Επτά στις δέκα επιχειρήσεις δεν είναι αισιόδοξες για την εξέλιξη του οικονομικού
περιβάλλοντος και αυτό οφείλεται στη φορολογία, στη νομοθεσία και τις νομικές διαδικασίες και στη γραφειοκρατία.
Επτά στους δέκα επιχειρηματίες θεωρούν την υψηλή φορολογία βασικό εμπόδιο για την ανάπτυξη των επιχειρήσεων, αναφέρουν ότι οι φόροι απομυζούν το 60% των κερδών των επιχειρήσεων, επιβαρύνοντας, μάλιστα, δυσανάλογα ένα μικρό μέρος αυτών. Μόλις το 10% των επιχειρήσεων σηκώνει στις πλάτες του το 88% των φόρων.
Το παραπάνω είναι ένα από τα βασικά συμπεράσματα της ετήσιας έρευνας της Grant Thornton που παρουσιάστηκε για τρίτη συνεχή χρονιά χθες στα Growth Awards, τον θεσμό επιβράβευσης της επιχειρηματικής αριστείας που συνδιοργανώνουν η Eurobank και η Grant Thornton.
Συνολικά η μελέτη της Grant Thornton καταγράφει αύξηση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων τα τελευταία χρόνια της κρίσης που επιτεύχθηκε μέσω της μείωσης του κόστους και σχεδόν "πάγωμα" των επενδύσεων λόγω αβεβαιότητας και υψηλής φορολογίας.
H μελέτη της Grant Thornton βασίζεται στα οικονομικά στοιχεία 8.000 επιχειρήσεων από 92 κλάδους της οικονομίας για το χρονικό διάστημα 2011-2017. Ο απολογισμός των επιχειρήσεων διαπιστώνει: τάση ανάπτυξης και κερδοφορίας, σημαντικές χρηματοδοτικές ανάγκες, επενδυτικές ευκαιρίες αλλά περιορισμένες επενδύσεις, υψηλή φορολογία και χαμηλή εισροή κεφαλαίων.
Στο σκέλος των προσδοκιών των επιχειρήσεων, η έρευνα καταγράφει: συγκρατημένη αισιοδοξία, εσωστρεφείς στρατηγικές ανάπτυξης, περιορισμούς από τις παραδοσιακές πρακτικές λειτουργίας αλλά και από το οικονομικό περιβάλλον και μείωση του κόστους.
Ο συνδυασμός των ανωτέρω όσον αφορά την ανάπτυξη του δείγματος των επιχειρήσεων της έρευνας, δείχνει ότι η κερδοφορία τους αυξήθηκε το 2017 κατά 16% έναντι αύξησης των πωλήσεων μόλις κατά 4%.
Έξι στις δέκα επιχειρήσεις αύξησαν τις πωλήσεις τους και 4 στις 10 αύξησαν επίσης τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA), ενώ επίσης 6 στις 10 επιχειρήσεις αναμένουν αύξηση των πωλήσεων και των κερδών μέσα στο επόμενο δωδεκάμηνο.
Οι επιχειρήσεις αναφέρουν την έμφασή τους στον περιορισμό του κόστους. Κατόπιν αυτού, 8 στις 10 παρουσίασαν θετικό EBITDA και 7 στις 10 είχαν κέρδη προ φόρων. Από την άλλη πλευρά, 6 στις 10 επιχειρήσεις δεν αναμένουν αύξηση της απασχόλησης στην επιχείρησή τους, αλλά ούτε και αύξηση των μισθών.
Η φορολογία αναδεικνύεται σε σημαντικό εμπόδιο για την ανάπτυξη των επιχειρήσεων. Οι επιχειρήσεις αναφέρουν ότι το 60% των κερδών τους κατέληξε σε φόρους, ενώ το 88% των φόρων επιβαρύνει το 10% των επιχειρήσεων. Επτά στους δέκα επιχειρηματίες θεωρούν την υψηλή φορολογία βασικό εμπόδιο για την ανάπτυξη των επιχειρήσεων.
Στην έρευνα διαπιστώνεται η εσωστρεφής ανάπτυξη των επιχειρήσεων, με 7 στις 10 επιχειρήσεις να προτάσσουν εσωστρεφείς στρατηγικές ανάπτυξης (δράσεις marketing, βελτιστοποίηση εσωτερικών διαδικασιών, αναχρηματοδότηση δανεισμού, ψηφιακός μετασχηματισμός).
Επίσης, 9 στις 10 επιχειρήσεις δεν συνδέουν τη στρατηγική ανάπτυξης με χρηματοδότηση. Η αύξηση ξένων και ιδίων κεφαλαίων ήταν οριακή (μόλις 0,6%), όπως και η αύξηση του καθαρού δανεισμού (0,9%).
