ΤΡΑΠΕΖΕΣ, ΕΚΤΟΣ ΕΛΕΓΧΟΥ: Μέσω έμμεσων δανείων από την Τράπεζα της Ελλάδας, αφενός μεν χρηματοδοτείται το δημόσιο, αφετέρου καλύπτεται η τεράστια εκροή των καταθέσεων - με αποτέλεσμα τα δάνεια με ευθύνη της ΤτΕ, να έχουν ξεπεράσει τα 100 δις €, με θεωρητικό κίνδυνο να χρεοκοπήσει
άρθρο του Βασίλη Βιλιάρδου
“Σε χώρες όπου η οικονομική πολιτική παραμένει σε μεγάλο βαθμό αναλλοίωτη, ανεξάρτητα από τις υποσχέσεις που δίνονται κατά τη διάρκεια των προεκλογικών εκστρατειών, διαπιστώνεται μία διάβρωση της πίστης προς τη Δημοκρατία - η οποία αντικατοπτρίζεται στην κλιμακούμενη διαφθορά, στην άνοδο των ακραίων πολιτικών παρατάξεων, στην αύξηση της αποχής κατά τις εκλογές και στο βαθύ κυνισμό απέναντι στους πολιτικούς”.
Άρθρο
Όταν ακούμε στελέχη της αντιπολίτευσης να αναρωτιούνται δημόσια, πως είναι δυνατόν η κυβέρνηση να προειδοποιεί από πολλούς μήνες πριν ότι τελειώνουν τα χρήματα, χωρίς να συμβαίνει τίποτα, χωρίς να χρεοκοπεί δηλαδή η Ελλάδα, στην κυριολεξία τρομάζουμε - πόσο μάλλον όταν τα στελέχη αυτά ισχυρίζονται πως "η κυβέρνηση ψεύδεται αφού, όπως φαίνεται, χρήματα υπάρχουν"!
Η αιτία των φόβων μας είναι το ότι, δεν μπορούμε ή/και δεν θέλουμε να πιστέψουμε πως αγνοούνται πλήρως εκ μέρους τους τόσο οι λειτουργίες, όσο και οι βασικοί κανόνες του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ευρωζώνης - με βάση τους οποίους μία χώρα μπορεί να διατηρηθεί τεχνητά στη ζωή, χωρίς να έχει καθόλου χρήματα στη διάθεση της.
Αναλυτικότερα, από τον Ιούλιο καθυστερείται εκβιαστικά η εκταμίευση της συμφωνηθείσας δόσης των 31,5 δις €, η επόμενη επίσης, με την αιτιολογία ότι η χώρα μας δεν έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της - τις οποίες ανέλαβε και υπέγραψε, στα πλαίσια της "Πύρρειου Χρεοκοπίας" της, το Φεβρουάριο του 2012 (Μνημόνια ΙΙ και ΙΙΙ).
Εφόσον λοιπόν η Ελλάδα δεν έλαβε τη δόση της ντροπής, πάντοτε σύμφωνα με ορισμένα στελέχη της αντιπολίτευσης, τότε θα έπρεπε θεωρητικά να είχε προ πολλού χρεοκοπήσει - χωρίς όμως κάτι τέτοιο να έχει συμβεί μέχρι σήμερα.
Ανεξάρτητα από τους παραπάνω ανόητους ισχυρισμούς το γεγονός αυτό, η μέχρι σήμερα "σωτηρία" της πατρίδας μας δηλαδή, οφείλεται αφενός μεν στην υπερβολική καθυστέρηση των πληρωμών του δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα, αφετέρου στο δανεισμό του κράτους με τρίμηνα (μηνιαία πρόσφατα) T-Bills. Τα "έντοκα αυτά γραμμάτια" πωλούνται από το δημόσιο, άμεσα ή έμμεσα, κυρίως προς τις ελληνικές τράπεζες - οι οποίες, μόνο τον Αύγουστο, ενίσχυσαν το κράτος με περίπου 4 δις €.
Εν τούτοις, όπως γνωρίζουμε, οι ελληνικές τράπεζες είναι ήδη χρεοκοπημένες, μετά τη διαγραφή του 50% περίπου των ομολόγων του δημοσίου που είχαν στην κατοχή τους, τότε που η κυβέρνηση αποφάσισε να πυροβολήσει μόνη της τα πόδια της (άρθρο μας) - περιμένοντας να διασωθούν μέσω της ανακεφαλαιοποίησης τους από το κράτος, το οποίο όμως δεν θα ήταν σε θέση να καλύψει από πολλούς μήνες πριν τις υποχρεώσεις του, εάν δεν το δάνειζαν!
