Άρθρο του Θόδωρου Καράογλου στην "Ναυτεμπορική του Σαββάτου"*
Η επαναφορά του δείκτη της Σοφοκλέους στις 1.000 μονάδες και το «ξεφούσκωμα» του επιτοκίου των ελληνικών ομολόγων, που ταρακούνησε το πολιτικό και οικονομικό μας σύστημα την προηγούμενη εβδομάδα, αποτελούν ισχυρές αποδείξεις ότι...
η ελληνική οικονομία αντέχει στις πιέσεις της αγοράς και επιστρέφει στο… παιχνίδι.
Το μαρτυρά άλλωστε και η πρόσφατη έκθεση της Morgan Stanley, σύμφωνα με την οποία το «πραγματικό» μας χρέος υπολογίζεται κοντά στο 117% του ΑΕΠ.
Αν, ωστόσο, πρέπει να κρατήσουμε κάτι διδακτικό από την προηγούμενη δύσκολη εβδομάδα, είναι το γεγονός ότι το ξέσπασμα αστάθειας στην αγορά δεν πυροδοτήθηκε από τους σχεδιασμούς του κυβερνητικού επιτελείου, αλλά εξαιτίας της παρατεταμένης φημολογίας περί πρόωρης προσφυγής στις κάλπες και της συνεχούς αμφισβήτησης που επικρατεί, εντός των συνόρων, για τη μεταρρυθμιστική πορεία της πατρίδας.
Δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας ότι οι απαραίτητες διαρθρωτικές προσαρμογές που πρέπει να υλοποιηθούν τους επόμενους μήνες δεν αποτελούν μόνο τυπικά προαπαιτούμενα για την εξασφάλιση μιας ακόμα δόσης, αλλά ακλόνητη απόδειξη ότι η Ελλάδα διαθέτει μακροπρόθεσμη ευρωπαϊκή προοπτική, πολύ καλύτερη από αυτήν που έχει αποκτήσει τα τελευταία δυο χρόνια.
Προσωπικά δεν θα σταθώ στην αναγκαιότητα ή όχι προληπτικής γραμμής υποστήριξης της οικονομίας, αλλά κρατώ τη δημόσια δέσμευση του Πρωθυπουργού, κ. Αντώνη Σαμαρά, ότι όχι μόνο δεν χρειαζόμαστε άλλο μνημόνιο, όχι μόνο βγαίνουμε από αυτό στο τέλος του τρέχοντος έτους, αλλά η Ελλάδα θα είναι απολύτως ασφαλής στην μετά μνημόνιο εποχή.
Για να φτάσουμε όμως σε αυτό το επίπεδο, πρωτίστως οφείλουμε να δώσουμε και να κερδίσουμε δυο κρίσιμες μάχες, η τελική έκβαση των οποίων θα καθορίσει σε σημαντικό βαθμό το μέλλον της πατρίδας μας.
Η πρώτη αφορά στην αξιολόγηση της προσπάθειάς μας με θετικό πρόσημο από την Τρόικα και η δεύτερη την οριστική διευθέτηση του χρέους.
Η επίλυση των δυο παραπάνω θεμάτων όχι μόνο θα κεφαλαιοποιήσει τις προσπάθειες ανάκτησης της εμπιστοσύνης και της αξιοπιστίας της ελληνικής οικονομίας, αλλά θα εξασφαλίσει την πολιτική σταθερότητας στον τόπο και θα επιτρέψει στην Κυβέρνηση να στραφεί ουσιαστικά και αποτελεσματικά στα προβλήματα της καθημερινότητας των πολιτών.
Γιατί καλή η διαπραγμάτευση με τους πιστωτές μας, αλλά ο μεγαλύτερος αντίπαλος μας ήταν, είναι και παραμένει η ανεργία, η φτώχεια και οι εκκρεμότητες που καθημερινά δυσκολεύουν τη ζωή χιλιάδων συμπατριωτών μας.
Αντί επιλόγου, θα κλείσω με μια φράση που μου είπε ένας καλός μου φίλος, λίγα λεπτά μετά την ολοκλήρωση της ψηφοφορίας για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης προς την Κυβέρνηση: «Πόσο πιο εύκολα θα ήταν όλα σε αυτόν τον τόπο, αν οι Έλληνες δεν επιτρέπαμε στον εαυτό μας να κυριεύεται από τη μανία της εξουσίας και ήμασταν ενωμένοι μπροστά στον κοινό σκοπό για την αντιμετώπιση του χρέους. Το μόνο που απαιτείται αυτήν την στιγμή για να φανούμε όλοι μας (λαός-κυβέρνηση-αντιπολίτευση) αντάξιοι των περιστάσεων είναι τρεις λέξεις, συνέπεια, σταθερότητα, υπευθυνότητα από όλους».