Εξαιρετικά περιορισμένες είναι οι επενδύσεις, με μόλις το 4% των πωλήσεων να επανεπενδύεται και κυρίως για τη συντήρηση του υφιστάμενου παραγωγικού εξοπλισμού. Οκτώ στις 10 επιχειρήσεις δεν σχεδιάζουν σημαντικές επενδύσεις τους επόμενους 12 μήνες, ενώ 5 στις 10 δεν θεωρούν ανασταλτικό παράγοντα ανάπτυξης τη χρηματοδότηση.
Σύμφωνα με την έρευνα, οι δυναμικά αναπτυσσόμενες εταιρείες συνιστούν τις μεγαλύτερες επενδυτικές ευκαιρίες και μπορούν να προσελκύσουν σημαντικά κεφάλαια. Ειδικότερα, 6 στις 10 επιχειρήσεις μπορούν να αντλήσουν κεφάλαια έως 48 δισ. ευρώ.
Οι επιχειρήσεις που δεν αναπτύσσονται, παρουσιάζουν χρηματοδοτικές ανάγκες που ανέρχονται σε 16 δισ. Οι ανάγκες αυτές είναι υψηλότερες από τη δυνατότητά τους για άντληση κεφαλαίων, η οποία ανέρχεται σε 14 δισ. ευρώ.
Εννέα στις 10 επιχειρήσεις θεωρούν χαμηλή τη συμμόρφωση με τις αρχές εταιρικής διακυβέρνησης και αναφέρουν ως χαμηλή προτεραιότητα την καινοτομία και τον ψηφιακό μετασχηματισμό. Παράλληλα, δηλώνουν επιφυλακτικές να επενδύσουν στο ανθρώπινο κεφάλαιο.
Επτά στις 10 επιχειρήσεις επικεντρώνονται σε στρατηγικές βελτίωσης της εσωτερικής τους λειτουργίας (30% βελτίωση εσωτερικών διαδικασιών, 20% δράσεις μάρκετινγκ, 11% ψηφιακός μετασχηματισμός, 5% αναχρηματοδότηση) και 3 στις 10 επικεντρώνονται σε επενδυτικές στρατηγικές (23% νέα προϊόντα, εξαγωγές, συγχωνεύσεις και εξαγορές και 8% επένδυση στο προσωπικό).
περιβάλλοντος και αυτό οφείλεται στη φορολογία, στη νομοθεσία και τις νομικές διαδικασίες και στη γραφειοκρατία.
Επτά στους δέκα επιχειρηματίες θεωρούν την υψηλή φορολογία βασικό εμπόδιο για την ανάπτυξη των επιχειρήσεων, αναφέρουν ότι οι φόροι απομυζούν το 60% των κερδών των επιχειρήσεων, επιβαρύνοντας, μάλιστα, δυσανάλογα ένα μικρό μέρος αυτών. Μόλις το 10% των επιχειρήσεων σηκώνει στις πλάτες του το 88% των φόρων.
Το παραπάνω είναι ένα από τα βασικά συμπεράσματα της ετήσιας έρευνας της Grant Thornton που παρουσιάστηκε για τρίτη συνεχή χρονιά χθες στα Growth Awards, τον θεσμό επιβράβευσης της επιχειρηματικής αριστείας που συνδιοργανώνουν η Eurobank και η Grant Thornton.
Συνολικά η μελέτη της Grant Thornton καταγράφει αύξηση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων τα τελευταία χρόνια της κρίσης που επιτεύχθηκε μέσω της μείωσης του κόστους και σχεδόν "πάγωμα" των επενδύσεων λόγω αβεβαιότητας και υψηλής φορολογίας.
H μελέτη της Grant Thornton βασίζεται στα οικονομικά στοιχεία 8.000 επιχειρήσεων από 92 κλάδους της οικονομίας για το χρονικό διάστημα 2011-2017. Ο απολογισμός των επιχειρήσεων διαπιστώνει: τάση ανάπτυξης και κερδοφορίας, σημαντικές χρηματοδοτικές ανάγκες, επενδυτικές ευκαιρίες αλλά περιορισμένες επενδύσεις, υψηλή φορολογία και χαμηλή εισροή κεφαλαίων.
Στο σκέλος των προσδοκιών των επιχειρήσεων, η έρευνα καταγράφει: συγκρατημένη αισιοδοξία, εσωστρεφείς στρατηγικές ανάπτυξης, περιορισμούς από τις παραδοσιακές πρακτικές λειτουργίας αλλά και από το οικονομικό περιβάλλον και μείωση του κόστους.