Εδώ δεν πρόκειται προφανώς για κάποιο θαύμα, αλλά για ένα σχετικά απλό τέχνασμα - αφού οι τράπεζες χρηματοδοτούν την αγορά των εντόκων γραμματίων (T-Bills) του ελληνικού δημοσίου, καταθέτοντας τα σαν εγγύηση στην Τράπεζα της Ελλάδας, η οποία τις δανειοδοτεί έναντι των T-Bills, με δική της ευθύνη!
Ουσιαστικά λοιπόν η κεντρική τράπεζα της χώρας μας χρηματοδοτεί το κράτος έμμεσα - κάτι που απαγορεύεται αυστηρά από την Ευρωζώνη, αλλά συμβαίνει από αρκετό καιρό τώρα, σε πολλές περιπτώσεις και σε διάφορες χώρες (προφανώς δεν αποτελούμε εξαίρεση).
Περαιτέρω, η χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών με τη βοήθεια της ρευστότητας έκτακτης ανάγκης (ELA - Emergency Liquidity Assistance), είναι πλέον σημαντικότερη, από την αντίστοιχη μέσω της ΕΚΤ - επειδή οι εγγυήσεις που απαιτούνται για τα ELA-δάνεια είναι πολύ χαμηλότερες, συγκριτικά με αυτές που προϋποθέτει η χρηματοδότηση από την ΕΚΤ.
Ειδικότερα, η ΤτΕ δέχεται κάθε είδους εγγυήσεις από τις εμπορικές τράπεζες, ενώ η ΕΚΤ δεν αποδέχεται (από τον Ιούλιο) ούτε καν τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου σαν εγγύηση - λόγω της αρνητικής αξιολόγησης τους.
Μέσω τώρα αυτών των δανείων εκ μέρους της ΤτΕ, οι ελληνικές τράπεζες αφενός μεν χρηματοδοτούν το ελληνικό δημόσιο (T-Bills), αφετέρου καλύπτουν την τεράστια εκροή των καταθέσεων - με αποτέλεσμα τα ELA-δάνεια, τα δάνεια δηλαδή με την ευθύνη της ΤτΕ, να έχουν ξεπεράσει πλέον τα 100 δις €.
Για σύγκριση, η ΕΚΤ έχει ενισχύσει μέχρι στιγμής τις ελληνικές τράπεζες μόλις με 30 δις € - το μεγαλύτερο μέρος των οποίων πιθανότατα θα εισπράξει, από τη δόση των 31,5 δις € (από την οποία τα 25 δις € περίπου θα δοθούν στις τράπεζες για να τα δώσουν στην ΕΚΤ - ενώ ένα άλλο ποσόν θα πρέπει επίσης να δοθεί στις τράπεζες, για να εξοφλήσουν τα T-Bills που έχουν καταθέσει σαν εγγύηση στην ΤτΕ!).
Ουσιαστικά τα ELA-δάνεια είχαν προβλεφθεί για να καλύπτουν βραχυπρόθεσμα προβλήματα ρευστότητας των υγιών τραπεζών. Σήμερα όμως χρησιμοποιούνται σε μεγάλη έκταση από όλες τις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, από τις υπερχρεωμένες τράπεζες τους - γεγονός που είναι εξαιρετικά προβληματικό, όσον αφορά την πολιτική χρήματος της Ευρωζώνης, αφού πρόκειται ουσιαστικά για τύπωμα νέων χρημάτων "κατά βούληση".
Σύμφωνα τώρα με τις καταστάσεις των κεντρικών τραπεζών των χωρών της Ευρωζώνης, τα δάνεια έκτακτης ανάγκης (ELA), τα οποία έχουν λάβει από τις εκάστοτε κεντρικές τράπεζες τους, οι εμπορικές τράπεζες στην Ελλάδα, στην Ιρλανδία, στην Ισπανία και στην Κύπρο, ανέρχονται ήδη σε εκατοντάδες δις € - γεγονός που τεκμηριώνει ακόμη μία φορά το ότι. στα θεμέλια της Ευρωζώνης είναι τοποθετημένη μία τραπεζική βόμβα μεγατόνων, η οποία απειλεί να καταστρέψει ακόμη και τις πιο ισχυρές οικονομίες του κέντρου.