*Θεόδωρος Καράογλου
Βουλευτής Ν.Δ. Β΄ Θεσσαλονίκης
Η επαναφορά του δείκτη της Σοφοκλέους στις 1.000 μονάδες και το «ξεφούσκωμα» του επιτοκίου των ελληνικών ομολόγων, που ταρακούνησε το πολιτικό και οικονομικό μας σύστημα την προηγούμενη εβδομάδα, αποτελούν ισχυρές αποδείξεις ότι...
η ελληνική οικονομία αντέχει στις πιέσεις της αγοράς και επιστρέφει στο… παιχνίδι.
Το μαρτυρά άλλωστε και η πρόσφατη έκθεση της Morgan Stanley, σύμφωνα με την οποία το «πραγματικό» μας χρέος υπολογίζεται κοντά στο 117% του ΑΕΠ.
Αν, ωστόσο, πρέπει να κρατήσουμε κάτι διδακτικό από την προηγούμενη δύσκολη εβδομάδα, είναι το γεγονός ότι το ξέσπασμα αστάθειας στην αγορά δεν πυροδοτήθηκε από τους σχεδιασμούς του κυβερνητικού επιτελείου, αλλά εξαιτίας της παρατεταμένης φημολογίας περί πρόωρης προσφυγής στις κάλπες και της συνεχούς αμφισβήτησης που επικρατεί, εντός των συνόρων, για τη μεταρρυθμιστική πορεία της πατρίδας.
Δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας ότι οι απαραίτητες διαρθρωτικές προσαρμογές που πρέπει να υλοποιηθούν τους επόμενους μήνες δεν αποτελούν μόνο τυπικά προαπαιτούμενα για την εξασφάλιση μιας ακόμα δόσης, αλλά ακλόνητη απόδειξη ότι η Ελλάδα διαθέτει μακροπρόθεσμη ευρωπαϊκή προοπτική, πολύ καλύτερη από αυτήν που έχει αποκτήσει τα τελευταία δυο χρόνια.
Προσωπικά δεν θα σταθώ στην αναγκαιότητα ή όχι προληπτικής γραμμής υποστήριξης της οικονομίας, αλλά κρατώ τη δημόσια δέσμευση του Πρωθυπουργού, κ. Αντώνη Σαμαρά, ότι όχι μόνο δεν χρειαζόμαστε άλλο μνημόνιο, όχι μόνο βγαίνουμε από αυτό στο τέλος του τρέχοντος έτους, αλλά η Ελλάδα θα είναι απολύτως ασφαλής στην μετά μνημόνιο εποχή.
Για να φτάσουμε όμως σε αυτό το επίπεδο, πρωτίστως οφείλουμε να δώσουμε και να κερδίσουμε δυο κρίσιμες μάχες, η τελική έκβαση των οποίων θα καθορίσει σε σημαντικό βαθμό το μέλλον της πατρίδας μας.
Η πρώτη αφορά στην αξιολόγηση της προσπάθειάς μας με θετικό πρόσημο από την Τρόικα και η δεύτερη την οριστική διευθέτηση του χρέους.
Η επίλυση των δυο παραπάνω θεμάτων όχι μόνο θα κεφαλαιοποιήσει τις προσπάθειες ανάκτησης της εμπιστοσύνης και της αξιοπιστίας της ελληνικής οικονομίας, αλλά θα εξασφαλίσει την πολιτική σταθερότητας στον τόπο και θα επιτρέψει στην Κυβέρνηση να στραφεί ουσιαστικά και αποτελεσματικά στα προβλήματα της καθημερινότητας των πολιτών.
Γιατί καλή η διαπραγμάτευση με τους πιστωτές μας, αλλά ο μεγαλύτερος αντίπαλος μας ήταν, είναι και παραμένει η ανεργία, η φτώχεια και οι εκκρεμότητες που καθημερινά δυσκολεύουν τη ζωή χιλιάδων συμπατριωτών μας.
Αντί επιλόγου, θα κλείσω με μια φράση που μου είπε ένας καλός μου φίλος, λίγα λεπτά μετά την ολοκλήρωση της ψηφοφορίας για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης προς την Κυβέρνηση: «Πόσο πιο εύκολα θα ήταν όλα σε αυτόν τον τόπο, αν οι Έλληνες δεν επιτρέπαμε στον εαυτό μας να κυριεύεται από τη μανία της εξουσίας και ήμασταν ενωμένοι μπροστά στον κοινό σκοπό για την αντιμετώπιση του χρέους. Το μόνο που απαιτείται αυτήν την στιγμή για να φανούμε όλοι μας (λαός-κυβέρνηση-αντιπολίτευση) αντάξιοι των περιστάσεων είναι τρεις λέξεις, συνέπεια, σταθερότητα, υπευθυνότητα από όλους».
*Θεόδωρος Καράογλου
Βουλευτής Ν.Δ. Β΄ Θεσσαλονίκης