Ο συνδυασμός των ανωτέρω όσον αφορά την ανάπτυξη του δείγματος των επιχειρήσεων της έρευνας, δείχνει ότι η κερδοφορία τους αυξήθηκε το 2017 κατά 16% έναντι αύξησης των πωλήσεων μόλις κατά 4%.
Έξι στις δέκα επιχειρήσεις αύξησαν τις πωλήσεις τους και 4 στις 10 αύξησαν επίσης τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA), ενώ επίσης 6 στις 10 επιχειρήσεις αναμένουν αύξηση των πωλήσεων και των κερδών μέσα στο επόμενο δωδεκάμηνο.
Οι επιχειρήσεις αναφέρουν την έμφασή τους στον περιορισμό του κόστους. Κατόπιν αυτού, 8 στις 10 παρουσίασαν θετικό EBITDA και 7 στις 10 είχαν κέρδη προ φόρων. Από την άλλη πλευρά, 6 στις 10 επιχειρήσεις δεν αναμένουν αύξηση της απασχόλησης στην επιχείρησή τους, αλλά ούτε και αύξηση των μισθών.
Η φορολογία αναδεικνύεται σε σημαντικό εμπόδιο για την ανάπτυξη των επιχειρήσεων. Οι επιχειρήσεις αναφέρουν ότι το 60% των κερδών τους κατέληξε σε φόρους, ενώ το 88% των φόρων επιβαρύνει το 10% των επιχειρήσεων. Επτά στους δέκα επιχειρηματίες θεωρούν την υψηλή φορολογία βασικό εμπόδιο για την ανάπτυξη των επιχειρήσεων.
Στην έρευνα διαπιστώνεται η εσωστρεφής ανάπτυξη των επιχειρήσεων, με 7 στις 10 επιχειρήσεις να προτάσσουν εσωστρεφείς στρατηγικές ανάπτυξης (δράσεις marketing, βελτιστοποίηση εσωτερικών διαδικασιών, αναχρηματοδότηση δανεισμού, ψηφιακός μετασχηματισμός).
Επίσης, 9 στις 10 επιχειρήσεις δεν συνδέουν τη στρατηγική ανάπτυξης με χρηματοδότηση. Η αύξηση ξένων και ιδίων κεφαλαίων ήταν οριακή (μόλις 0,6%), όπως και η αύξηση του καθαρού δανεισμού (0,9%).
Εξαιρετικά περιορισμένες είναι οι επενδύσεις, με μόλις το 4% των πωλήσεων να επανεπενδύεται και κυρίως για τη συντήρηση του υφιστάμενου παραγωγικού εξοπλισμού. Οκτώ στις 10 επιχειρήσεις δεν σχεδιάζουν σημαντικές επενδύσεις τους επόμενους 12 μήνες, ενώ 5 στις 10 δεν θεωρούν ανασταλτικό παράγοντα ανάπτυξης τη χρηματοδότηση.
Σύμφωνα με την έρευνα, οι δυναμικά αναπτυσσόμενες εταιρείες συνιστούν τις μεγαλύτερες επενδυτικές ευκαιρίες και μπορούν να προσελκύσουν σημαντικά κεφάλαια. Ειδικότερα, 6 στις 10 επιχειρήσεις μπορούν να αντλήσουν κεφάλαια έως 48 δισ. ευρώ.
Οι επιχειρήσεις που δεν αναπτύσσονται, παρουσιάζουν χρηματοδοτικές ανάγκες που ανέρχονται σε 16 δισ. Οι ανάγκες αυτές είναι υψηλότερες από τη δυνατότητά τους για άντληση κεφαλαίων, η οποία ανέρχεται σε 14 δισ. ευρώ.
Εννέα στις 10 επιχειρήσεις θεωρούν χαμηλή τη συμμόρφωση με τις αρχές εταιρικής διακυβέρνησης και αναφέρουν ως χαμηλή προτεραιότητα την καινοτομία και τον ψηφιακό μετασχηματισμό. Παράλληλα, δηλώνουν επιφυλακτικές να επενδύσουν στο ανθρώπινο κεφάλαιο.
Επτά στις 10 επιχειρήσεις επικεντρώνονται σε στρατηγικές βελτίωσης της εσωτερικής τους λειτουργίας (30% βελτίωση εσωτερικών διαδικασιών, 20% δράσεις μάρκετινγκ, 11% ψηφιακός μετασχηματισμός, 5% αναχρηματοδότηση) και 3 στις 10 επικεντρώνονται σε επενδυτικές στρατηγικές (23% νέα προϊόντα, εξαγωγές, συγχωνεύσεις και εξαγορές και 8% επένδυση στο προσωπικό).