Συνεχίζοντας, έχουν τοποθετηθεί ασφαλώς κάποια όρια στο μηχανισμό παροχής ρευστότητας έκτακτης ανάγκης - αφού το συμβούλιο της ΕΚΤ μπορεί να σταματήσει τον αντίστοιχο δανεισμό (βέτο), εάν το απαιτήσουν τα δύο τρίτα των μελών του. Εν τούτοις, κανένας δεν απαιτεί κάτι τέτοιο - με αποτέλεσμα, όταν για παράδειγμα η ΤτΕ ζήτησε από την ΕΚΤ τον Αύγουστο να αυξήσει την αξία των T-Bills, τα οποία αποδέχεται ως εγγύηση, από τα 3 δις € στα 7 δις €, να μην υπάρξει καμία αντίρρηση.
Περαιτέρω, στην περίπτωση που η Ελλάδα χρεοκοπήσει (στάση πληρωμών κλπ.), οι ελληνικές τράπεζες θα χρεοκοπήσουν επίσης - οπότε τα ELA-δάνεια, καθώς επίσης οι εγγυήσεις τους, δεν θα έχουν πια καμία απολύτως αξία.
Κατ' επακόλουθο η ΤτΕ, η οποία είναι ιδιωτική και όχι κρατική, θα έπρεπε να πληρώσει τα 100 δις € του μηχανισμού - με αποτέλεσμα να χάσει τα ίδια κεφάλαια της και θεωρητικά να χρεοκοπήσει, εάν δεν θα είχε τη δυνατότητα αύξησης τους ή εάν δεν θα της επέτρεπε η ΕΚΤ να διατηρήσει τις ζημίες στον ισολογισμό της, με στόχο να τις "αποσβέσει" από τα μελλοντικά της κέρδη (η εξάρτηση της ΤτΕ από την ΕΚΤ είναι μάλλον εμφανής).
Η Τράπεζα της Ελλάδας (ΤτΕ) έχει λοιπόν κάθε λόγο να ανησυχεί για την οικονομική κατάσταση του ελληνικού δημοσίου - οπότε αμφιβάλλει κανείς εύλογα για τις μελέτες και τις τοποθετήσεις της, αφού υποθέτουμε πως εξυπηρετεί πρωτίστως τα συμφέροντα των δικών της μετόχων.
Φυσικά οι κεντρικές τράπεζες των υπολοίπων χωρών της Ευρωζώνης θα μπορούσαν να αναλάβουν τις ενδεχόμενες ζημίες της ΤτΕ. Επειδή όμως όλες οι κεντρικές τράπεζες του Ευρωσυστήματος (17) διαθέτουν συνολικά κεφάλαια ύψους μόλις 83 δις €, θα έπρεπε να μεταφέρουν τις ζημίες τους στους φορολογουμένους Πολίτες τους - όπως ακριβώς έχουν κάνει και οι εμπορικές, στην περίπτωση της Ιρλανδίας, της Γερμανίας κλπ.
Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι, τα πράγματα είναι απλούστερα αλλά, ταυτόχρονα, πολύ πιο πολύπλοκα, από όσο φανταζόμαστε - αφού η Ευρωζώνη, όπως έχουμε αναλύσει πολλές φορές στο παρελθόν, αποτελείται από συγκοινωνούντα δοχεία, άμεσα εξαρτημένα μεταξύ τους.
Κατ' επακόλουθο, εάν συμβεί κάτι σε ένα κράτος-μέλος της, η πυρκαγιά θα εξαπλωθεί σε χρόνο μηδέν από άκρη σε άκρη, επεκτεινόμενη πολύ γρήγορα σε ολόκληρο τον πλανήτη - γεγονός που τεκμηριώνει ξανά το ότι, η πατρίδα μας έχει πάρα πολλά διαπραγματευτικά χαρτιά στη διάθεση της, χωρίς φυσικά κάτι τέτοιο να σημαίνει πως πρέπει να τα χρησιμοποιήσει εκβιαστικά, εάν δεν υποχρεωθεί να το κάνει.
