη είναι συντηρητικές, η κατεύθυνση της Ευρώπης δύσκολα θα αλλάξει.