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ
Η διελκυστίνδα ευρώ-δολαρίου συνεχίζεται - με τη χθεσινή συνάντηση των Βρυξελλών να μην οδηγείται σε αποφάσεις, παρά την κρίσιμη οικονομική θέση της Ελλάδας και τις υποσχέσεις του πρωθυπουργού, για την άμεση εκταμίευση της δόσης των 31,5 δις €.
Η Γερμανία, βλέποντας τις εξαγωγές της να απειλούνται, επιθυμεί προφανώς τη διατήρηση της σταθερά χαμηλής ισοτιμίας του ευρώ (κάτω από το 1,30), απέναντι στη ζώνη του δολαρίου – γεγονός που επεξηγεί αφενός μεν την καθυστέρηση των αποφάσεων για την Ελλάδα, αφετέρου την επίθεση της εναντίον της Γαλλίας (πάντοτε σε συνδυασμό με τις ηγεμονικές βλέψεις της).
Από την άλλη πλευρά οι Η.Π.Α., στα πλαίσια των προσπαθειών εξισορρόπησης των δυνάμεων που ασκούνται στη διελκυστίνδα (οι οποίες λειτούργησαν εναντίον του δολαρίου, μετά την ανακοίνωση του QE4), «επιτρέπουν» στο Economist να πάρει τη σκυτάλη από τη Γερμανία, εντείνοντας τις πιέσεις στη Γαλλία.
Στη συνέχεια, η Moody’s υποβαθμίζει τη Γαλλία, αφαιρώντας της την αξιολόγηση ΑΑΑ – με εξαιρετικά δυσμενείς επιπτώσεις για τους μηχανισμούς στήριξης της οικονομίας των χωρών της Ευρωζώνης (EFSM και ESM) και επομένως για το ευρώ.
Παράλληλα, το κοινό νόμισμα χάνει όλο και περισσότερους «οπαδούς» του – αφού ακόμη και στην Ελλάδα οι υποστηρικτές του μειώνονται ραγδαία (από 80,7% στα 62,7% μέσα σε πέντε μόλις μήνες). Τη ίδια δε στιγμή η πλειοψηφία των Βρετανών επιθυμεί την έξοδο της χώρας τους από την ΕΕ – προφανώς επειδή καταλαβαίνουν τους κινδύνους εκ μέρους της Γερμανίας, η οποία μάλλον ξεχνάει την ιστορία της.
Αν και η Γερμανία τώρα φαίνεται να θέλει πλέον «ανοιχτά» να διώξει το ΔΝΤ από την Ευρωζώνη, έχοντας το ήδη χρησιμοποιήσει για να κάνει τη «βρώμικη δουλειά», καθώς επίσης για να αντιγράψει τις μεθόδους του, έχουμε τη άποψη ότι υποτιμάει σοβαρά τις Η.Π.Α. – κάτι που μάλλον θα το πληρώσει ακριβά.
Μέσα σε αυτό το ταραγμένο και ομιχλώδες διεθνές περιβάλλον, η Ελλάδα συνεχίζει να επιδιώκει μία μακροπρόθεσμη λύση στο πρόβλημα του δημοσίου χρέους της – κάτι που όμως δύσκολα θα επιτευχθεί, αφού οι αποφάσεις που την αφορούν λαμβάνονται με κριτήριο τις άλλες ελλειμματικές χώρες (αυτό που θα εφαρμοσθεί στην Ελλάδα θα ζητηθεί από την Ισπανία κλπ.), καθώς επίσης με γνώμονα τα επεκτατικά σχέδια της Γερμανίας.
Στα πλαίσια αυτά, υπενθυμίζουμε ότι, το δημόσιο χρέος ήταν στα 280,2 δις € στις 31 Μαρτίου 2012, ενώ στις 31 Δεκεμβρίου 2011 βρισκόταν στα 368 δις €. Η μείωση του χρέους Γενικής Κυβέρνησης το 2012 ανήλθε σε 106 δις €, από την ανταλλαγή των ομολόγων (PSI) – ενώ σήμερα το δημόσιο χρέος υπολογίζεται στα 303,5 δις €.
Στη συνέχεια, όμως, αναμένεται να αυξηθεί στα 343,2 δις €, λόγω της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών κατά 48,5 δις € (δεν έχει ολοκληρωθεί), της μείωσης του ενδοκυβερνητικού χρέους κατά 20,7 δις € (λόγω «κουρέματος» των ομολόγων των Ταμείων) και της κάλυψης του ταμιακού ελλείμματος, ύψους 14,95 δις €.
Έτσι, σε απόλυτους αριθμούς, το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται ότι θα μειωθεί, λόγω του PSI, μόλις κατά 15 δις € ή 7,5% του ΑΕΠ – γεγονός που τεκμηριώνει ακόμη μία φορά το ότι, με τον τρόπο αυτό απλά πυροβολήσαμε τα πόδια μας.
Περαιτέρω η Κύπρος (οι πολιτικοί της οποίας κατηγορούν δυστυχώς συνέχεια την Ελλάδα), έχοντας τεράστιο τραπεζικό πρόβλημα (οι ισολογισμοί των τραπεζών της είναι οχταπλάσιοι του ΑΕΠ της), φαίνεται να έχει δύο μόνο επιλογές στη διάθεση της:
(α) την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών της απ’ ευθείας από το ESM, έτσι ώστε να μην επιβαρυνθεί το δημόσιο χρέος της με τη διάσωση τους,
(β) τη χρεοκοπία τους, αφού το κράτος είναι αδύνατον να αναλάβει τα χρέη τους, εγγυώμενο τις καταθέσεις των πολιτών του.
Παράλληλα όμως, υφίσταται ο κίνδυνος μαζικής φυγής κεφαλαίων από τις τράπεζες της (καταθέσεις ξένων), καθώς επίσης η κατάρρευση του μοντέλου της οικονομίας της – εάν τυχόν η Γερμανία απαιτήσει την αύξηση των φορολογικών συντελεστών κλπ.
Συνεχίζοντας έχουμε την εντύπωση ότι η Ισπανία, η οποία καθυστερεί να τοποθετηθεί κάτω από την ομπρέλα του μηχανισμού διάσωσης, παίζει με τη φωτιά – αφού τα προβλήματα της οικονομίας της είναι κατά πολύ μεγαλύτερα, από όσο θέλει η κυβέρνηση της να πιστεύουμε. Η Πορτογαλία φυσικά κινδυνεύει αντίστοιχα – αφού η εξάρτηση της από την Ισπανία δεν είναι αμελητέα.
Η Ιταλία τώρα μάλλον ωφελείται από τις εξελίξεις – ειδικά όσον αφορά την ύφεση της Ολλανδίας (υπερχρέωση του ιδιωτικού τομέα), τα εντεινόμενα προβλήματα της Ισπανίας, καθώς επίσης την κακή οικονομική κατάσταση του Βελγίου. Ωφελείται βέβαια ιδιαίτερα από την υποτίμηση της Γαλλίας - αφού οι αγορές προσπαθούσαν να επιλέξουν το (μεθ)επόμενο θύμα τους, μεταξύ των δύο αυτών χωρών.
Ωφελημένη είναι επίσης η Ιρλανδία η οποία, παρά τα τεράστια προβλήματα της (κρίση ακινήτων, υπερχρέωση των τραπεζών της κλπ.), αντιμετωπίζεται θετικά από τις αγορές – κυρίως επειδή ανήκει στην αγγλοσαξονική πλευρά, με πολλές αμερικανικές επιχειρήσεις να δραστηριοποιούνται στα εδάφη της.
Ολοκληρώνοντας, αν και κανένας δεν δίνει πλέον μεγάλη σημασία στην Κίνα (όπως και στη Ρωσία), λόγω των συνεχών εξελίξεων στην Ευρωζώνη και στις Η.Π.Α., η «κίτρινη γάγγραινα» τοποθετεί τα πιόνια της στην ευρωπαϊκή σκακιέρα αργά αλλά σταθερά – με τη βοήθεια των κρατικών επενδυτικών κεφαλαίων και της τεράστιας ρευστότητας που διαθέτουν.
Άλλωστε ο μεγάλος κερδισμένος στο σημερινό πολιτικό «γίγνεσθαι» φαίνεται να είναι ο κρατικός, μονοκομματικός καπιταλισμός – «γενέτειρα» του οποίου είναι η Κίνα, ακολουθούμενη έμμεσα από τη Ρωσία (με τη Γερμανία να θέλει μάλλον να υιοθετήσει ανάλογες πολιτικές).
Βασίλης Βιλιάρδος
Αθήνα, 21. Νοεμβρίου 2012
viliardos@kbanalysis.com, http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2746.aspx